Σημειώσεις Κεφαλαίου 2

Σημειώσεις Κεφαλαίου 2

[←1]

Δεδομένου ότι έχουν γραφτεί πολλά για την υποτιθέμενη ειρηνική κατάκτηση της Ανατολίας (πιο πρόσφατα βλέπε το άρθρο του F. Sumer, "The Turks in Eastern Asia Minor in the Eleventh Century", Supplementary Papers, Thirteenth International Congress of Byzantine Studies [Oξφόρδη, 1966], σελ. 141-143), είναι απαραίτητο να περιγράψουμε σε κάποιον βαθμό την πραγματική κατάκτηση και να καθορίσουμε τον παρατεταμένο χαρακτήρα της, πριν προχωρήσουμε σε ανάλυση αυτού του γεγονότος στο κεφάλαιο 3. Δεν γίνεται όμως καμία προσπάθεια να εξακριβωθούν όλες οι πολιτικές και στρατιωτικές ιδιαιτερότητες αυτής της τετρακοσἰων ετών περιόδου, καθώς το έργο θα ήταν τεράστιο και περιττό για τους σκοπούς αυτού του βιβλίου. Η απλή καθιέρωση όλων των χρονολογιών αυτής της μεγάλης περιόδου θα απαιτούσε από μόνη της μια ειδική μονογραφία.

[←2]

Η καλύτερη έκθεση και ανάλυση αυτών των γεγονότων είναι το κεφάλαιο του P. Charanis, "The Byzantine Empire in the Eleventh Century", στο Κ. M. Setton, A History of the Crusades (Φιλαδέλφεια, 1955), I, 177-219. Επίσης R. J. H. Jenkins, The Byzantine Empire on the Eve of the Crusades (Λονδίνο, 1953), S. Vryonis, "Byzantium: The Social Basis of Decline in the Eleventh Century", Greek Roman and Byzantine Studies, II (1959), 159-175. Ακόμη ενδιαφέρον είναι το C. Neumann, "La situation mondiale dans I'empire byzantin avant les Croisades", μεταφρ. Renauld και Kozlowski στη Revue de l’Orient latin, X (1905), 57-171. Ο Arnold J. Toynbee, Study of History (Οξφόρδη, 1948), IV, 72-73, 395-400, επιμένει επίσης ότι η παρακμή του Βυζαντίου οφείλεται σε γεγονότα που συνέβησαν πολύ πριν από το Μαντζικέρτ. Όμως ο ισχυρισμός του ότι το Βυζάντιο παρήκμασε εν μέρει ως αποτέλεσμα των νικών του επί των Βουλγάρων στο τέλος του δέκατου και στις αρχές του ενδέκατου αιώνα, είναι ακόμη ένας από τους λογοτεχνικούς μυστικισμούς του. Το θέμα του ενδέκατου αιώνα ήταν το κεντρικό θέμα του 13ου Διεθνούς Συνεδρίου Βυζαντινών Σπουδών στην Οξφόρδη το 1966. Αλλά λίγα καινούργια προἐκυψαν από τα άρθρα που ασχολήθηκαν με το θέμα της βυζαντινής παρακμής κατά τη διάρκεια αυτού του αιώνα. Σχετικά με τη βυζαντινή παρακμή είναι, N. Svoronos, "Société et organisation intérieure dans l'empire byzantin au XIe siècle: les principaux problems". H. Εvert-Kappesowa, "Société et organisation intérieure au XIe siècle", σελ. 121-124. E. Stanescu, "Solutions contemporaines de la crise: Un quart de siècle de reformes et contre-reformes imperials", σελ. 125-129. Supplementary Papers, Thirteenth International Congress of Byzantine Studies (Οξφόρδη, 1966). Tο άρθρο του C. Toumanoff, "The Background to Manzikert", υπόσχεται πολλά, αλλά δυστυχώς δεν είναι τίποτε περισσότερο από πολύ γενική έρευνα για τις σχέσεις της Υπερκαυκασίας με το Βυζάντιο επί αρκετούς αιώνες. Δεν εξηγεί σε καμία περίπτωση το αποτέλεσμα στο Μαντζικέρτ και γενικά είναι το πιο απογοητευτικό από τα άρθρα για τον 11ο αιώνα. Βλέπε το πολύ ενδιαφέρον άρθρο του P. Lemerle, "Le notion de decadence a propos de l'empire byzantin", στο R. Brunschvig and G. von Gruncbaum, Classicisme et declin culturel dans l’histoire de l’Islam (Παρίσι, 1957), σελ. 263-277.

[←3]

Κεκαυμένος, 73-74.

[←4]

Κεδρηνός, II, 625-627. H. Madler, Theodora, Michael Stratiotikos, Isaak Komnenos (Πλάουεν, 1894).

[←5]

Ατταλειάτης, 29. Κεδρηνός, II, 562.

[←6]

Ψελλός-Renauld, I, 121.

[←7]

Κεκαυμένος, σελ. 18. Ατταλειάτης, 44-45. Κεδρηνός, II, 608. Ζωναράς, III, 646.

[←8]

Σκυλίτζης, II, 725.

[←9]

Κεδρηνός, II, 625-626.

[←10]

Ματθαίος Εδέσσης, σελ. 174.

[←11]

Βρυέννιος, 130, 140-143. Ατταλειάτης, 288 κ.ε.

[←12]

Βρυέννιος, 83-84.

[←13]

Ατταλειάτης, 188.

[←14]

Κεδρηνός, II, 616-619. G. Schlumberger, "Deux chefs normands des armees byzantines au XIe siècle: sceaux de Herve et de Roussel de BaΙΙΙeul", Revue historique, XVI (1881), 294.

[←15]

Ματθαίος Εδέσσης, σελ. 118-120.

[←16]

Zepos, J.G.R., I, 201. Στην εισαγωγική παράγραφο της νεαράς που αποδίδεται στον Ρωμανό (922), αναφέρεται ότι ο νόμος εκδόθηκε επειδή «έχουμε μεγάλη ανησυχία για τους δημόσιους φόρους και για την εκτέλεση στρατιωτικών και αστικών καθηκόντων».

[←17]

Ολόκληρη η ιστορία της βυζαντινής κοινωνικής και αγροτικής εξέλιξης έχει εκτεθεί σε σθεναρή και ερευνητική επανεξέταση από τον P. Lemerle στη μελέτη του, "Esquisse pour une, histoire agraire de Byzance: Les sources et les problemes", Revue historique, CCXIX (Ιαν.-Μαρ. 1958), 32-74, (Απρ.-Ιουν. 1958), 254-284, (Ιουλ.-Σεπ. 1958), 43-94. Πολλά από τα συμπεράσματα και τις προτάσεις του υποδηλώνουν σημαντικές αλλαγές στις μελέτες του G. Ostrogorsky, ιδιαίτερα "Agrarian Conditions in the Byzantine Empire in the Middle Ages", Cambridge Economic History (Καίμπριτζ, 1941) I, 194-223. Pour I'histoire de la feodalite byzantine (Βρυξέλλες, 1954), σελ. 10-13. Όμως και οι τρεις μελέτες πιστοποιούν την οικονομική, στρατιωτική και κοινωνική σημασία της ελεύθερης αγροτιάς και τη σημασία της παρακμής της. Ο Ostrogorsky ωστόσο, άλλαξε κάπως τις απόψεις του σχετικά με την ελεύθερη αγροτιά στη μονογραφία, La paysannerie byzantine (Βρυξέλλες, 1956). Πιο πρόσφατα, N. Svoronos, "Les privileges de I'eglise a l'epoque des Comnenes: un rescrit inedit de Manuel Ier Comnene", Travaux et Memoires (Παρίσι, 1965), I, 357 κ.ε. Kaegi, "Some Reconsiderations", σελ. 39-53. A. Hohlweg, "Zur Frage der Pronoia in Byzanz", Byzantinische Zeitschrift, LX (1967), 288-308.

[←18]

Για σύντομη συζήτηση και βιβλιογραφία βλέπε Charanis, "The Byzantine Empire", σελ. 204.

[←19]

P. Grierson, "Notes on the Fineness of the Byzantine Solidus", Byzantinische Zeitschrift, LIV (1961), 91-97, που τροποποιεί την προηγούμενη μελέτη του "The Debasement of the Bezant in the Eleventh Century", Byzantinische Zeitschrift, XLVII (1954), 379-394.

[←20]

Charanis, "Economic Factors in the Decline of the Byzantine Empire", The Journal of Economic History, XIII (1953), 412-424. Επίσης Ατταλειάτης, 60-62, ο οποίος δείχνει ότι η επίδραση στα οικονομικά την εποχή του Ισαάκιου Κομνηνού είχε γίνει καταστροφική. Η οικονομική παρακμή και ιδιαίτερα οι αιτίες της κατά τον 11ο αιώνα δεν είναι επαρκώς τεκμηριωμένες. Μπορεί κανείς να συμβουλευτεί με ώφελος τα ακόλουθα έργα του R. Lopez: "Un borgne au royaume des aveugles: La position de Byzance dans l'economie europeene du haut moyen age", Association Marc Bloch de Toulouse (1953-1955), 25-30. "Du marche temporaire a la colonie permanente. L'evolution de la politique commerciale au moyen age", Annales. Économies, Sociétés, Civilisations, IV (Οκτ.-Δεκ. 1949), 389-405. "The Dollar of the Middle –Ages", The Journal of Economic History, XI (1951), 209-234. Για την πώληση αξιωμάτων, G. Kolias, Ämter-und Würdenkauf im früh- und mittelbyzantinischen Reich (Αθήναι, 1939).

[←21]

Bλέπε κεφάλαιο 1 για αναφορές σε αυτό το επάγγελμα.

[←22]

Κεδρηνός, II, 484. Ο Ψελλός-Renauld, I, 19-20, αναφέρει ότι έπρεπε να κατασκευάσει υπόγειους θαλάμους για να αποθηκεύσει το πλεόνασμα στο ταμείο.

[←23]

The History of Psellus edited with critical notes and indices by Constantine Sathas (Λονδίνο, 1899), 217. [Ψελλός-Sewter, σελ. 237.]

Όπως έχω παρατηρήσει συχνά, οι προηγούμενοι αυτοκράτορες [πριν από τον Ισαάκιο] εξαντλούσαν τους αυτοκρατορικούς θησαυρούς για προσωπικές ιδιοτροπίες. Τα δημόσια έσοδα δεν δαπανούνταν για την οργάνωση του στρατού, αλλά για χάρες στους πολίτες και για υπέροχες παραστάσεις. … Όχι μόνο άδειαζαν το θησαυροφυλάκιο του παλατιού, αλλά έβαζαν ακόμη χέρι και στα χρήματα που συνεισέφεραν οι πολίτες στα δημόσια έσοδα … ενώ φυσικά το σώμα των στρατιωτικών άδειαζε και διαφθειρόταν…

Τῶν γὰρ ἄνω βασιλέων, ὥς μοι πολλάκις εἴρηται, τοὺς βασιλικοὺς θησαυροὺς εἰς τὰς οἰκείας ἀπαντλούντων ἐπιθυμίας, ταῖς τε δημοσίοις συνεισφοραῖς οὐκ εἰς στρατιωτικὰς συντάξεις ἀποχρωμενων, ἀλλ' εἰς πολιτικὰς χάριτας καὶ λαμπρότητας. … τὰ μὲν τὰ τῶν ἀνακτόρων ἀποκενούντων ταμεῖα, τὰ δὲ τὰς δημοσίους ἀκρωτηριαζόντων τῶν κοινῶν συνεισφορῶν ἀφορμάς … ὁ δὲ στρατιωτικὸς σὐλλογος ἐκκενοῖτο καὶ διεφθείροιτο…

[←24]

Την παραμονή εξέγερσης, οι βυζαντινοί στασιαστές συγκέντρωναν τους φόρους για τον εαυτό τους. Εναλλακτικά οι ομάδες Νορμανδών λεηλατούσαν τις επαρχίες και «εισέπρατταν» φόρους για τον εαυτό τους. Η συνεχής εμφάνιση των Πατζινάκων και Ούζων στα Βαλκάνια πρέπει να σήμαινε όχι μόνο την αποκοπή των φόρων από την Κωνσταντινούπολη, αλλά και σοβαρή αναστάτωση των κοινοτήτων που παρήγαγαν τους φόρους. Αναφέρεται ότι ύστερα από μια τέτοια επιδρομή οι κάτοικοι σκέφτονταν να εγκαταλείψουν την Ευρώπη.

[←25]

Ματθαίος Εδέσσης, σελ. 40-41. Τα αγγλικά είναι η δική μου απόδοση της γαλλικής μετάφρασης του Dulaurier και μεταφέρει την ίδια έννοια με τη ρωσική μετάφραση των Agadzanov-Yuzbasian. Η χρονολογία όμως άλλαξε από 467 σε 465, για τους λόγους που έδωσαν οι S. G. Agadzanov και Κ. N. Yuzbasian, "K istorii tiurskikh nabegov na Armeniiuv- XI v.", P.S., XII (1965), 149. Τόσο το 465 όσο και το 467 εμφανίζονται στα χειρόγραφα του Ματθαίου Εδέσσης, αλλά το πρώτο καθορίζεται από το κείμενο του Κεδρηνού. Η σύγχυση στις μουσουλμανικές, ελληνικές, αρμενικές και συριακές πηγές έχει συγκαλύψει σε μεγάλο βαθμό τα ζητήματα των χρονολογιών των πρώτων τουρκικών εισβολών και της σχέσης των πρώτων Τούρκων επιδρομέων με την κύρια ομάδα των Σελτζούκων. Η πιο ικανοποιητική εξέταση αυτών των δύο σημείων, χρονολογία εμφάνισης των πρώτων Τούρκων στην Αρμενία και φυλετικές τους σχέσεις, είναι εκείνη των Agadzanov-Yuzbasian. Σύμφωνα με αυτούς, οι πρώτες τουρκικές επιδρομές στην Αρμενία ήσαν εκείνες του 1016-17 (στο Βασπουράκαν) και του 1021 (στο Νιγκ). Όμως οι Τούρκοι που έκαναν αυτές τις επιδρομές μάλλον δεν ήσαν Σελτζούκοι Τούρκοι. Αντιπροσώπευαν ανθρώπους φυλών (καθώς και Τούρκους γκούλαμ τοπικών στρατιωτικών ισχυρών), που είχαν μπει στο Αζερμπαϊτζάν και είχαν γίνει δεκτοί στις στρατιωτικές δυνάμεις των Ραβάντ της Ταμπρίζ και των Σαντάντ της Γκάντζα. Το 1029 μια ομάδα Σελτζούκων εξεγέρθηκε εναντίον του Μαχμούτ της Γκάζνα, ηττήθηκε και 2.000 κινήθηκαν δυτικά, μπαίνοντας τελικά στο Αζερμπαϊτζάν. Μπορεί να είχαν συμμετάσχει στην επίθεση τοπικών μουσουλμανικών δυνάμεων στις περιοχές της λίμνης Βαν το 1033-34, αλλά σίγουρα επιτέθηκαν σε αρμενικά εδάφη το 1037-38, αν και Τούρκοι είχαν επιδράμει στο Βασπούρακαν ήδη από το 1016-17. Αν και οι δεσμοί αυτών των Τούρκων του 1016-17 δεν αναφέρονται στον Ματθαίο Εδέσσης, όπως ορθώς επισημαίνουν οι Agadzanov-Yuzbasian, οι δεσμοί τους με τους Σελτζούκους δεν αποκλείονται απαραίτητα, γιατί αυτή η ομάδα ενδεχομένως διαχωρίστηκε νωρίς και προχώρησε απαρατήρητρη προς τα δυτικά. Ο Cahen έχει υποστηρίξει την άποψη ότι τα γεγονότα που αποδίδει ο Ματθαίος στο 1016-17 πραγματοποιήθηκαν μια δεκαετία αργότερα, όταν μια ομάδα Ογούζ έφυγε από τον Τἀγρι Μπεγκ, "A propos de quelques articles du Köprülü Armagani", Journal Asiatique, CCXLII (1954), 275-279. Ο I. Kafesoglu, "Doğu Anadoluya İlk Selçuklu Akını (1015-1021) ve Tarihi Ehemmiyeti", στο Fuad Köprülü Armağanı (Ισταμπούλ, 1953), σελ. 259-274, πρότεινε ότι οι πρώτες επιθέσεις των Σελτζούκων ήταν αυτές μεταξύ 1015 και 1021. Το έχει επαναλάβει στο δικό του, Sultan Melikşah Devrinde Büyük Selçuklu İmparatorluğu (Ισταμπούλ, 1953), σελ. 2-3. Βλέπε τη μακρoσκελή κριτική του M. A. Koymen, "Büyük Selçuklu İmparatoru Meliksah devrinde bir eser münasebetiyle", Belleten, XVII (1953), 557-601. Οι Cahen και Kafesoglu συνέχισαν τη συζήτηση στο J.Α., CCXLIV (1956), 129-134, και ξανά στο Cahen, "Cagri-begi", EI2.

[←26]

Κεδρηνός, II, 464.

[←27]

Ο Cahen έκανε προσεκτική ανακατασκευή αυτού του έργου στο "Le Malik-nameh et l'histoire des origines seljukides", Orient, II (1949), 31-65 (εφεξής αναφερόμενο ως Cahen, "Le Malik-nameh").

[←28]

V. V. Barthold, Four Studies on the History of Central Asia: τoμ. ΙΙΙ, A History of the Turkman People (Λέιντεν, 1962), σελ. 88-90 (εφεξής αναφερόμενο ως Barthold, Turkman People). Cahen, "Ghuzz", EI2. R. N. Frye and A. M. Sayili, "Turks in the Middle East before the Seljuks", Journal of the American Oriental Society, LXIII (1943), 194-207.

[←29]

Barthold, Turkman People, σελ. 110-111. Cahen, “Le Malik-nameh,” σελ. 42. "Les tribus turques d’Asie occidentale pendant la période seljoukide", W.Z.Κ.M., LI (1948-52), 179. Από τις εικοσιτέσσερις φυλές που ο συγγραφέας του 11ου αιώνα Κασγκάρι (Kashgari) λέει ότι αποτελούσαν τους Ογούζ, η Κινίκ ήταν η ηγεμονική φυλή.

[←30]

Barthold, Turkman People, σελ. 104. Ένας αξιωματούχος είχε προτείνει, πριν από την εγκατάστασή τους στο Χορασάν, ότι αυτοί οι Σελτζούκοι έπρεπε να εξολοθρευτούν, ή τουλάχιστον να κοπούν οι αντίχειρές τους, ώστε να μη χρησιμοποιούν τα τρομερά τόξα τους. Η κακή τους φήμη ως εχθρών της καθιστικής ζωής είχε προηγηθεί της άφιξής τους.

[←31]

Β. N. Zakhoder, "Dendanekan", Belleten, XVIII (1954), 581-587. Spuler, "Ghaznevids", EI2. O. Pritsek, "Die Karahaniden", Der Islam, XXXI (1953-54), 17-68. Σχετικά με την ιστορία και την κοινωνία των Μεγάλων Σελτζούκων έχει εμφανιστεί τώρα το ολοκληρωμένο έργο του O. Turan, Selçuklular Tarihi ve Türk-Islâm Medeniyeti (Άγκυρα, 1965).

[←32]

Cahen, "Le Malik-nameh", σελ. 62-64. Για την πιο λεπτομερή πολιτική και κοινωνικοοικονομική έρευνα σχετικά με το ιστορικό της εμφάνισης των Σελτζούκων στο Χορασάν βλέπε Barthold, Turkestan down to the Mongol Invasion (Λονδίνο, 1928), σελ. 254-304. Zakhoder, "Selçuklu devletinin kurulusu sirasmda Horasan", Belleten, XIX (1955), 491-527. Για το πρόβλημα του βαθμού στον οποίο οι Ογούζ είχαν συνηθίσει στην αστική ζωή καθώς και για τον χαρακτήρα της κοινωνίας τους, μπορεί κανείς να συμβουλευτεί, C. Brockelmann, "Mahmud al Kasghari über die Sprache und die Stamme der Türken im 11. Jahrhundert", K.C.A., I (1921-25), 26-40. Houtsma, "Die Ghusenstamme", W.Z.K.M., II (1888), 219-233. Ibn Fadlan-Togan, σελ. 19 κ.ε. Hudud al-Alam-Minorsky, σελ. 100-101, 150, 311, 311-312. V. Gordlevski, Izbrannyie Sochineniia (Μόσχα, 1960), I, 70-95. F. Sumer, "Anadolu'ya yalnız göçebe Türkler mi geldi?" Belleten, XXIV (1960), 567-596. D. Theodoridis, "Turkei-turkisch nadas", Zeitschrift für Balkanologie, IV (1966), 146-148, έχει εισαγάγει μια μικρή τροποποίηση σε μια πτυχή της μελέτης του Sumer, παράγοντας το τουρκικό nadas από το ελληνικό νεοττός. Το ισλαμικό υλικό για τις τουρκικές φυλές έχει κατάλληλα συλλεγεί και μεταφραστεί στο S. L. Volina, A. A. Romaskevic, A. Y. Yakubovski, Materialy po istorii Turkmen i Turkmenii (Μόσχα, 1939).

[←33]

Για λεπτομέρειες, Spuler, Iran in früh-islamischer Zeit (Βισμπάντεν, 1952), σελ. 124-129.

[←34]

Cahen, "La premiere penetration turque en Asie Mineure seconde moitie du XIe siècle", Byzantion, XVIII (1946-48), 12-13 (εφεξής αναφερόμενο ως "Prem. Pen."). "The Turkish Invasions: The Selchukids", στο A History of the Crusades, επιμ. K. Setton (Φιλαδέλφεια, 1955), I, 144-147 (εφεξής αναφερόμενο ως "Turk. Inv."). "Qutlumush et ses fils avant l'Asie Mineure", Der Islam, XXXIX (1964), 14-27.

[←35]

R. Huseynnov, "La conquête de l’Azerbaijan par les Seldjoucides", B.K., XIX-XX (1965), 99-109. Siriiskie istocnik ob Azerbaidzane (Μπακού, 1960), σελ. 93-113, δηλώνει ότι η βασική κατάκτηση του Αζερμπαϊτζάν πραγματοποιήθηκε μετά το Νταντανάκαν (1040), αλλά ότι μεμονωμένες επιδρομές σημειώνονταν νωρίτερα. Toğan, "Azerbaycan", Islam Ansiklopedisi. Umumi Türk tarihine giriş (Ισταμπούλ, 1946), σελ. 182-192. Minorsky, "Adharbaydjan", EI2. Sümer, "Azerbaycan'ın Türkleşmesi Tarihine Bir Bakış", Belleten, XXI (1957), 429-447. Για την Υπερκαυκασία, Minorsky, Studies in Caucasian History (Λονδίνο, 1953). A History of Sharvan and Darband in the 10th-11th Centuries (Καίμπριτζ, 1958). Για τους Κούρδους βλέπε επίσης Minorsky, "Kurds", ΕΙ1. Κ. V. Zettersteen, "Marwanids", EI1. H. F. Amedroz, "Three Arabic MSS on the History of the City of Mayyafariqin", Journal of the Royal Asiatic Society (1902), σελ. 758-812. "The Marwanid Dynasty at Mayyafariqin in the Tenth and Eleventh Centuries", Journal of the Royal Asiatic Society (1903), σελ. 123-154. Canard, “Dvin”, EI2.

[←36]

Βρυέννιος, 31-32. Ζωναράς, III, 641. Κεδρηνός, II, 609.

[←37]

Ο Κεδρηνός, II, 608, μπαίνει σε αυτό το γεγονός λίγο πριν από την επιδημία του έβδομου και όγδοου έτους της ινδικτιώνος, δηλαδή το 1054-55.

[←38]

Ατταλειάτης, 44-45. Κεκαυμένος, σελ. 18. Ζωναράς, III, 647: ἀλλὰ καὶ χωρῶν οὐσῶν, αἳ τοῖς βασιλεῦσιν οὐ δασμοὺς συνεισέφερον, ἀλλ' ἀντὶ πάσης δασμοφορίας δυσχωρίας ἐφρούρουν καὶ τοῖς βαρβάροις τὴν εἰς τὰς Ῥωμαίοις ὑποκειμένας χώρας ἀπετείχιζον πάροδον, ἐκεῖνος φόρους ταῖς χώραις ἐπιτάξας ἐσχόλασε τὰς φρουράς. κἀντεῦθεν ἡ πρὸς τὰς Ῥωμαΐδας χώρας ῥᾴστη τοῖς βαρβάροις ἐγένετο πάροδος. ἐκεῖνος τοίνυν ὁ ἀνὴρ αἴτιος τοῖς ἀπαθῶς λογιζομένοις κριθήσεται τοῦ τὴν ἑῴαν μοῖραν δουρὶ κυριευθῆναι βαρβαρικῷ. Στη θέση του τοπικού στρατού βρίσκονταν μερικοί Φράγκοι και Βαράγγιοι μισθοφόροι. Κεδρηνός, II, 606.

[←39]

Κεδρηνός, II, 561-566.

[←40]

Ο Κεδρηνός, II, 573-574, υπονοεί ότι οι βυζαντινοί στρατοί δεν ήσαν αρκετά δυνατοί για να αντιμετωπίσουν τους Τούρκους σε μάχη. Αυτός ήταν ο λόγος που ο Κεκαυμένος σχεδίασε το τέχνασμα και ύστερα έπεσε πάνω στους Τούρκους στην αταξία τους, ενώ λεηλατούσαν το βυζαντινό στρατόπεδο.

[←41]

Στο ίδιο, 575, δίνει τον υπερβολικό αριθμό των 100.000.

[←42]

Για τον πλούτο της, τον πληθυσμό και την τουρκική λεία, Κεδρηνός, II, 577-578. Ματθαίος Εδέσσης, σελ. 83-84.

[←43]

Ο Κεδρηνός, II, 579, δείχνει ότι οι βυζαντινές δεξιά και αριστερή πτέρυγες έδιωξαν τους Τούρκους από το πεδίο και τους κυνηγούσαν όλη τη νύχτα μέχρι το «… λάλημα του πετεινού».

[←44]

Ο Κατακαλών Κεκαυμένος και ο Ερβέ Φραγκόπουλος, και πιθανώς και τα στρατεύματά τους, είχαν ήδη μεταφερθεί στη Θράκη πριν από το 1050. Κεδρηνός, II, 593-594, 597.

[←45]

L. Bréhier, Vie et mort (Παρίσι, 1947), σελ. 257.

[←46]

Ατταλειάτης, 46-47. Ματθαίος Εδέσσης, σελ. 98-102. Μπαρ Εβραίος, I, 207. M. Yinanc, Anadolu'nun Fethi (Ισταμπούλ, 1944), σελ. 49. Honigmann, Ostgrenze, σελ. 181.

[←47]

Κεδρηνός, II, 611. Σύμφωνα με τη λαϊκή πεποίθηση, οι Τούρκοι θα καταστρέφονταν από μια δύναμη παρόμοια με εκείνη του Μεγάλου Αλεξάνδρου που είχε κατακτήσει τους Πέρσες. Στάλθηκαν λοιπόν στρατιώτες από τη Μακεδονία. Ο J. Laurent, Byzance et les Turcs seldjoucides dans l'Asie occidentale jusqu'en 1081 (Νανσύ, 1913) σελ. 33 (εφεξής αναφερόμενο ως Laurent, Byzance et les Turcs), ισχυρίζεται ότι όλοι οι δυτικοί στρατοί βρίσκονταν στη Μικρά Ασία κατά τη στιγμή της εμφάνισης του Τογρούλ το 1054. Είναι αλήθεια ότι σύμφωνα με το κείμενο του Κεδρηνού, II, 611, δυτικά στρατεύματα είχαν μεταφερθεί στην Ανατολία υπό τον Κωνσταντίνο Θ’. Αλλά δεν παρέχεται χρονολογία στο κείμενο, και ο Laurent, τοποθετώντας λανθασμένα τον θάνατο του Κωνσταντίνου Θ’ στο 1054 (αντί του 1055), έχει καταστήσει πιθανό να ήσαν παρόντες όταν εμφανίστηκε ο Τογρούλ το 1054. Όμως η περιγραφή του σφάλλει σε δύο σημεία. Το κείμενο αναφέρει σαφώς ότι μεταφέρθηκαν τα στρατεύματα του θέματος Μακεδονίας και όχι όλα τα στρατεύματα της Δύσης. Όμως ο Μονομάχος πέθανε το 1055 και είναι πολύ πιθανό να μεταφέρθηκαν οι Μακεδόνες μετά την εμφάνιση του Τογρούλ, γιατί σύμφωνα με τους Ατταλειάτη, 46-47 και Ματθαίο Εδέσσης, σελ. 99, οι βυζαντινές άμυνες βρίσκονταν υπό τον Βασίλειο Αποκάπη, χωρίς να γίνεται αναφορά στον Βρυέννιο.

[←48]

Κεδρηνός, II, 616. Όπως έχει ήδη αναφερθεί πιο πάνω, οι δυσαρεστημένοι Φράγκοι μισθοφόροι του Αρμενιακών υπό τον Ερβέ συνεργάζονταν μαζί του. Στο ίδιο, 617.

[←49]

Στο ίδιο, 627: … ἡ πᾶσα ἑῴα Ῥωμαϊκὴ χεὶρ πλὴν ὀλίγων …

[←50]

Ατταλειάτης, 55, 69. Ματθαίος Εδέσσης, σελ. 103-104.

[←51]

Ατταλειάτης, 69. Στον θάνατο του Ισαάκιου (1059) παρατηρήθηκε ότι το πτώμα του πρηζόταν από υγρό. Πολλοί είδαν σε αυτό θεϊκή τιμωρία, για την ευθύνη του στη μεγάλη σφαγή του 1057.

[←52]

Aristaces, passim.

[←53]

Οι στρατοί είχαν προηγουμένως υποβληθεί σε εκτεταμένο αποδεκάτισμα από τους Πατζινάκους στα Βαλκάνια, Bréhier, Vie et mort, σελ. 257.

[←54]

Honigmann, Ostgrenze, σελ. 184. Ματθαίος Εδέσσης, σελ. 107-108.

[←55]

Ματθαίος Εδέσσης, σελ. 108. Μπαρ Εβραίος, I, 212-213. Μιχαήλ Σύριος, III, 158-159.

[←56]

Η αφήγηση του Κεδρηνού ακολουθεί πιστά εκείνη του Ατταλειάτη.

[←57]

Κεδρηνός, II, 652. Ατταλειάτης, 76-77: τὸ δὲ φειδωλὸν καὶ ἄγαν ποριστικὸν τῶν δημοσίων χρημάτων, ἔστιν οἷς καὶ οὐκ ἐν εὐπροσώποις αἰτίαις, καὶ τὸ κατ' ἐξουσίαν δικαστικόν, καὶ τὸ καταφρονητικὸν τῆς στρατιωτικῆς εὐπραγίας καὶ στρατηγικῆς καὶ ἀκρητικῆς εὐπαθείας πολλῶν καὶ σχεδὸν ἁπάντων τῶν ὑπὸ Ρωμαίοις τελούντων λυμαντικὸν ἐψηφίζοντο. ἠγείρετο γὰρ πολὺς γογγυσμὸς … τῶν καταδρομὰς ὑφισταμένων βαρβαρικὰς διὰ τὸ μὴ κατὰ λόγον τὸν στρατιωτικὸν κατάλογον γίνεσθαι.

[←58]

Ζωναράς, III, 677· Ψελλός-Renauld, II, 146-147.

[←59]

Ατταλειάτης, 78-79, 85. Αρνήθηκε να στείλει στρατό για να σταματήσει τις λεηλασίες των Ούζων στις περιοχές της Ελλάδας, της Μακεδονίας και της Θράκης. Όταν η πίεση της «κοινής γνώμης» έγινε πολύ μεγάλη για να την αντέξει, ο Κωνσταντίνος τελικά συγκέντρωσε μικρή δύναμη 150 ανδρών για να βαδίσουν εναντίον ορδής, η δύναμη της οποίας κατά τις, υπερβολικές, εκτιμήσεις πηγών της εποχής ανερχόταν σε 60.000!

Οπότε όλοι έμειναν έκπληκτοι που ο αυτοκράτορας θα άφηνε την πρωτεύουσα με τόσο μικρό στρατό εναντίον τόσο ισχυρής δύναμης … και ήταν σαν τη μυθολογική εκστρατεία του Διονύσου, όταν βάδισε εναντίον των Ινδών με τις μαινάδες και τους σειληνούς.

ὅθεν καὶ πολλοῖς θαυμάζειν ἐπῆλθεν ὅπως πρὸς τηλικαύτην ἰσχὺν μετὰ τοσούτων ὁ βασιλεὺς ἀνδραρίων τῆς βασιλευούσης ὑπανεχώρησε, …. καὶ ἐῴκει τῇ μυθευομένῃ τοῦ Διονύσου στρατιᾷ, ὅτε μετὰ τῶν μαινάδων ἐκεῖνος καὶ τῶν Σειληνῶν ταύτην ἐπ' Ἰνδοὺς ἤλαυνεν.

[←60]

Ατταλειάτης, 79-82. M. Canard, "La campagne armenienne du sultan salgukide Alp Arslan et la prise d'Ani en 1064", Revue des etudes armeniennes, II (1965), 239-259.

[←61]

Κεδρηνός, II, 660. Ατταλειάτης, 93.

[←62]

Κεδρηνός, II, 661-663. Ατταλειάτης, 94-96.

[←63]

Κεδρηνός, II, 668-669.

[←64]

Ατταλειάτης, 104: καὶ ἐκ πάσης χώρας καὶ πόλεως νεότητα συλλεξάμενος.

[←65]

Στο ίδιο, 94-95. Σκυλίτζης, II, 661. Είχε προηγουμένως προσπαθήσει να δολοφονήσει τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Ι’ Δούκα.

[←66]

Zepos, J.G.R., I, 247.

[←67]

Ματθαίος Εδέσσης, σελ. 111-117.

[←68]

Ατταλειάτης, 113, Σκυλίτζης, II, 674.

[←69]

Ατταλειάτης, 122-125. Σκυλίτζης, II, 678-680.

[←70]

Ατταλειάτης, 146-147.

[←71]

Vryonis, "Social Basis", 169-172. Ματθαίος Εδέσσης, σελ. 95-98, 152-154. Μιχαήλ Σύριος, III, 161, 166-168. Υπάρχουν περαιτέρω αποδείξεις για αυτό το φαινόμενο, στο οποίο Γεωργιανοί και Αρμένιοι ηγεμόνες και αριστοκράτες προσχωρούσαν στους Τούρκους και σε ορισμένες περιπτώσεις μετατρέπονταν στο Ισλάμ. Αυτό είναι ξεκάθαρο όχι μόνο από τα αρμενικά και γεωργιανά χρονικά, αλλά ιδιαίτερα στο τουρκικό έπος, το Ντανισμέντναμε. Οι θρησκευτικές συζητήσεις μεταξύ Βυζαντινών και Αρμενίων επαναλήφθηκαν τον 12ο αιώνα όταν τα θρησκευτικά πάθη είχαν κάπως υποχωρήσει, P. P. Tekeyan, Controverses christologiques en Armeno-Cilicie dans la seconde moitié du XIΙ siècle (1165-1198), Orientalia Christiana Analecta (Ρώμη, 1939).

[←72]

Ατταλειάτης, 135. Σκυλίτζης, II, 683.

[←73]

Τουλάχιστον αυτό αναφέρει ο Ματθαίος Εδέσσης, σελ. 166-167.

[←74]

Μιχαήλ Σύριος, III, 162-164. Μπαρ Εβραίος, I, 217. Σχετικά με τη θρησκευτική πολεμική των Συρίων με Έλληνες και Αρμένιους τον 12ο αιώνα, υπάρχει το τότε χωρίο του Διονύσιου μπαρ Σαλίμπι (πεθ. 1171), επίσκοπου Άμιδας (Άμιντ), The Work of Dionysius Barsalibi against the Armenians, επιμ. και μεταφρ. A. Mingana (Καίμπριτζ, 1931). "Barsalibi's Treatise against the Melchites", στο Woodbrooke Studies (Καίμπριτζ, 1927), I, 2-95. "The Work of Dionysius Barsalibi against the Armenians", στο Woodbrooke Studies, IV (Καίμπριτζ, 1931). E. Ter-Minassiantz, "Die armenische Kirche in ihren Beziehungen zu der syrischen Kirche", Texte und Untersuchungen, Neue Folge, XI, 4 Heft, 1-212.

[←75]

Yinanc, Fethi, σελ. 51.

[←76]

Στο ίδιο, σελ. 53, 57. Cahen, "Qutlumush et ses fils avant l'Asie Mineure", Der Islam, XXXIX (1964), 14-27.

[←77]

Ματθαίος Εδέσσης, σελ. 111-113. Ατταλειάτης, 78.

[←78]

Ματθαίος Εδέσσης, σελ. 115-118.

[←79]

Ατταλειάτης, 94-95.

[←80]

Ματθαίος Εδέσσης, σελ. 156.

[←81]

Μπαρ Εβραίος, I, 218.

[←82]

Ατταλειάτης, 107.

[←83]

Ο Μπαρ Εβραίος, I, 220, λέει μέχρι την Κωνσταντινούπολη! Yinanc, Fethi, σελ. 68.

[←84]

Ματθαίος Εδέσσης, σελ. 157. Μπαρ Εβραίος, I, 217.

[←85]

Ματθαίος Εδέσσης, σελ. 162.

[←86]

Στο ίδιο, σελ. 111-113.

[←87]

Στο ίδιο, σελ. 122.

[←88]

Σκυλίτζης, II, 653-654. Ατταλειάτης, 79-82. Ματθαίος Εδέσσης, σελ. 120-124.

[←89]

Ατταλειάτης, 93-94. Σκυλίτζης, II, 661. Το ιερό ήταν τόσο ισχυρά χτισμένο, που οι Τούρκοι ικανοποιήθηκαν απογυμνώνοντάς το από χρυσό, μαργαριτάρια και πολύτιμους λίθους.

[←90]

Σκυλίτζης, II, 684-685.

[←91]

Στο ίδιο, 678: … λαφυραγωγίαν καὶ φόνον ἀνδρῶν ἀμύθητον.

[←92]

Στο ίδιο, 683-684. Ατταλειάτης, 135-137.

[←93]

Σκυλίτζης, II, 686-687. Ατταλειάτης, 140-141.

[←94]

Ατταλειάτης, 143. Η επικράτηση της δεισιδαιμονίας σε κρίσιμα σημεία της βυζαντινής ιστορίας είναι εντυπωσιακή. Ο Λιπαρίτης αρνήθηκε να πολεμήσει τους Τούρκους την κατάλληλη στιγμή, γιατί έπεφτε σε μέρα που δεν ήταν ευνοϊκή για αυτόν. Ο Νικηφόρος Β΄ Φωκάς, στον δρόμο του για την κατάκτηση της Κρήτης, σταμάτησε με τον στόλο στην ακτή της Ανατολίας σε μια από τις πολλές λιμένιες πόλεις. Ρώτησε το όνομα του λιμανιού, και όταν του είπαν ότι λεγόταν Φυγέλα, διέταξε τον στόλο να το αποφύγει, καθώς το όνομα δεν ήταν ευνοϊκό για την εκστρατεία (σελ. 223-224). Σε αντίθεση με τον Gibbon, ο οποίος επέκρινε αυστηρά αυτήν την προληπτική συμπεριφορά ως βυζαντινή, αυτή η δεισιδαίμων συμπεριφορά δεν ήταν ιδιαιτέρως βυζαντινή, αλλά ήταν επίσης χαρακτηριστική των Αθηναίων του πέμπτου αιώνα, όπως μαρτυρούν τα γεγονότα γύρω από την μοιραία εκστρατεία της Σικελίας.

[←95]

Στο ίδιο, 144.

[←96]

Στο ίδιο, 144. Σκυλίτζης, II, 689.

[←97]

Βρυέννιος, 35.

[←98]

Ατταλειάτης, 145.

[←99]

Στο ίδιο, 148. Brosset, Georgie, I, 327-328, 346, σχόλια για την λιποταξία αυτών των περιοχών.

[←100]

Cahen, "La campagne de Mantzikert d'apres les sources musulmanes", Byzantion, IX (1934), 627-628 (εφεξής αναφερόμενο ως Cahen, "Manzikert").

[←101]

Ατταλειάτης, 149: ἦν δὲ τὸ ἐγχειρισθὲν ἐκείνῳ στρατιωτικὸν τὸ ἔκκριτόν τε καὶ δυσμαχώτατον, κἀν ταῖς συμπλοκαῖς καὶ τοῖς ἄλλοις πολέμοις προκινδυνεῦον καὶ προμαχόμενον, καὶ εἰς πλῆθος πολὺ προέχον τῶν ὑποκρατηθέντων τῷ βασιλεῖ.

[←102]

Στο ίδιο, 152-153, παρατηρεί ότι ακόμη και σε αυτή τη στιγμή της νίκης υπήρχαν δείγματα επικείμενης καταστροφής. Ένας στρατιώτης, ο οποίος είχε πάρει ένα γάιδαρο από έναν Τούρκο, τιμωρήθηκε από τον Ρωμανό αυστηρότατα. Παρά την ικεσία του άνδρα μπροστά στην εικόνα της Βλαχερνίτισσας, την ιερή εμπροσθοφυλακή του στρατού, ο αυτοκράτορας αγνόησε την κατάσταση του ασύλου του και έκοψε τη μύτη του. Αυτό έφερε το φόβο θεϊκής τιμωρίας σε πολλούς στρατιώτες.

[←103]

Μπαρ Εβραίος, I, 220. Ο Cahen, "Manzikert", σελ. 628, δεν υποδηλώνει ότι αυτό συνέβη πριν από την εκστρατεία του Ρωμανού. Υπονοεί επίσης ότι ο Αλπ Αρσλάν έλαβε νέα σχετικά με αυτό αφού ο Ρωμανός βρισκόταν ήδη στην Αρμενία, κάτι που δεν είναι αυτό που λέει ο Μπαρ Εβραίος.

[←104]

Ο Βρυέννιος, 38-39, παρατηρεί ότι ο σουλτάνος είχε προετοιμάσει ενέδρα. Όμως η αφήγηση του Βρυέννιου δεν πρέπει να προτιμάται από εκείνη του Ατταλειάτη στις λεπτομέρειες που ακολουθούν. Ατταλειάτης, 154.

[←105]

Ατταλειάτης, 155-156.

[←106]

Η αναξιοπιστία τους είχε εμφανιστεί δραματικά την εποχή του Κωνσταντίνου Θ’, όταν, έχοντας αποσταλεί στην Ανατολία για να πολεμήσουν τους Σελτζούκους, απλώς λιποτάκτησαν, ξαναδιέσχισαν τον Βόσπορο και επέστρεψαν στα Βαλκάνια.

[←107]

Ατταλειάτης, 158.

[←108]

Βρυέννιος, 41.

[←109]

Τέτοια είναι η περιγραφή του Ατταλειάτη, 160-161: τὸ δὲ πλεῖστον φυγή τις κατεῖχεν αὐτούς, συντεταγμένας ἰδόντας τὰς τῶν Ῥωμαίων φάλλαγγας ἐν τάξει καὶ κόσμῳ καὶ πολεμικῷ παραστήματι. Ο Βρυέννιος, 41, παρατηρεί επίσης ότι οι Τούρκοι φοβούνταν να αντιταχθούν μαζικά στους Βυζαντινούς. Οι περιγραφές για την ήττα που έδωσαν οι Ατταλειάτης και Βρυέννιος είναι αρκετά διαφορετικές. Και οι δύο είναι αξιόπιστες, αλλά καθώς ο Ατταλειάτης ήταν αυτόπτης μάρτυρας, πρέπει να προτιμηθεί η δική του περιγραφή. Όταν η περιγραφή του Βρυέννιου συμπίπτει με την περιγραφή του Ατταλειάτη, μπορεί να γίνει αποδεκτή, αλλά διαφορετικά πρέπει να ενδίδουμε στην εκδοχή του Ατταλειάτη. Η μάχη του Μαντζικέρτ έχει διερευνηθεί διεξοδικά από την άποψη των μουσουλμανικών πηγών από τον Cahen, Μαντζικέρτ, αλλά περιέργως δεν έχει εξεταστεί κριτικά από την πλευρά των ελληνικών πηγών. Το άρθρο του Cahen, εξαιρετικό από άλλες απόψεις, είναι μπερδεμένο και περιέχει σημαντικά σφάλματα ως αποτέλεσμα κακής χρήσης των ελληνικών κειμένων. Τα λάθη του οφείλονται στη λανθασμένη μετάφραση του Ατταλειάτη και στη συνέχεια, μετά την εσφαλμένη μετάφραση του κρίσιμου αποσπάσματος, απορρίπτει τον Ατταλειάτη ως κύρια αυθεντία στη βάση αυτής της εσφαλμένης μετάφρασης, προτιμώντας την αφήγηση άλλων ιστορικών.

Από εκείνους τους συγγραφείς που μας άφησαν περιγραφές για τα γεγονότα που συνέβησαν στη μοιραία μάχη, ο Ατταλειάτης είναι ο μόνος που ήταν παρών, συμμετείχε και, ως εκ τούτου, είναι ο μόνος αυτόπτης μάρτυρας του οποίου η καταγραφή έχει διασωθεί. Παρόλο που μπορεί να είναι αλήθεια ότι μεταγενέστεροι συγγραφείς βασίστηκαν σε πολύτιμο αρχειακό υλικό που έχει τώρα χαθεί, παρ’ όλα αυτά ήσαν απομακρυσμένοι από τα γεγονότα χρονικά και γεωγραφικά και έτσι δεν τα είδαν. Ο Νικηφόρος Βρυέννιος, την περιγραφή του οποίου προτιμά ο Cahen, γεννήθηκε το 1062 και επομένως ήταν μόλις εννέα ετών όταν έγινε η μάχη. Άρχισε να γράφει το έργο του πιθανότατα στα τελευταία χρόνια της βασιλείας του Αλέξιου Κομνηνού (1081-1118), έτσι ώστε ίσως να είχαν περάσει σαράντα περίπου χρόνια μεταξύ της μάχης και της γραφής του. Όντως δίνει κάποιες λεπτομέρειες που παραλείπει ο Ατταλειάτης, αλλά γενικά η αφήγηση του Ατταλειάτη είναι πιο μακροσκελής και πιο λεπτομερής. Ο Βρυέννιος και ο Ατταλειάτης δίνουν δύο εντελώς διαφορετικές εκδοχές της μάχης. Οι Σκυλίτζης, Ζωναράς και Ματθαίος Εδέσσης επαναλαμβάνουν την εκδοχή του Ατταλειάτη, αν και ο Ματθαίος είναι μπερδεμένος και προσθέτει μερικές λεπτομέρειες που δεν υπάρχουν στον Ατταλειάτη. Η παλαιότερη από τις μουσουλμανικές πηγές, ο Ibn al-Qalanisi, δεν έγραψε την ιστορία του στη Δαμασκό μέχρι λίγο μετά το 1145, ενώ οι υπόλοιπες μουσουλμανικές και ανατολικές χριστιανικές πηγές εξαπλώθηκαν από αυτήν την περίοδο μέχρι τα τέλη του 13ου αιώνα και ακόμη αργότερα. Έτσι η περιγραφή του Ατταλειάτη έχει αναμφισβήτητη υπεροχή με βάση την εγγύτητα με το ίδιο το γεγονός.

Ο Cahen απέρριψε την περιγραφή της μάχης από τον Ατταλειάτη για τους ακόλουθους λόγους. Σε ένα σημείο της μάχης ο Ατταλειάτης καταγράφει ότι ένας από τους προσωπικούς εχθρούς του Ρωμανού διέδωσε σκόπιμα την ψευδή φήμη ότι ο Ρωμανός είχε ηττηθεί, και ότι στη συνέχεια πήρε τους άνδρες του και άφησε τον αυτοκράτορα στο πεδίο δράσης, επιταχύνοντας έτσι την κατατρόπωση (Ατταλειάτης, 161-162): ὡς δ' οἱ πολλοὶ πληροφοροῦσιν, ὅτι τῶν ἐφεδρευόντων αὐτῷ τις, ἐξάδελφος ὢν τῷ τοῦ βασιλέως προγονῷ Μιχαήλ, προβεβουλευμένην ἔχων τὴν κατὰ τούτου ἐπιβουλήν, αὐτὸς τὸν τοιοῦτον λόγον τοῖς στρατιώταις διέσπειρε, καὶ ταχὺ τοὺς οἰκείους ἀναλαβὼν (ἐμπεπίστευτο γὰρ παρὰ τῆς τοῦ βασιλέως καλοκαγαθίας οὐ μικρόν τι μέρος λαοῦ) φυγὰς εἰς τὴν παρεμβολὴν ἐπανέδραμε. Ποιος ήταν αυτός ο ἐξάδελφος ὢν τῷ τοῦ βασιλέως προγονῷ Μιχαήλ; Ο Cahen θεωρεί ότι η φράση αναφέρεται στον γιο του Κωνσταντίνου Ι’ Δούκα, τον Μιχαήλ Δούκα, τον μελλοντικό Μιχαήλ Ζ’. Ο Cahen λοιπόν ερμήνευσε αυτό το βασικό απόσπασμα ως εξής: Ο Ατταλειάτης κατηγορούσε τον Μιχαήλ Δούκα για την καταστροφή στο Μαντζικέρτ. Αλλά κάνοντάς το, προσπαθούσε στην πραγματικότητα να αμαυρώσει τον χαρακτήρα του Μιχαήλ Ζ’, τον οποίο ο ήρωας του Ατταλειάτη, ο Νικηφόρος Γ΄ Βοτανιάτης, απομἀκρυνε από τον θρόνο. "En fait, il est inutile de salir, avec le serviteur de Botaniate, la mémoire de Michel Dukas" (Cahen, 635). Και με αυτό ο Cahen δυσφημεί την περιγραφή του Ατταλειάτη.

Ας ξαναδούμε το κείμενο: ἐξάδελφος ὢν τῷ τοῦ βασιλέως προγονῷ Μιχαήλ. Η σωστή μετάφραση είναι: «Όντας εξάδελφος του Μιχαήλ, του θετού γιου αυτοκράτορα». Επομένως ο άνθρωπος ο οποίος, σύμφωνα με τον Ατταλειάτη, πρόδωσε τον Ρωμανό, ήταν εξάδελφος του Μιχαήλ Δούκα και όχι ο ίδιος ο Μιχαήλ Δούκας.

Ο Μιχαήλ Δούκας, από όσα γνωρίζουμε, δεν έφυγε τότε από την Κωνσταντινούπολη και επομένως δεν ήταν παρών στη μάχη. Ποιος ήταν αυτός ο εξάδελφος του Μιχαήλ Δούκα; Μας λένε τα άλλα ελληνικά κείμενα. Ο Νικηφόρος Βρυέννιος, 41, επισημαίνει ότι ο Ανδρόνικος, γιος του Καίσαρα Ιωάννη Δούκα (αδελφού του Κωνσταντίνου Ι’ Δούκα· έτσι ο Ανδρόνικος ήταν ο εξάδελφος του Μιχαήλ Δούκα) είχε αναλάβει την ευθύνη της οπισθοφυλακής με τους άρχοντες και τους εταίρους: οὐραγεῖν δὲ ἐτέτακτο ὁ τοῦ καίσαρος υἱὸς ὁ πρόεδρος Ἀνδρόνικος, τάς τε τῶν ἑταίρων τάξεις ἔχων καὶ τὰς τῶν ἀρχόντων. Ο Βρυέννιος προσθέτει, οὐ πάνυ δὲ φιλίως ἔχων πρὸς βασιλέα. Με άλλα λόγια, ακόμη και ο Βρυέννιος (η κύρια αυθεντία του Cahen) γνώριζε για την αστάθεια του Ανδρόνικου Δούκα. Ο Σκυλίτζης, II, 698, επαναλαμβάνει την κατηγορία του Ατταλειάτη ότι ο Ανδρόνικος Δούκας πρόδωσε τον αυτοκράτορα με προμελετημένο σχέδιο: Μᾶλλον δέ τις τῶν ἐφεδρευόντων αὐτῷ, Ἀνδρόνικος ὁ τοῦ καίσαρος μὲν υἱός, τῶν δὲ βασιλέων ἐξάδελφος, προβεβουλευμένην ἔχων τὴν ἐπιβουλὴν αὐτὸς δι' ἑαυτοῦ τὸν τοιοῦτον λόγον ὑπέσπειρε καὶ τοὺς περὶ αὐτὸν στρατιώτας ἀναλαβὼν ταχὺ τῇ παρεμβολῇ ἐπεφοίτησεν. Ο Ζωναράς, III, 701, παρατηρεί ότι ο Καίσαρας και οι γιοι του συνωμοτούσαν συνεχώς εναντίον του Ρωμανού: ἀεὶ γὰρ ὅ τε Καῖσαρ καὶ οἱ τούτου υἱεῖς ἐφήδρευον τῷ βασιλεῖ καὶ ἀφανῶς ἐπεβούλευον. Η παράδοση της λιποταξίας του Ανδρόνικου επαναλαμβάνεται ακόμη και στο χρονικό του Μιχαήλ Σύριου, III, 169, ο οποίος καταγράφει ότι ο Ρωμανός και οι ευγενείς του ήσαν διχασμένοι και ότι οι περισσότεροι από αυτούς τον εγκατέλειψαν στο πεδίο της μάχης. Πρόκειται προφανώς για αναφορά στην απόσυρση του Ανδρόνικου που ήταν διοικητής των αρχόντων. Βλέπε επίσης Sawirus ibn al-Mukaffa', II, iii, 308-309.

Η συμπεριφορά του Ανδρόνικου κατά τη διάρκεια της μάχης είναι σύμφωνη με τη μεγάλη ένταση μεταξύ της οικογένειας Δούκα και του Ρωμανού πριν από τη μάχη και με την επιτακτικότητά τους ύστερα από αυτήν να τον απομακρύνουν από τον θρόνο. Το 1070 φαίνεται ότι ο Ρωμανός είχε παραμείνει στην Κωνσταντινούπολη λόγω των αυξημένων εντάσεων μεταξύ αυτού και της οικογένειας Δούκα. Συνέλαβε τον Καίσαρα πολλές φορές και μάλιστα σκέφτηκε να τον θανατώσει. Αλλά έπρεπε να ικανοποιηθεί με έναν όρκο ότι ο Καίσαρας και οι γιοι του δεν θα ήσαν ποτέ άπιστοι προς αυτόν (Ψελλός-Renauld, II, 160-161). Κάποια στιγμή πριν αναχωρήσει για την τελευταία του εκστρατεία στην Ανατολία το 1071, εξόρισε τον Καίσαρα στη Βιθυνία (Βρυέννιος, 43).

Όταν μεταφραστεί σωστά, το απόσπασμα στον Ατταλειάτη δεν αναφέρεται στον μελλοντικό αυτοκράτορα Μιχαήλ Δούκα, αλλά στον εξάδελφό του Ανδρόνικο. Επομένως δεν πρέπει να απορρίπτουμε τον Ατταλειάτη με την αιτιολογία του Cahen ότι δήθεν ο ιστορικός έχει διαστρεβλώσει τα γεγονότα για να αμαυρώσει τη μνήμη του Μιχαήλ Δούκα. Ο Ατταλειάτης παραμένει η πιο αξιόπιστη πηγή μας και η δική του περιγραφή δικαίουται τον μεγαλύτερο βαθμό αξιοπιστίας.

[←110]

Ατταλειάτης, 161-162.

[←111]

Στο ίδιο, 161-162. Ακόμη και ο Βρυέννιος, 41, παρατηρεί για τον Ανδρόνικο: οὐ πάνυ δὲ φιλίως ἔχων πρὸς βασιλέα. Αν και η περιγραφή του για τη μάχη διαφέρει από εκείνη του Ατταλειάτη, επισημαίνει επίσης (42), ότι η οπισθοφυλακή αποσύρθηκε αμέσως μετά την πρώτη επαφή των Τούρκων με τους Έλληνες: εὐθὺς δ’ ἀνεχώρουν καὶ οἱ περὶ τὴν οὐραγίαν. Στην ουσία, λοιπόν, ο Βρυέννιος δεν έρχεται σε αντίθεση με την κατηγορία του Ατταλειάτη για προδοσία και απόσυρση του Ανδρόνικου. Την επιβεβαιώνει.

[←112]

Μιχαήλ Σύριος, III, 169.

[←113]

Ατταλειάτης, 162.

[←114]

Στο ίδιο, 163.

[←115]

Στην πραγματικότητα, η μεταχείριση που είχε ο Ρωμανός Διογένης από τον μεγαλοπρεπή Αλπ Αρσλάν επαινείται ιδιαίτερα από όλες τις πηγές, αλλά ειδικά από τους Έλληνες ιστορικούς. Για αυτό το ενδιαφέρον επεισόδιο και τον διάσημο διάλογο μεταξύ των δύο ηγεμόνων βλέπε Ατταλειάτης, 164-166. Cahen, "Manzikert", σελ. 636-637.

[←116]

Ο Μιχαήλ Ζ’ αντέμειψε τον συγγενή του με δώρα σε γη και ασυλίες στις περιοχές της Μιλήτου το έτος 1073, Dölger, Regesten, αριθ. 992-994.

[←117]

Ο Ατταλειάτης, 158-159, ο οποίος πήρε προσωπικά τον όρκο των υπόλοιπων Ούζων, δηλώνει συγκεκριμένα ότι παρέμειναν νομιμόφρονες σε όλη τη μάχη. Έτσι πρέπει να διορθωθεί ο Ματθαίος Εδέσσης (σελ. 169), ο οποίος ισχυρίζεται ότι όλα οι Πατζινάκοι και Ούζοι λιποτάκτησαν. Μόνο οι οπαδοί του Ταμίς λιποτάκτησαν, μια μειονότητα του συνόλου.

[←118]

Μιχαήλ Σύριος, III, 169: Les troupes des Armeniens, qu'ils voulaient contraindre à adopter leur hérésie, prirent la fuite des premières et tournèrent le dos dans la bataille.

[←119]

Για αυτό το ζήτημα και για τις συνθήκες μεταξύ Βυζαντίου και Σελτζούκων, J. Laurent, "Byzance et les Turcs seldjoucides en Asie Mineure. Leurs traites anterieurs a Alexius Comnene", Βυζαντίς, II (1911-1912), 101-126. Ο G. Vismara, Bisanzio e l’Islam. Per la storia dei trattati tra la Christianita orientale e le potenze musulmane (Μιλάνο, 1950), σελ. 44-45, 69-78, παρουσιάζει ένα διάγραμμα διπλωματικών σχέσεων μεταξύ Βυζαντίου και Σελτζούκων-Οθωμανών Τούρκων.

[←120]

Ατταλειάτης, 168-175. Βρυέννιος, 45-55.

[←121]

Ο Βρυέννιος, 57, αναφέρει ότι αφότου ο σουλτάνος άκουσε για τον θάνατο του Ρωμανού, οι Τούρκοι επιτέθηκαν και λεηλάτησαν ολόκληρη την Ανατολή. Ο ίδιος συγγραφέας (99), μιλά για πολλές ταραχαί, ἀποστασίαι, στάσεις στην ανατολη μετά τον θάνατο του Ρωμανού. Σκυλίτζης II, 707-709.

[←122]

Σκυλίτζης II, 726. Βρυέννιος, 117-118.

[←123]

Βρυέννιος, 118, 120,

[←124]

Στο ίδιο, 119. Σκυλίτζης, II, 735. Ο αυτοκράτορας Μιχαήλ είχε διαπραγματευτεί όχι μόνο με τον Σουλεϊμάν αλλά και με τον Μαλίκ Σαχ, 1073-1074. H. Antoniades-Bibicou, "Un aspect des relations byzantino-turques en 1073-1074", Actes du XIIe congres international d'etudes byzantines (Βελιγράδι, 1964), II, 15-25.

[←125]

Ατταλειάτης, 263-268.

[←126]

Βρυέννιος, 130.

[←127]

Στο ίδιο, 149 κ.ε.

[←128]

Στο ίδιο, 158.

[←129]

L. Brehier, "Les aventures d'un chef normand en Orient au XIe siècle … Roussel de BaΙΙΙeul", Revue des cours et conferences, XX (1911-1912). G. Schlumberger, "Deux chefs normands des armees byzantines au XIe siècle: sceaux de Herve et de Roussel de BaΙΙΙeul", Revue historique, XVI (1881), 289-303. K. Mekios, Der frankische Krieger Ursel de Bailleul (Αθήναι, 1939). Marquis de la Force, "Les conseΙΙΙers latins d'Alexius Comnene", Byzantion, XI (1936), 153-165. R. Janin, "Les Francs au service des Byzantins", Echos d'Orient, XXIX (1930), 61-72.

[←130]

Βρυέννιος, 73-74.

[←131]

Στο ίδιο, 77. Ατταλειάτης, 196.

[←132]

Ατταλειάτης, 188, 190.

[←133]

Βρυέννιος, 77-80. Ατταλειάτης, 189.

[←134]

Βρυέννιος, 81-83.

[←135]

Στο ίδιο, 81-82. Ατταλειάτης, 190-192.

[←136]

Βρυέννιος, 83-90. Ατταλειάτης, 199-206.

[←137]

Βρυέννιος, 99: Ὅσα μὲν οὖν ξυνέβη κατὰ τὴν ἕω μετὰ τὴν τοῦ Διογένους τοῦ βασιλέως καθαίρεσιν, καὶ ὅσαι ταραχαὶ καὶ ἀποστασίαι καὶ στάσεις ἀνήφθησάν τε καὶ αὖθις ἐσβέσθησαν, καὶ ὡς ἡ μεγίστη πασῶν τυραννίς, φημὶ δὴ τοῦ Οὐρσελίου, εἰς μέγα ἀρθεῖσα καὶ μεγίστων κακῶν αἰτία τῇ Ῥωμαίων γενομένη…

[←138]

Στο ίδιο, 93- 95.

[←139]

Για γενικές παρατηρήσεις βλέπε J. Laurent, Byzance et les Turcs, σελ. 81-89. Der Nersessian, "The Kingdom of Cilician Armenia", στο A History of the Crusades, II (Φιλαδέλφεια, 1962), 631-634.

[←140]

Κεκαυμένος, σελ. 18. Κεδρηνός, II, 571. Laurent, Byzance et les Turcs, σελ. 74.

[←141]

Ματθαίος Εδέσσης, σελ. 152-154, 183. Laurent, Byzance et les Turcs, σελ. 78, που δίνει καλούς λόγους για χρονολόγηση αυτών των γεγονότων μετά το 1071.

[←142]

Για τη σταδιοδρομία του, Laurent, Byzance et les Turcs, σελ. 81-89. Laurent, "Byzance et Antioche sous le curopalate Philarete", Revue des Etudes Armeniennes, IX (1929), 61-68. "Des Grecs aux Croises", Byzantion, I (1924), 367-449.

[←143]

Ατταλειάτης, 301: καὶ πόλεις βασιλικὰς εἰς ἑαυτὸν οἰκειούμενος, καὶ εἰς μῆκος ἐξαίρων τὴν ἰδίαν κατάκτησιν.

[←144]

Ματθαίος Εδέσσης, σελ. 173-174.

[←145]

Στο ίδιο, σελ. 175-176.

[←146]

Στο ίδιο, σελ. 196. Μπαρ Εβραίος, I, 231.

[←147]

Ματθαίος Εδέσσης, σελ. 173, Ατταλειάτης, 301.

[←148]

Ατταλειάτης, 301.

[←149]

Στο ίδιο, 166-177. Βρυέννιος, 46-50. Ο Μπαρ Εβραίος, I, 223, προσθέτει τη Μελιτηνή και ο Ματθαίος Εδέσσης, σελ. 170, προσθέτει τη Σεβάστεια.

[←150]

Ατταλειάτης, 183: … θεήλατός τις ὀργὴ τὴν ἑώαν κατέλαβεν. Όλα τα θέματα υπέφεραν, δεινῶς κατελυμαίνοντο καὶ κατῄκιζον ταῦτα ταῖς συνεχέσιν ἐπιδρομαῖς. Βρυέννιος, 57: τὴν ἑῴαν πᾶσαν ἐδῄουντο καὶ ἐληΐζοντο. Ματθαίος Εδέσσης, σελ. 170. Ο Άλπ Αρσλάν, όταν έμαθε για την τύφλωση του Ρωμανού, έδωσε εντολή στα στρατεύματά του να καταλάβουν τη χώρα των Ελλήνων και να χύσουν το αίμα των χριστιανών. Βλέπε σημ. 119 πιο πάνω.

[←151]

Βρυέννιος, 62-63.

[←152]

Ατταλειάτης, 184: οἱ δὲ Τοῦρκοι τὴν ἰδίαν ἔκτοτε κατέτρεχον ἀδεῶς.

[←153]

Βρυέννιος, 66.

[←154]

Ατταλειάτης, 190: εἶδε τὸ στῖφος τῶν Τούρκων ἀπειροπληθὲς καὶ θαλάσσης ἀπλέτου μιμούμενον κύματα· ἦσαν γὰρ ὑπὲρ τὰς ἑκατὸν χιλιάδας οἱ βάρβαροι. Βρυέννιος, 81: … μετὰ πλείστης ὅτι δυνάμεως ….. Α. Sevim, "Artuklularin soyu ve Artuk Bey' in siyasl faaliyetleri", Belleten, XXVI (1962), 121-146. "Artukoglu Sokmen'in siyasi faaliyetleri", Belleten, σελ. 501-520. "Artukoglu Ilghazi", Belleten, σελ. 649-691. Βλέπε πιο κάτω, σημ. 189.

[←155]

Ατταλειάτης, 198. Βλέπε τις παρατηρήσεις του Melikoff, Danishmendname, I, 123-126. Η Άννα Κομνηνή, I, 10, σχολιάζει: τῶv δὲ εἰς τὸ κατόπιν ὑπαχθέντων ὥσπερ ψάμμου ποδῶν ὑποσπασθείσης.

[←156]

Ατταλειάτης, 199.

[←157]

Βρυέννιος, 86.

[←158]

Ατταλειάτης, 206-207. Βρυέννιος, 92.

[←159]

Βρυέννιος, 92-95.

[←160]

Ατταλειάτης, 267: χρόνος γὰρ παρελήλυθεν ἱκανὸς ἀφ' ὅτου Ρωμαίους οὐκ ἔσχεν ὁ τόπος ἐκεῖνος ἐπιφανέντας τὸ σύνολον. Τούρκων γὰρ ἐπὶ τῶν ἡμερῶν τοῦ Μιχαὴλ ἐγίνετο καταγώγιον…

[←161]

Miklosich et Müller, VI, 18-19.

[←162]

Άννα Κομνηνή, II, 65-66.

[←163]

Ο Μιχαήλ Σύριος, III, 172, καταγράφει ότι κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Μιχαήλ Ζ’ οι ελληνικές πόλεις και οχυρά ζούσαν σε φόβο και τρόμο. Οι Άραβες κατάφεραν να ανακτήσουν το Μενμπίτζ από τους Έλληνες μόνο το 1075. Μπαρ Εβραίος, I, 225.

[←164]

Ο Άγιος Χριστόδουλος (Miklosich et Müller, VI, 19), αναφέρει ότι το «κακό» έφτασε στο απόγειό του το 1076 και τα επόμενα χρόνια: ὁπηνίκα ἐκορυφώθη τὸ κακὸν καὶ πανταχοῦ ἐπετάσθη τὰ θήρατρα τῶν ἐχθρῶν. Ο Ατταλειάτης 211, αναφέρει μετά την εξέγερση του Νέστορος: ἐπεὶ δὲ καὶ τὴν ἑώαν οἱ ἐκεῖσε καταναλίσκοντες ἦσαν βάρβαροι καὶ πορθοῦντες καὶ καταβάλλοντες. Ε. Λ. Βρανούση, Τά ἁγιογραφικά κείμενα τοῦ ὁσίου Χριστοδούλου, ἱδρυτοῦ τῆς ἐν Πάτμῳ μονῆς. Φιλολογική παράδοσις καί ἱστορικαί μαρτυρίαι (Αθήναι, 1966).

[←165]

Ατταλειάτης, 213-214: καὶ πᾶσαν τὴν ἑώαν τοῖς πολεμίοις ἀνάστατον … καὶ τῆς Τούρκων ἔτι ζεούσης ἐπιφορᾶς, καὶ πολέμων πανταχόθεν ἀναρριπιζομένων σφοδρῶς.

[←166]

Οι τελευταίες καταγεγραμμένες εισφορές στρατευμάτων από τα ανατολικά θέματα ήσαν εκείνες του κακότυχου στρατού του καίσαρα Ιωάννη Δούκα. Η ευκολία με την οποία τους νίκησε ο Ρουσέλ δείχνει ότι ήδη αυτά τα σώματα είχαν εξαφανιστεί. Τα στρατεύματα που ενώθηκαν τελικά με τον Βοτανειάτη στη Νίκαια ήσαν όλοι μισθοφόροι. Κατά τη βασιλεία του Μιχαήλ Ζ’ σχηματίστηκαν οι Αθάνατοι και οι Χωματηνοί, σε απεγνωσμένη αυτοσχέδια προσπάθεια να αντισταθμίσουν τις χαμένες στρατολογἠσεις της Ανατολίας. H. Gregoire, "De Marsile à Andernas ou l'Islam et Byzance dans l'Epoee française", στο Miscellanea Giovanni Mercati (Βατικανό, 1956), III, 451-452. Skabalanovic, Gosudarstvo, σελ. 327-328.

[←167]

Ατταλειάτης, 269: τῶν Τούρκων τὴν ἀπὸ θαλάσσης μέχρι Νικαίας νεμομένων περίχωρον. Ατταλειάτης, 272: οἳ τὸν ἐν μέσῳ χῶρον ἀγεληδὸν περιέτρεχον.

[←168]

Βρυέννιος, 119. Ατταλειάτης, 239-240.

[←169]

Ατταλειάτης, 240. Ύστερα από τη συμφωνία με τον Βοτανειάτη, οι Τούρκοι του Σουλεϊμάν επέτρεπαν σε όλους εκείνους που έρχονταν από την Κωνσταντινούπολη, προκειμένου να ενωθούν με τον Βοτανειάτη, να περνούν από τη Βιθυνία.

[←170]

Στο ίδιο, 266, 268.

[←171]

Άννα Κομνηνή, I, 18: Εἰς γὰρ τὸ μέρος τοῦτο ἡ βασιλεία Ῥωμαίων εἰς τοὔσχατον ἐληλύθει. Τά τε γὰρ ἑῷα τῶν στρατευμάτων ἄλλο ἀλλαχοῦ διεσκέδαστο τῶν Τούρκων ὑφαπλωθέντων καὶ πάντα σχεδὸν περισχόντων, ὅσα Εὐξείνου πόντου ἐστὶ μεταξὺ καὶ Ἑλλησπόντου καὶ Αἰγαίου τε καὶ Συριακοῦ πελάγους [καὶ] Σάρου τε καὶ τῶν ἄλλων καὶ μάλιστα ὁπόσοι Παμφυλίαν τε καὶ Κίλικας παραμείβοντες ἐς τὸ πέλαγος ἐκπίπτουσι τὸ Αἰγύπτιον. Βρυέννιος, 129: τῆς γὰρ τῶν χρημάτων ἐπεισροῆς τῶν ἀπὸ τῆς Ἀσίας χορηγουμένων τοῖς ταμείοις ἀποφυγούσης ἐκ τοῦ τῆς Ἀσίας ἁπάσης κατακυρίευσαι τοὺς Τούρκους.

[←172]

Miklosich et Müller, VI, 62, 119-120. Σύμφωνα με το ανώνυμο Σελτζούκναμε του τέλους του 13ου αιώνα, Anadolu Selcuklulari Devleti Tarihi, III, Historie des Seljoukides d'Asie Mineure par un anonyme, μεταφρ. στα τουρκικά F. N. Uzluk (Άγκυρα, 1952), σελ. 23, ο Σουλεϊμάν πήρε το Ικόνιον από τους Βυζαντινούς διοικητές Μάρτα και Κούστα, και το γειτονικό φρούριο της Κάβαλα από τον Ρωμανό Μακρή. Έτσι πήρε τις περιοχές από το Ικόνιον μέχρι τη Νίκαια. Βλέπε Cahen, "Seljukides de Rum, Byzantins et Francs d'apres le Seljukname anonyme", Annuaire de I'institut philologique et historique orientales et slaves, XI (1951), 97-98.

[←173]

Miklosich et Müller, VI, 61.

[←174]

Βρυέννιος, 158: ὁ δὲ καὶ ἄκων τοῖς Τούρκοις ἐνεχείριζεν, ὡς συμβῆναι διὰ βραχέος καιροῦ, κἀκ τούτου τοῦ τρόπου πασῶν τῶν περὶ τὴν Ἀσίαν τε καὶ Φρυγίαν καὶ τὴν Γαλατίαν πόλεων κατακυριεῦσαι τοὺς Τούρκους. Ὅτε τὴν βασιλείαν τῶν Ῥωμαίων παρέλαβεν, εὗρε τοὺς Τούρκους οὕς καὶ Πέρσας καλοῦμεν, πᾶσαν τὴν ὑφ’ ἕω χώραν καταδραμόντες καὶ κατατρέχοντες καὶ τῶν μεγίστων δὲ Ἀνατολικῶν πόλεων κατεξουσιάζοντας.

[←175]

Θεόδωρος Σκουταριώτης-Σάθας, 183:

AAA

Ματθαίος Εδέσσης, σελ. 181. Για γενικές εκτιμήσεις της κατάστασής του εκείνη τη στιγμή, M. Beck, "Alexios Komnenos zwischen Normanner und Türken", Akten des XI Internationalen Byzantinistenkongresses 1958 (Μόναχο, 1960), σελ. 43-47.

[←176]

Άννα Κομνηνή, I, 131. Όταν ο Αλέξιος συγκέντρωνε τους στρατούς εναντίον του Ζισκάρ, καλούσε όλους τους τοπάρχους της Ανατολίας: ὁπόσα φρούριά τε καὶ πόλεις κατέχοντες γενναίως τοῖς Τούρκοις ἀντικαθίσταντο … τὸν Διαβατηνὸν τοποτηρητὴν τηνικαῦτα τῆς κατὰ Πόντον Ἡρακλείας καὶ Παφλαγονίας χρηματίζοντα καὶ τὸν Βούρτζην τοπάρχην ὄντα Καππαδοκίας καὶ Χώματος καὶ τοὺς λοιποὺς λογάδας…

[←177]

Άννα Κομνηνή, I, 136-138. Dölger, Regesten, αριθ. 1065. Vismara, Bisanzio, σελ. 47.

[←178]

Άννα Κομνηνή, II, 63.

[←179]

Στο ίδιο, 64.

[←180]

Στο ίδιο, 73.

[←181]

Ο κατάλογος των ηγεμονιών στη λίστα του Yinanc, Fethi, σελ. 132-134 δεν πρέπει να γίνει αποδεκτός χωρίς επιφυλάξεις, καθώς ένας αριθμός αυτών των εμιράτων δεν είχε τίποτε περισσότερο από εφήμερη ύπαρξη.

[←182]

Άννα Κομνηνή, II, 67. Την εποχή των Σταυροφοριών, η Καππαδοκία βρισκόταν πια υπό τον Χασάν. Άννα Κομνηνή, III, 144.

[←183]

Ζωναράς, III, 736-737. Άννα Κομνηνή, II, 110-115, 158-161. Για λεπτομερή περιγραφή της ενδιαφέρουσας σταδιοδρομίας του, F. Chalandon, Essai sur le regne d'Alexis Ier Comnene (1081-1118) (Παρίσι, 1900), 125-127, 147, 195-196 (αναφερόμενο εφεξής ως Chalandon, I). A. Kurat, Caka orta zamanda Izmir ve yakinindaki adalarln Türk hakimi (Ισταμπούλ, 1936). Είναι πολύ πιθανό ότι ο Τζάχας που αναφέρεται στο Ντανισμέντναμε είναι αυτός ο συγκεκριμένος αρχηγός, Danishmendname-Melikoff, I, 73.

[←184]

Άννα Κομνηνή, III, 23, 26.

[←185]

Στο ίδιο, II, 79-81.

[←186]

Η πιο πρόσφατη συζήτηση για την περίπλοκη ιστορία του ιδρυτή της δυναστείας Ντανισμέντ και πλήρης βιβλιογραφία υπάρχουν στο Melikoff-Danishmendname, I, passim. Όμως, για την εθνική καταγωγή του Μαλίκ η αναφορά στο Ματθαίος Εδέσσης, σελ. 256, ότι ήταν Αρμένιος (άποψη που μοιραζόταν ο Yinanc, Fethi, σελ. 101), αν και εύλογη, είναι απίθανη. Melikoff, "Danishmend", EI2.

[←187]

Άννα Κομνηνή, II, 64-66. Ο Καρατεκίν ήταν άμεσα υπάκουος στον Μαλίκ Σαχ, σε αντίθεση με πολλούς από τους άλλους εμίρηδες.

[←188]

Ματθαίος Εδέσσης, σελ. 204. Μάλλον δεν πρέπει να συγχέεται με τον Ισμαήλ, αδελφό του Μαλίκ Σαχ, ο οποίος δραστηριοποιούνταν στις περιοχές της Παϊπέρτ. Άννα Κομνηνή, III, 29-30.

[←189]

Ματθαίος Εδέσσης, σελ. 210.

[←190]

Στο ίδιο, σελ. 211.

[←191]

Στο ίδιο, σελ. 210.

[←192]

Γουλιέλμος Τύρου, IV, 6. Ήταν Ορτοκίδης. Cahen, "Balas", EI2, και "Artukids", EI2.

[←193]

Τέτοιοι ήσαν οι Μονόλυκος, Κοντογκμέν, Μαχμούτ και Μπουζάν. Άννα Κομνηνή, III, 166. Ματθαίος Εδέσσης, σελ. 198, 203.

[←194]

Άννα Κομνηνή, II, 65-66. Ο Γαβράς είχε ανακτήσει την Τραπεζούντα νωρίτερα.

[←195]

Στο ίδιο, 69.

[←196]

Στο ίδιο, 71. Χτίζει το φρούριο που ονομαζόταν Σιδηρά. Άννα Κομνηνή, II, 205. H. Glykatzi-Ahrweiler, "Les fortresses construites en Asie Mineure face a l'invasion seldjoukide", Akten des XI Internationalen Byzantinisten-kongresses Munchen 1958 (Μόναχο, 1960), σελ. 182-185.

[←197]

Άννα Κομνηνή, II, 80.

[←198]

Στο ίδιο, 158-161.

[←199]

Στο ίδιο, 205.

[←200]

Για τις λεπτομέρειες, H. Hagenmeyer, "Chronologie de la premiere Croisade (1094-1100)", R.O.L., VI (1898), 285-293, 495-510. Runciman, "The First Crusade: Constantinople to Antioch", στο A History of the Crusades, επιμ. K. Setton (Φιλαδέλφεια, 1955), σελ. 280-304. Gesta Francorum et aliorum Hierosolimitanorum, επιμ. και μεταφρ. L. Brehier (Παρίσι, 1924), σελ. 37-65 (εφεξής αναφερόμενο ως Gesta Francorum). Άννα Κομνηνή, III, 8-19. Ματθαίος Εδέσσης, σελ. 214-215. Βλέπε επίσης τον σχολιασμό του H. Hagenmeyer, Anonymi Gesta Francorum et aliorum Hierosolymitanorum (Χαϊδελβέργη, 1890), σελ. 179-238.

[←201]

J. L, Gate, "The Crusade of 1101", A History of the Crusades, σελ. 354-355. Άννα Κομνηνή, III, 36.

[←202]

Άννα Κομνηνή, III, 23-29. Chalandon, I, 195-198. Η Ahrweiler, "Smyrne", σελ. 5, προτείνει τη χρονολογία 1093-94 για τη βυζαντινή ανακατάκτηση της Σμύρνης.

[←203]

Άννα Κομνηνή, III, 134. Chalandon, I, 248.

[←204]

Chalandon, I, 271.

[←205]

Η περίπλοκη ιστορία της Ανατολίας σε αυτήν την κρίσιμη περίοδο δεν έχει ακόμη γραφτεί. Όμως τα κύρια περιγράμματα έχουν καθοριστεί. Chalandon, Les Comnènes, II. M. Bachmann, Die Rede des Johannes Syropoulos an dem Kaiser Isaak II Angelus (1185-95) (Μόναχο, 1935), σελ. 55-64. F. Gognasso, "Un imperatore bizantino della decadenza: Isaaco II Angelo", Bessarione XIX (1915), 250-253. Ρ. Wittek, "Deux chapitres de l'histoire des Turcs de Rum", Byzantion, XI (1936), 285-319. "Le sultanat de Roum", Annuaire de I'institut philologique et historique orientales et slaves, VI, 688-703. Cahen, "The Turks in Iran and Anatolia before the Mongol Invasions", A History of the Crusades (Φιλαδέλφεια, 1962) II, 661-692. "Selgukides Turcomans et Allemands au temps de la troiesime croisade", W.Z.K.M., LVI (1960), 21-31. "Le Diyar Bakar au temps des premiers Urtukids", J.Α., CCXXVII (1935), 219-272. "Artukids", EI2. Sumer, "Mengucukler", IA. Melikoff, "Danishmendids", EI2. Der Nersessian, "Cilician Armenia". R. M. Bartikian, "K istorii vzaimootnoshenii mezhdu Vizantiei i kilikiiskim armianskim gosudarstvom ν kontse XII v.", Vizantiiskii Vremennik, XVII (1960), 52-56. A. Heisenberg, "Zu den armenisch-byzantinisch Beziehungen am Anfang des 3. Jahrhunderts", Sitz. der bay. Akad. der Wiss. Phil.-hist. Kl. (1929), VI.

[←206]

Ο Νικήτας Χωνιάτης, 17-18, φαίνεται να το υπονοεί αυτό. Κίνναμος, 5-6. Θεόδωρος Σκουταριώτης-Σάθας, 190-191. Ο Θεόδωρος Πρόδρομος, P.G., CXXXIII, 1382, μιλά για νίοκη στο Αμόριον. Βλέπε επίσης το ποίημά του στην έκδοση του C. Welz, Analecta Byzantina. Carmina inedita Theodori Prodromi et Stephani Physopalamitae (Λειψία, 1910).

[←207]

Κίνναμος, 13-15. Νικήτας Χωνιάτης, 25-29. Μιχαήλ Σύριος, III, 232-234. Θεόδωρος Σκουταριώτης-Σάθας, 195-197, 199. Ο Kurtz, Byzantinische Zeitschrift XVI (1907), 75-83, επιμελήθηκε ενός ποιήματος για τη δεύτερη πτώση της Κασταμώνος. Ο Θεόδωρος Πρόδρομος, P.G., CXXXIII, 1373-1383, μεταξύ των πόλεων και εμίρηδων που υπέταξε ο Ιωάννης, αναφέρει τις Ἅλαμον, Ἅλαζον, Βάλζον, τους εμίρηδες Τογηρίλην (Τογρούλ) Αμασειανόν, Ἀλψαροῦν Γάγγρας, Πραχῖμον, Ἐλελδῆν, Ἐλπεγκοῦν, Τζυκῆν, Ἰνάλην, Καλλινογλῆν, Ἀϊτουγδῆν, Αὐσάραριν. Chalandon, II, 82-91.

[←208]

Νικήτας Χωνιάτης, 33-42. Κίνναμος, 16-18. Θεόδωρος Σκουταριώτης-Σάθας, 197-200. Μιχαήλ Σύριος, III, 245. Γρηγόριος ο Ιερέας, σελ. 323.

[←209]

Μιχαήλ Σύριος, III, 249.

[←210]

Melikoff, "Danishmendids", EI2. Νικήτας Χωνιάτης, 45-49. Κίνναμος, 21. Θεόδωρος Σκουταριώτης-Σάθας, 205-207. Μιχαήλ Σύριος, III, 249.

[←211]

Νικήτας Χωνιάτης, 50-51. Κίνναμος, 22. Θεόδωρος Σκουταριώτης-Σάθας, 208.

[←212]

F. Uspenskii, Istoriia Vizantiiskoi Imperii (Μόσχα-Λένινγκραντ, 1948), σελ. 272 κ.ε. Chalandon, Les Comnènes, II.

[←213]

O. Turan, "Kilic Arslan", IA.

[←214]

Κίνναμος, 36. Νικήτας Χωνιάτης, 71. Chalandon, Les Comnènes, II, 247-248.

[←215]

Κίνναμος, 38-46. Νικήτας Χωνιάτης, 71-72. Chalandon, Les Comnènes, II, 248-258. Vismara, Bisanzio, σελ. 50. Dölger, Regesten, αριθ. 1352.

[←216]

Νικήτας Χωνιάτης, 89. Κίνναμος, 81-84. Γουλιέλμος Τύρου, XVI-22, 26. Ο Odo de Deuil, De profectione Ludovici VII in orientem, επιμ. και μεταφρ. V. G. Berry (Νέα Υόρκη, 1948), σελ. 109-113 (εφεξής αναφερόμενο ως Odo de Deuil), δίνει ενδιαφέρουσα περιγραφή της ερήμωσης που επικρατούσε σε μεγάλο μέρος της δυτικής Μικράς Ασίας. Chalandon, Les Comnènes, II, 281, 286, 300, 304, 310.

[←217]

Chalandon, Les Comnènes, II, 430-434. Κίνναμος, 176. Ταυτόχρονα, ο Γιαγιμπάσαν έπαιρνε την Οινόη και την Παύρα στη Μαύρη Θάλασσα από τους Έλληνες.

[←218]

Κίνναμος, 179-180. Νικήτας Χωνιάτης, 134-135. Θεόδωρος Πρόδρομος, R.H.C., H.G., II, 752, 766. Chalandon, Les Comnènes, II, 441 κ.ε. Dölger, Regesten, αριθ. 1422. Vismara, Bisanzio, σελ. 51.

[←219]

Κίνναμος, 191. Chalandon, Les Comnènes, II, 458-459.

[←220]

Κίνναμος, 194-198.

[←221]

O Νικήτας Χωνιάτης, 155-156, έχει ενδιαφέρουσα περιγραφή της παραμονής του σουλτάνου στην Κωνσταντινούπολη, συμπεριλαμβανομένης μιας περιγραφής των αγώνων στον ιππόδρομο που παρακολούθησε και της γελοιοποίησης στην οποία τον υπέβαλαν οι άνθρωποι των συντεχνιών. Μιχαήλ Σύριος, R.H.C., H.A., I, 355. Papadopoulos-Kerameus, «Εὐθυμίου Τορνίκη συγγραφαί», στο Noctes Petropolitanae, (Αγ. Πετρούπολη, 1913), σελ. 165-187 (εφεξής Euthymius Tornices-Papadopoulos-Kerameus). Dölger, Regesten, αριθ. 1444, 1446, 1447. Vismara, Bisanzio, σελ. 51.

[←222]

Turan, "Kilic Arslan", 691. Μιχαήλ Σύριος, III, 332. Μπαρ Εβραίος, I, 293.

[←223]

Turan, "Kilic Arslan", 692. Μιχαήλ Σύριος, III, 357. Μπαρ Εβραίος, I, 303.

[←224]

Νικήτας Χωνιάτης, 162-164. Θεόδωρος Σκουταριώτης-Σάθας, 253-254. Chalandon, Les Comnènes, II, 499.

[←225]

Νικήτας Χωνιάτης, 163. Θεόδωρος Σκουταριώτης-Σάθας, 253-254. Chalandon, Les Comnènes, II, 499.

[←226]

Νικήτας Χωνιάτης, 194-195. Θεόδωρος Σκουταριώτης-Σάθας, 268. Chalandon, Les Comnènes, II, 500-504.

[←227]

Κίνναμος, 292-293, 296.

[←228]

Νικήτας Χωνιάτης, 227-229. Κίνναμος, 297-298. Θεόδωρος Σκουταριώτης-Σάθας, 283. Ευθύμιος Μαλάκης στο K. Μπόνης, «Εὐθυμίου τοῦ Μαλάκη μητροπολίτου Νέων Πατρῶν (Ὑπάτης), δύο Ἐγκωμιαστικοί Λόγοι, νῦν τὸ πρῶτον ἐκδιδόμενοι, εἰς τὸν αὐτοκράτορα Μανουὴλ Α' Κομνηνὸν (1143/80)», Θεολογία, XIX (1941-48), 538-539, 546-547. Μπαρ Εβραίος, I, 306. Chalandon, Les Comnènes, II, 503-504. P. Wirth, "Kaiser Manuel I Komnenos und die Ostgrenze: Ruckeroberung und Aufbau der Festung Dorylaion", Byzantinische Zeitschrift, LV (1962), 21-29. Dölger, Regesten, αριθ. 1520. Ο Μιχαήλ Σύριος, III, 369, γράφει ότι ξεκίνησε να επιτεθεί στους Τουρκμένους, σκοτώνοντάς τους κατά χιλιάδες. Εκείνοι μπήκαν σε αντίποινα στο βυζαντινό έδαφος στον βορρά και πήραν 100.000 αιχμάλωτους, τους οποίους πούλησαν στα σκλαβοπάζαρα.

[←229]

Νικήτας Χωνιάτης, 230-231. Μιχαήλ Σύριος, III, 371.

[←230]

Μιχαήλ Σύριος, III, 371.

[←231]

Νικήτας Χωνιάτης, 232: ξυμμαχικὸν ἱκανὸν ἀπό τε τῆς μέσης τῶν ποταμῶν καὶ τῶν ἄνω συμφύλων βαρβάρων. Θεόδωρος Σκουταριώτης-Σάθας, 284.

[←232]

Νικήτας Χωνιάτης, 231-232. Θεόδωρος Σκουταριώτης-Σάθας, 284. Μιχαήλ Σύριος, III, 371. H. v. Kap-Herr, Die abendlandische Politik Kaiser Manuels mit besonderer Riicksicht auf Deutschland (Στρασβούργο, 1881), σελ. 104. A. Vasiliev, "Manuel Comnenus and Henry Plantagenet", Byzantinische Zeitschrift, XXIX (1929-30), 237-240, μεταφράζει την επιστολή του Μανουήλ προς τον Ερρίκο Β', σχετικά με την καταστροφή, η οποία διασώζεται στο χρονικό του Roger of Hoveden. The Annals of Roger de Hoveden, μεταφρ. Η. T. Riley (Λονδίνο, 1853), I, 419-423. F. Dirimtekin, Konya ve Duzbel 1146-1176 (Ισταμπούλ, 1944).

[←233]

Θεόδωρος Σκουταριώτης-Σάθας, 290: Ἐπεὶ δὲ νὺξ ἐπῆλθε καὶ τὸν πόλεμον ἔπαυσεν, ἀδημονῶν ἦν ἅπας, καὶ οὐ τοῖς ζῶσι συνέταττεν ἑαυτόν, ὅτε τὸν χάρακα περιτρέχοντες οἱ βάρβαροι φωναῖς ἀνεκάλουν τοὺς ὁμοεθνεῖς, οἵ πάλαι πρὸς Ῥωμαίους προσέφυγον καὶ τὴν ὀρθόδοξον πίστιν ἐδέξαντο, παραινοῦντες ἐξελθεῖν πρὸς αὐτούς, ὡς ἅμα φωτὶ ἀπολουμένων τῶν ἐν τῷ χάρακι. Νικήτας Χωνιάτης, 243.

[←234]

Η ανώνυμη ιστορία του 14ου αιώνα για τους Σελτζούκους, Histoire des Seljoukides d'Asie Mineure par un anonyme, τουρκική μεταφρ. F. N. Uzluk (Άγκυρα, 1952), σελ. 25, αναφέρει επίσης ότι ο αυτοκράτορας πλήρωσε 100.000 χρυσά και 100.000 ασημένια νομίσματα, άλογα και υφάσματα. Dölger, Regesten, αριθ. 1522, 1524. Vismara, Bisanzio, σελ. 52-53.

[←235]

Νικήτας Χωνιάτης, 244-245: παρασυρεὶς γὰρ οὗτος ταῖς τῶν μεγιστάνων αὐτοῦ ὑποθημοσύναις, οἵπερ ἀπήντλουν ἀμφοτέραις ἐκ βασιλέως κατὰ τὸν τῆς εἰρήνης καιρὸν τὰ χρήματα. Θεόδωρος Σκουταριώτης-Σάθας, 291.

[←236]

Νικήτας Χωνιάτης, 247: αἵ τε γὰρ φάραγγες ἐς ἰσόπεδον ἀνέβαινον καὶ αἱ κοιλάδες εἰς κολωνοὺς ἀνηγείροντο, καὶ τὰ ἄλση τοῖς θνησιμαίοις ἐκεκάλυπτο. ἅπας δὲ κείμενος ἀποσυρεὶς ἦν τὸ δέρμα τῆς κορυφῆς, πολλοὶ δὲ καὶ τοὺς ἰθυφάλλους ἀπεκαυλίσθησαν. ἐλέγετο δὲ τοὺς Πέρσας τοῦτο τεχνάσασθαι, ἵνα μὴ τοῦ ἀκροβύστου ὁ ἐμπερίτομος διαστέλλοιτο καὶ ἡ νίκη οὕτως εἴη ἀμφιπαλὴς καὶ ἀμφήριστος, ὡς ἐξ ἑκατέρων τῶν στρατοπέδων καταβληθέντων πολλῶν.

[←237]

Νικήτας Χωνιάτης, 248-249. Μιχαήλ Σύριος, III, 372.

[←238]

Νικήτας Χωνιάτης, 250-254.

[←239]

Στο ίδιο, 254-257. Θεόδωρος Σκουταριώτης-Σάθας, 296.

[←240]

Νικήτας Χωνιάτης, 257-259.

[←241]

Μιχαήλ Σύριος, III, 373-376, 388. Μπαρ Εβραίος, I, 308. Ύστερα από αυτά τα γεγονότα ο Κίλιτζ Αρσλάν επισκέφθηκε και πάλι τη Μελιτηνή και είχε την ενδιαφέρουσα συνάντησή του με τον Μιχαήλ Σύριο. Μιχαήλ Σύριος, III, 390-391.

[←242]

Νικήτας Χωνιάτης, 340. Θεόδωρος Σκουταριώτης-Σάθας, 327. Πήρε και άλλες περιοχές, αλλά τα ονόματα δεν παρέχονται.

[←243]

Νικήτας Χωνιάτης, 340: Ὅθεν ἐμφυλίων στάσεων καὶ πολέμων αἱ Ἀσιάτιδες ἔγεμον πόλεις. καὶ ἦν τὰ ἐντεῦθεν δρώμενα δυσαχθέστερα τῶν ἐκ τῶν γειτόνων συμβαινόντων ἐχθρῶν, ἢ καὶ οὕτως εἰπεῖν, ᾧ χεὶρ οὐκ ἐπεξῆλθεν ἀλλόγλωττος, τοῦτο ἡ ἐγχώριος ἐθέριζε δεξιά. Θεόδωρος Σκουταριώτης-Σάθας, 327-329. Οι γιοι του Βατάτζη διέφυγαν στο Ικόνιο. Μιχαήλ Σύριος, III, 395-396.

[←244]

Νικήτας Χωνιάτης, 359-375. Θεόδωρος Σκουταριώτης-Σάθας, 337 κ.ε. Brehier, Vie et Mart, σελ. 347. Dölger, Regesten, αριθ. 1558, 1559.

[←245]

Για την παρακμή της βυζαντινής εξουσίας στην Κιλικία, Der Nersessian, "Cilician Armenia", σελ. 642-644. Νικήτας Χωνιάτης, 376-379. C. Brand, Byzantium Confronts the West, 1180-1204 (Καίμπριτζ, 1868), σελ. 51-55.

[←246]

Νικήτας Χωνιάτης, 480-481.

[←247]

Έφτιαξε ασημένιο νόμισμα με τη δική του εικόνα. Νικήτας Χωνιάτης, 522.

[←248]

Νικήτας Χωνιάτης, 521-524. Θεόδωρος Σκουταριώτης-Σάθας, 387-389. Dölger, Regesten, αριθ. 1581. Vismara, Bisanzio, σελ. 53. Bachmann, Die Rede, σελ. 64.

[←249]

Νικήτας Χωνιάτης, 539-542. Θεόδωρος Σκουταριώτης-Σάθας, 395-397. Ibn al-Athir, R.H.C., H.O., II1, 22-24. Ansbert, σελ. 73. Salimbene, επιμ. O. Holder-Egger, Monumenta Germaniae Historica, XXXII (Αννόβερο-Λειψία, 1905-13), 11-12 (εφεξής αναφερόμενο ως Salimbene). Gesta Federici I. Imperatoris in expeditione sacra, επιμ. O. Holder-Egger, Scriptores Rerum Germanicarum in usum scholarum (Αννόβερο, 1892), σελ. 86-95 (εφεξής αναφερόμενο ως Gesta Federici). Μπαρ Εβραίος, I, 333. Brehier, Vie et Mart, σελ. 353-354. Cahen, "Selgukides et Allemands au temps de la trosieme croisade", W.Z.K.M., LVI (1960), 21-31. M. von Giesebricht, Geschichte der deutschen Kaiserzeit VI (Λειψία, 1895), 258-278. Turan, "KIlic Arslan", IA, 698.

[←250]

Miklosich et Müller, IV, 323-329. M. Bachmann, Die Rede, σελ. 56-58. W. Regel, Fontes rerum byzantinarum (Πετρούπολη, 1917), II, 258-262, 280. Η H. Ahrweiler, "Choma Aggelokastron", R.E.B., XXIV (1966), 278-283, διακρίνει αυτό το Χώμα-Αγγελόκαστρον από το Χώμα-Σουβλαίον.

[←251]

Νικήτας Χωνιάτης, 549-553. Θεόδωρος Σκουταριώτης-Σάθας, 399-400.

[←252]

Νικήτας Χωνιάτης, 553.

[←253]

Μιχαήλ Σύριος, III, 394-395.

[←254]

Νικήτας Χωνιάτης, 608-610. Dölger, Regesten, αριθ. 1634. Vismara, Bisanzio, σελ. 53.

[←255]

Νικήτας Χωνιάτης, 624-626.

[←256]

Νικήτας Χωνιάτης, 653-657. Θεόδωρος Σκουταριώτης-Σάθας, 420-421. Οι δυσκολίες άρχισαν όταν ο σουλτάνος κράτησε δύο αραβικούς επιβήτορες που είχε στείλει ο ηγεμόνας της Αιγύπτου στον αυτοκράτορα. Ο τελευταίος αντέδρασε φυλακίζοντας Έλληνες και Τούρκους εμπόρους της Κόνυα και κατάσχοντας τα εμπορεύματά τους.

[←257]

Νικήτας Χωνιάτης, 657-658. Θεόδωρος Σκουταριώτης-Σάθας, 421, 427-428. Ο Ρουχ αλ-Ντιν, γιος του Κίλιτζ Αρσλάν, κληρονόμησε την Αμισό και την Άμασρα. Κυνήγησε τον Καϋχουσρόϋ από την Κόνυα και ο τελευαίος διέφυγε στην Κωνσταντινούπολη.

[←258]

Νικήτας Χωνιάτης, 700-701. Dölger, Regesten, n. 1658.

[←259]

Tafel and Thomas, Urkunden I, 464-501.

[←260]

R. L. Wolff, "The Latin Empire of Constantinople, 1204-61", A History of the Crusades, II, 191-192.

[←261]

G. Ostrogorsky, Geschichte, σελ. 352. A. Gardner, The Lascarids of Nicaea, the Story of an Empire in Exile (Λονδίνο, 1912), σελ. 75. P. Orgels, "Sabas Asidenos, dynaste de Sampson", Byzantion, X (1935), 67 κ.ε.

[←262]

Der Nersessian, "Cilician Armenia", σελ. 643-651.

[←263]

Vasiliev, "The Foundation of the Empire of Trebizond (1202-1222)", Speculum, XI (1936), 3-37.

[←264]

Gardner, Lascarids, σελ. 84-85. Ostrogorsky, Geschichte, σελ. 355. Ο Dölger, Regesten, αριθ. 1684, τη χρονολογεί μετά το 1212.

[←265]

Wittek, Das Fürstentum Mentesche. Studie zur Geschichte Westkleinasiens im 13-15 Jahr. (Ισταμπούλ, 1934), σελ. 1.

[←266]

Α. Μηλιαράκης, Ἱστορία τοῦ βασιλείου τῆς Νικαίας καὶ τοῦ δεσποτάτου τῆς Ἠπείρου 1204-1261 (Αθήναι, 1898). Uspensikii, Istoriia, σελ. 536-606. Ahrweiler, "Smyrne", passim. Gardner, Lascarids, σελ. 182 κ.ε. D. Xanalatos, "Wirtschaftliche Aufbau- und Autarkiemassnahmen im 13. Jahrhundert (Nikanisches Reich 1204-1261)", Leipziger Vierteljahrschrift für Südosteuropa, Jah. 3, 1939, Heft 2, 129-139. Charanis, "The Monastic Properties and the State in the Byzantine Empire", D.O.P., IV (1948), 98-109. W. Heyd, Histoire du commerce du Levant (Λειψία, 1923), I, 304-307, 309. Για τις οχυρώσεις που ανέγειραν οι Λασκαρίδες για να υπερασπιστούν τις πόλεις και τους δρόμους, W. MiΙΙΙer-Wiener, "Mittelalterliche Befestigungen im südlichen Jonien", Istanbuler Mitteilungen, XI (1961), 5-122. A. M. Schneider and W. Karnapp, Die Stadtmauer von Iznik (Βερολίνο, 1938), σελ. 16 κ.ε. Schneider, Die römischen und byzantinischen Denkmaler von Iznik-Nicaea (Βερολίνο, 1943), για την οικοδομική δραστηριότητα στη Νίκαια των Λασκαριδών. Glycatzi- Ahrweiler, "La politique agraire des empereurs de Nicee", Byzantion, XXVIII (1958), 51-66, 135-136. Η βασική ιστορία της Αυτοκρατορίας της Τραπεζούντος δεν έχει ακόμη γραφτεί. W. MΙΙΙer, Trebizond (Λονδίνο, 1926), σελ. 20-27. J. Fallmereyer, Geschichte des Kaiserthums von Trapezunt (Μόναχο, 1827), σελ. 101-125. Το ελληνικό περιοδικό Ἀρχεῖον Πόντου είναι πραγματικό ορυχείο πρωτογενούς και δευτερογενούς υλικού. Δείτε ιδιαίτερα τις μελέτες του Ο. Λαμψίδη σε αυτό το περιοδικό, και πιο συγκεκριμένα το άρθρο του, «Ἀπόψεις ἐπὶ τοῦ κράτους τῶν μεγάλων Κομνηνῶν», Ἀρχεῖον Πόντου, XXIV, (1961), 14-34. Επίσης A. Bryer, "The Littoral of the Empire of Trebizond in Two Fourteenth Century Portolano Maps", Ἀρχεῖον Πόντου, XXIV (1961), 97-127 και τις άλλες μελέτες του. Τα χειρόγραφα Τραπεζούντος, τώρα στο Άγκυρα, καταγράφονται στο N. Βέης, «Ποντιακὰ χειρόγραφα ἐν τῷ μουσείῳ τοῦ κάστρου τῆς Ἀγκύρας», Ἀρχεῖον Πόντου, IX (1939), 193-248.

[←267]

Cahen, "The Turks in Iran and Anatolia before the Mongol Invasions", A History of the Crusades, II, 661-692 (εφεξής αναφερόμενο ως Cahen, "Anatolia before the Mongol"). "Le commerce anatolien au debut du XIIIe siècle", Melanges d'histoire du moyen age dedus a la memoire de Louis Halphen (Παρίσι, 1951), 91-101. "Alaeddin", EI2. K. Erdmann, Der orientalische Knüpfteppich (Τύμπινγκεν, 1955), 14-20. Das anatolische Karavansaray des 13. Jahrhunderts, 2 τόμοι, (Βερολίνο, 1961). V. Gordlevski, Izbrannye Soch., I, 56-61. Ο M. Köprülü, Les origines de l’ empire ottoman (Παρίσι, 1935), δίνει μια συνολική έρευνα για τη σελτζουκική Ανατολία αυτή την εποχή στο κεφάλαιο ΙΙ. Για τις συνθήκες στην Κιλίκια Αρμενία, Der Nersessian, "Cilician Armenia", passim. Canard, "Armenia", EI2. Η εργασία του Z. Togan, Umumi Türk tarihine giriş (Ισταμπούλ, 1946), I, 197-210, πρέπει να διαβαστεί με μεγάλη προσοχή και επιφυλάξεις.

[←268]

H. Gottschalk, "Der Bericht des Ibn Nazif al Hamawi uber die Schlacht von Jasycimen", W.Z.K.M. LVI (1860), 55-67. Spuler, Die Mongolen in Iran, 2η εκδ. (Βερολίνο, 1955), σελ. 33-34. Cahen, "Anatolia before the Mongol", σελ. 683-684, 690-691. J. A. Boyle, "Djalal al-Din Khwarazm-shah", EI2.

[←269]

Αν και η σοβαρή σημασία της εξέγερσης του Μπαμπάι έχει αναγνωριστεί εδώ και πολύ καιρό, η έλλειψη πηγών έχει αποκρύψει πολλές από τις σημαντικές λεπτομέρειες. Οι Καραμανίδες, ο Μπαμπά Ιλυάς και ο Χατζή Μπεκτάς, μεγάλης σημασίας στην ιστορία της Ανατολίας, ήσαν όλοι συνδεδεμένοι με τον ηγέτη του κινήματος. Η πιο πρόσφατη επιστημονική άποψη για το κίνημα ενσωματώνεται στο άρθρο του Cahen, "Baba'I", EI2. Μπαρ Εβραίος, I, 405-406. Onder, "Eine neuentdeckte Quelle zur Geschichte der Seltschuken in Anatolien", W.Z.K.M., LV (1959), 83-88.

[←270]

Cahen, "Anatolia before the Mongol", σελ. 682. Spuler, Die Mongolen, σελ. 43. Dölger, Regesten, αριθ. 1776 για τη συνθήκη μεταξύ Βατάτζη και Γιγιάθ αλ-Ντιν Καϋχουσρόϋ το 1243.

[←271]

Για τις λεπτομέρειες, Cahen, “The Mongols”, σελ. 725 κ.ε. Cahen, "Notes pour l'histoire des Turcomanes dAsie Mineure au XIIIe siècle", Journal Asiatique, CCXXXIX (1951), 337-338, 342-345 (εφεξής αναφερόμενο ως "Notes"). Για τη βυζαντινο-τουρκική συνθήκη του 1254-55, Dölger, Regesten, αριθ. 1824-1825.

[←272]

G. Wiet, "Baybars I", EI2.

[←273]

Cahen, "The Mongols", σελ. 727-732. "Notes", σελ. 346 κ.ε. Spuler, Die Mongolen, σελ. 73 κ.ε. Toğan, Giriş, I, 222-237. Cahen, "Sur les traces des premiers Akhis", Fauci Köprülü Armagani (Ισταμπούλ, 1955), σελ. 81-91. Για την οικονομική παρακμή βλέπε κεφάλαιο 3 καθώς επίσης, Spuler, Die Mongolen, σελ. 302, 321-322, 325-326.

[←274]

Παχυμέρης, I, 149.

[←275]

Γ. Αρνάκης, Οί πρῶτοι Ὀθωμανοί (Αθήναι, 1947), σελ. 37-48. Wittek, Mentesche, σελ. 9-11, 16-17, 42. Αρνάκης, "Byzantium's Anatolian Provinces in the Reign of Michael Palaeologus", Actes du XIIe congres international des etudes byzantines (Βελιγράδι, 1964), II, 37-44. Dölger, Regesten, αριθ. 2199.

[←276]

Παχυμέρης, I, 502-505.

[←277]

Wittek, Mentesche, σελ. 26-34. Αρνάκης, Ὀθωμανοί, σελ. 44 κ.ε. Ahrweiler, "Smyrne", σελ. 9, 151. Ο H.-G. Beck, "Belisar-Philanthropenos; das Belisar-Lied der Palaiologenzeit", Serta Monacensia, επιμ. H. J. Kissling and A. Schmaus (Λέιντεν, 1952), σελ. 46-52, συζητά το επεισόδιο του Φιλανθρωπινού και δείχνει ότι αυτός ήταν πιθανώς το μοντέλο του Βελισάριου σε αυτό το ύστερο βυζαντινό έπος, το ποίημα του Βελισάριου. Σχετικά με την εισροή Τούρκων κατά μήκος της κοιλάδας του ποταμού, M. Treu, Maximi Monachi Planudis Epistulae (Άμστερνταμ, 1960), σελ. 174-175.

[←278]

Ο. Melikoff, "Aidinoglu", EI2, λέει 1308, αλλά βλέπε P. Lemerle, L’Emirat d'Aydin, Byzance et l'Occident (Παρίσι, 1957), σελ. 20.

[←279]

Wittek, Mentesche, σελ. 24-60. Αρνάκης, Ὀθωμανοί, passim, Lemerle, Aydin, σελ. 14-18.

[←280]

Cahen, "Notes", σελ. 336-340. I. H. Uzunçarşılı, Anadolu Beylikleri ve Akkoyunlu Devletleri (Άγκυρα, 1937), σελ. 13-14, 36-38. Οι Τουρκμένοι γύρω από το Ντενιζλί φαίνεται ὀτι είχαν σχηματίσει ανεξάρτητη ηγεμονία, αλλά συντρίφθηκαν από τον σουλτάνο μετά την εξέγερση του Τζίμρι. Το εμιράτο του Εσρέφ (Eshrefogullari) καταργήθηκε από τον Μογγόλο κυβερνήτη Τιμουρτάς το 1325. Âli Bey, "Eşrefoğulları Hakkında Bir Kaç Söz", Tarih-i Osmanî Encümeni Mecmuası, αριθ. 28 (1330), σελ. 251-256. Εκείνο του Σαχίμπ (Sahibogullari), το οποίο ήταν αρχικά φέουδο των Σελτζούκων στη βυζαντινή μεθόριο, φαίνεται ότι απορροφήθηκε από τους μεγαλύτερους γείτονές του, τους Τζερμιγιάν. Οι Περβάνε (Pervaneogullari), των οποίων η ηγεμονία γύρω από τη Σινώπη χρονολογείται από την ανάκτησή της (από τους Έλληνες της Τραπεζούντας) περί το 1264, τελικά απορροφήθηκαν από τους Τζαντάρ (Djandarogullari) στο πρώτο μισό του 14ου αιώνα.

[←281]

Cahen, "Notes", σελ. 340-349. Uzunçarşılı, Beylikleri, σελ. 3-8.

[←282]

Melikoff, "Germiyan ogullari", EI2. Cahen, "Notes", σελ. 349-354. Uzunçarşılı, Beylikleri, σελ. 9-11. Kutahya Sehri (Ισταμπούλ, 1932).

[←283]

Uzunçarşılı, Beylikleri, σελ. 19-22, 23-26. Wittek, Mentesche, σελ. 24-56. J. H. Kramers, "Karasi", EI1. Αρνάκης, Ὀθωμανοί, σελ. 71 κ.ε.

[←284]

X. de Planhol, "Hamid", EI2. B. Flemming, Landschaftsgeschichte von Pamphylien, Pisidien und Lykien im Spatmittelalter (Βισμπάντεν , 1964). Taeschner, "Anatalya", EI2.

[←285]

Melikoff, "Aidinoglu", EI2. Lemerle, Aydin, passim. H. Akin, "Results of Studies in the History of the Aydin Ogullari", Ankara Universitesi Dil ve Tarih-Cografya Fakiiltesi Dergisi, V (1947-48), 103-108. Βλέπε επίσης E. Ζαχαριάδου, «Ἱστορικὰ στοιχεῖα σ’ἕνα θαῦμα τοῦ Ἁγίου Φανουρίου», Ἀρχεῖον Πόντου XXVI, (1964), 309-318. F. Thiriet, "Les relations entre la Crete et les Emirats turcs d'Asie Mineure au XIVe siècle (vers 1348-1360)", Actes du XIIe congres international des etudes byzantines (Βελιγράδι, 1964), II, 213-221. M. I. Mανούσακας, «Ἡ πρώτη ἐμπορικὴ παροικία τῶν Βενετῶν στὰ Παλάτια (Μίλητο) τῆς Μ. Ἀσίας (ἕνα ἑλληνικό ἔγγραφο τοῦ 1355)», Δελτίον τῆς Χριστιανικῆς Ἀρχαιολογικῆς Ἐταιρείας, III (1962), 231-240.

[←286]

Uzunçarşılı, Beylikleri, σελ. 31-32.

[←287]

Στο ίδιο, σελ. 48-52. Cahen, "Eretna", EI2. J. Rypka, "Burhan al-Din", EI2.

[←288]

Uzunçarşılı, Beylikleri, σελ. 42-57. Τα άρθρα, "Ak-Koyunlu", "Dhu'l Kadr", EI2, "Akkoyunlar", "Karakoyunlular", I.A.

[←289]

H. Inalcik, "Bayazid I", EI2. Uzunçarşılı, Anadolu Selçukluları ve Anadolu Beylikleri hakkında Bir Mukaddime İle Osmanlı Devleti'nin Kuruluşundan İstanbul'un Fethine Kadar, 2η εκδ. (Άγκυρα, 1961), σελ. 246-249, 260-268, 275-278, 295-301. Melikoff, "Germiyan- ogullari", EI2. Flemming, Landschaftsgeschichte, passim. O M. Berger de Xivrey, Memoire sur le vie et les ouvrages de l’empereur Manuel Paleologue (Παρίσι, 1851), σελ. 52-60, μεταφράζει γραπτά του Μανουήλ Β’ που έχουν να κάνουν με ένα μέρος της εκστρατείας του Βαγιαζήτ. Οι μεταφράσεις όμως δεν είναι πάντοτε ακριβείς.

[←290]

M.-M. Alexandra-Dersca, La campagne de Timur en Anatolie (Βουκουρέστι, 1942). Inalcik, "Bayazid I", EI2. G. Roloff, "Die Schlacht bei Angora", Historische Zeitschrift, CLXI (1940), 244-262. Sharaf al-Din Ali-Yazdi, The History of Timur-Bec, Known by the Name of Tamerlain the Great, Emperor of the Mongols and Tatars; Being an Historical Journal of his Conquests in Asia and Europe, μεταφρ. Petis de la Croix (Λονδίνο, 1923), II, passim (εφεξής αναφερόμενο ως Sharaf al-Din Yazdi). Ashikpashazade, Vom Hirtenzelt zur hohen Pforte, μεταφρ. R. Kreutel (Γκρατς, 1959), σελ. 109-115 (εφεξής αναφερόμενο ως Ashikpashazade-Kreutel). E. Werner, Die Geburt einer Grossmacht – die Osmanen (1300-1481) (Βερολίνο, 1966), σελ. 170-179.

[←291]

Sharaf al-Din Ali Yazdi, II, 258-293. Uzunçarşılı, Fethine Kadar, σελ. 301-323.

[←292]

H. J. Kissling, "Badr al-Din ibn Kadi Samawna", EI2. Wittek, "De la defaite d'Ankara a la prise de Constantinople (un demi-siècle d'histoire ottomane)", Revue des etudes islamiques, XII (1938), 16-23. Ashlkpshazade-Kreutel, σελ. 130-132. Ashikpashazade, Tevarikh-i Ali Othman, επιμ. Ali Bey (Ισταμπούλ, 1332), σελ. 91-93 (εφεξής αναφερόμενο ως Ashikpashazade-Ali).

[←293]

Melikoff, "Germiyan-oghullarl", EI2. de Planhol, "Hamid", EI2. Taeschner, "Antalya", EI2.

[←294]

Ashlkpashazade-Kreutel, σελ. 220-226. Ashikpashazade-Ali, σελ. 155-160. Babinger, "La date de la prise de Trebizonde par les Turcs (1461)", R.E.B., VII (1950), 205-207. Mahomet II le Conquerant et son temps (1433-1481) (Παρίσι, 1954), σελ. 236 κ.ε. Λαμψίδης, «Πῶς ἡλώθη ἡ Τραπεζοῦς», Ἀρχεῖον Πόντου, XVII (1952), 15-54.

[←295]

Minorsky, "Akkoyunlu", EI1. Babinger, Mahomet, σελ. 373-374. Kramers, "Karaman", El2. J. Aubin, "Notes sur quelques documents Aq Qoyunlu", Melanges Louis Massignon (Δαμασκός, 1956), I, 123-147.

[←296]

Canard, "Cilicia", EI1. J. H. Mordtmann-V. L. Menage, "Dhu'l Kadr", EI2. Η ενοποίηση της Ανατολίας δεν έφερε μόνιμο τέλος στην αναταραχή και την αναστάτωση της ζωής. Η άνοδος των Σαφαβιδών καθώς και άλλες εσωτερικές διαταραχές είχαν επιπτώσεις στη σταθερότητα και την ασφάλεια τμημάτων της Ανατολίας. M. Akdag, Celali isyanlari (1550-1603), (Άγκυρα, 1963). C. Orhonlu, Osmanli imparatorlugunda aşiretleri iskân teşebbüsü (Ισταμπούλ, 1963). Περί τον 17ο αιώνα, τα χωριά και η γεωργική δραστηριότητα είχαν υποφέρει από αυτές τις εξεγέρσεις και ακολούθησε η φυγή μέρους του αγροτικού πληθυσμού από τη γη. Εξαιτίας αυτού, η κυβέρνηση στην Κωνσταντινούπολη άρχιζε να εγκαθιστά ομάδες φυλών στις ερημωμένες περιοχές.

error: Content is protected !!
Scroll to Top