04. Παρακμή της εκκλησίας τον 14ο αιώνα

<-3. Η έναρξη του μετασχηματισμού 5. Εξισλαμισμός->

4. Παρακμή της εκκλησίας τον 14ο αιώνα

Τι επίδραση είχαν στη δομή της εκκλησίας οι εισβολές και η εγκατάσταση των Τούρκων κατά τη διάρκεια των αναταραχών στα τέλη του 13ου και κατά τον 14ο αιώνα;

Οι δύο κύριες δυνάμεις που είχαν διαμορφώσει την επίσημη πολιτιστική ζωή του ελληνικού πληθυσμού στη βυζαντινή Ανατολία ήσαν η βυζαντινή κυβέρνηση και η Ορθόδοξη εκκλησία. Οι τουρκικές κατακτήσεις είχαν απομακρύνει την πρώτη από τη Μικρά Ασία και έτσι μια από τις πολιτιστικές δυνάμεις στη βάση του Ανατολικού Ελληνισμού δεν ήταν πια παρούσα. Αυτό ήταν ταυτόχρονα το πιο εμφανές και δραματικό αποτέλεσμα της τουρκικής εγκατάστασης. Λιγότερο εμφανής, αλλά όχι λιγότερο κρίσιμη, είναι η επίδραση που είχαν οι τουρκικές εισβολές στη δομή της ελληνικής εκκλησίας κατά τη διάρκεια αυτής της μακράς περιόδου. Διότι με την απομάκρυνση των πολιτικών δυνάμεων που διαμόρφωναν και ανέτρεφαν τη βυζαντινή κοινωνία, η συνέχεια και η κατεύθυνση αυτής της ελληνικής χριστιανικής κοινότητας είχε πια σχεδόν αποκλειστικά την έδρα της στην ελληνική εκκλησία.

Η ιστορία της εκκλησίας σε εκείνο το τμήμα της Ανατολίας που κατακτήθηκε από τους Τούρκους στα τέλη του 11ου και τον 12ο αιώνα χαρακτηριζόταν από παρακμή. Οι Τούρκοι κατακτητές στερούσαν τις διάφορες μητροπολιτικές έδρες και επισκοπές από την περιουσία τους και συχνά από ηγεσία. Έτσι οι εκκλησίες στην τουρκική Ανατολία, σε αντίθεση με τις εκκλησίες της βυζαντινής Ανατολίας, υπέστησαν απότομη παρακμή κατά τη διάρκεια αυτής της πρώιμης περιόδου. Η μοίρα των εκκλησιών στα εδάφη της Ανατολίας των Κομνηνών ήταν πολύ διαφορετική. Ανακατασκευάστηκαν, επανεποικίστηκαν και έφτασαν και πάλι στην ακμάζουσα κατάσταση που επικρατούσε πριν από τις τουρκικές εισβολές. Όταν η πολιτική ένταση μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων πολώθηκε και σταθεροποιήθηκε στη Νίκαια και το Ικόνιο στις αρχές του 13ου αιώνα, η ελληνική εκκλησία στην τουρκική Ανατολία κατάφερε να σταθεροποιήσει το τμήμα που είχε απομείνει μετά τα προβλήματα του 11ου και του 12ου αιώνα. Η ελληνική εκκλησία τον 13ο αιώνα (στην Ανατολία) αποτελούνταν λοιπόν από δύο διαφορετικά αλλά λειτουργούντα τμήματα: τις αναζωογονημένες και ακμάζουσες εκκλησιαστικές περιοχές της βόρειας και δυτικής Μικράς Ασίας και τις πολύ μειωμένες αλλά σταθεροποιημένες εκκλησίες της κεντρικής και ανατολικής Ανατολίας. Οι ανακατακτήσεις του Αλέξιου και του Ιωάννη Κομνηνού είχαν σώσει την εκκλησιαστική δομή στη βόρεια και δυτική Ανατολία. Η σταθερότητα που είχαν επιβάλει οι σουλτάνοι στο υψίπεδο είχε επιτρέψει στην εκκλησία να μην εξαφανιστεί εντελώς στην κεντρική και ανατολική Ανατολία.

Το κρίσιμο ερώτημα που πρέπει να εξετάσουμε στη συνέχεια, είναι η επίδραση που είχαν επί της εκκλησίας οι ανανεωμένες τουρκικές εισβολές και αναταραχές στα τέλη του 13ου και τον 14ο αιώνα, οι οποίες αναστάτωσαν τη σταθερότητα και ευημερία της Μικράς Ασίας του 13ου αιώνα.

Οι πατριαρχικές πράξεις

Ένα από τα πιο σημαντικά σώματα βασικού υλικού για την εξέταση της παρακμής του Χριστιανικού Ελληνισμού σε ορισμένες περιοχές της Μικράς Ασίας και της αντικατάστασής του από το Τουρκικό Ισλάμ είναι εκείνο που είναι γνωστό ως Πατριαρχικές Πράξεις (Acta). Αυτές οι πράξεις είναι, ως επί το πλείστον, αποφάσεις που εκδίδονταν από τον πατριάρχη σε συνεδρίαση με την εκκλησιαστική σύνοδο και αφορούν θέματα εκκλησιαστικής διοίκησης και πειθαρχίας. Ως εκ τούτου, αυτές οι αποφάσεις είναι συγκεκριμένες απαντήσεις σε πιεστικά προβλήματα της στιγμής, και σαν τέτοιες αποτελούν πολύ αξιόπιστη και πολύτιμη πηγή για τη σύγχρονη εκκλησιαστική ιστορία. Δυστυχώς δεν έχουν φτάσει σε εμάς ανέπαφες (πιθανώς μόνο ένα πολύ μικρό τμήμα έχει διασωθεί), με αποτέλεσμα αυτό το σώμα εγγράφων να μην είναι αριθμητικά συνολικό και περιεκτικό όλων. Άραγε λοιπόν σημαίνει αυτό ότι η εικόνα που παρέχουν είναι ουσιαστικά ελλιπής και λανθασμένη, και επιπλέον, ότι επηρεάζεται η εγκυρότητα των συμπερασμάτων που βασίζονται σε αυτές; Η ερώτηση μπορεί σίγουρα να απαντηθεί αρνητικά, αν κάποιος δεχτεί ορισμένους περιορισμούς ως προς τη χρονολογική περίοδο κατά την οποία ισχύουν. Τα περισσότερα έγγραφα ανήκουν στον 14ο αιώνα, αν και αλληλεπικαλύπτονται τόσο με τον 13ο όσο και με τον 15ο αιώνα, ενώ μέσα σε αυτή την περίοδο του 14ου αιώνα είναι τέτοιας ποσότητας (140 πράξεις που καλύπτουν κάθε σχεδόν γενική περιοχή της Μικράς Ασίας και 50 μητροπολιτικές έδρες), που μπορεί να θεωρηθεί με ασφάλεια ότι αυτά τα έγγραφα παρέχουν ακριβή συνολική εικόνα των συνθηκών της Ορθόδοξης Εκκλησίας αυτή την εποχή. Καθορίζοντας τη γενική κατάσταση της εκκλησίας κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, μπορεί κανείς να εξακριβώσει την κατάσταση και τη μοίρα του Χριστιανικού Ελληνισμού στη Μικρά Ασία.1

Ας προχωρήσουμε να εξετάσουμε τι αποκαλύπτει αυτό το σώμα 140 περίπου πατριαρχικών πράξεων σχετικά με τη μοίρα 50 μητροπολιτικών εδρών της Ανατολίας τον 14ο αιώνα. Αυτές οι πράξεις μιλούν συχνά για την παραχώρηση μιας μητροπολιτικής (ή επισκοπικής) έδρας σε άλλην κατὰ λόγον ἐπιδόσεως (για συντήρηση).2 Αυτό συνέβαινε όταν μια μητροπολιτική έδρα έμενε κενή λόγω του θανάτου του μητροπολίτη, και αντί να διοριστεί νέος μητροπολίτης για να διαδεχθεί τον εκλιπόντα, η κενή μητροπολιτική έδρα παραχωρούνταν απλώς σε άλλον μητροπολίτη που την κατείχε κατὰ λόγον ἐπιδόσεως. Αυτό του έδινε όλα τα δικαιώματα και έσοδα του μητροπολίτη της συγκεκριμένης περιοχής, εκτός από το ότι δεν μπορούσε να ενθρονιστεί στον μητροπολιτικό θρόνο. Αυτή η παραχώρηση κατὰ λόγον ἐπιδόσεως δινόταν αρκετά συχνά στη Μικρά Ασία (και σε πολύ μικρότερο βαθμό στην Ευρώπη) επειδή, όπως μας ενημερώνουν τα κείμενα, η μεγάλη πλειοψηφία των μητροπολιτικών εδρών είχε υποστεί σοβαρή εξαθλίωση και επομένως χρειαζόταν οικονομική και υλική βοήθεια για να συνεχίσει να λειτουργεί. Η εκκλησία παρείχε αυτή τη βοήθεια παραδίδοντας απλώς σε έναν ευρισκόμενο σε ανάγκη μητροπολίτη μια ακόμη πιο φτωχή και εξαντλημένη εκκλησία, της οποίας ο μητροπολίτης είχε πεθάνει ή του οποίου η έδρα δεν μπορούσε να πληρωθεί λόγω των ταραγμένων καιρών στη Μικρά Ασία. Εκτός από το να δείχνουν ότι η συγκεκριμένη μητροπολιτική έδρα αντιμετώπιζε οικονομικές δυσκολίες, αυτές οι παραχωρήσεις δείχνουν συχνά (πιο συγκεκριμένα δηλώνουν) ότι υπήρχε μείωση του αριθμού των πιστών στη μητροπολιτική περιοχή. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι αυτός ο τύπος παραχώρησης διατηρούσε τη νόμιμη ύπαρξη μιας μητροπολιτικής έδρας που είχε μειωθεί σημαντικά σε πλούτο και αριθμούς, αλλά έδειχνε επίσης γενικά ότι χριστιανοί στη συγκεκριμένη μητροπολιτική έδρα συνέχιζαν να υπάρχουν, αν και συχνά σε μειωμένο αριθμό. Όταν όμως η μητροπολιτική έδρα εξαφανιζόταν από τον κατάλογο επισκοπών (notitia episcopatum, ο επίσημος κατάλογος ή κατάλογος της εκκλησιαστικής ιεραρχίας) ή ενωνόταν μόνιμα σε άλλη μητροπολιτική έδρα, αυτό έδειχνε απότομη παρακμή και σημαντική εξαφάνιση των χριστιανών.3 Στην ενότητα που ακολουθεί, αυτές οι παραχωρήσεις θα θεωρηθούν ως πηγή για την παρακμή και την εξαφάνιση διαφόρων εκκλησιών στη Μικρά Ασία.

Στην Ανατολική Μικρά Ασία, η μητροπολιτική έδρα της Μελιτηνής βρισκόταν σε μεγάλη οικονομική ανάγκη, επειδή η εκκλησία του [του μητροπολίτη]

έχει περάσει εδώ και πολύ καιρό κάτω από τους βαρβάρους και μέχρι σήμερα περιβάλλεται και κυβερνάται από αυτούς.4

ὐπὸ βαρβάροις πρὸ πολλοὐ γεγονέναι καὶ εἰσέτι νῦν κατάρχεσθαι καὶ κυκλοῦσθαι.

Έτσι το 1318-19 η σύνοδος παραχώρησε στον μητροπολίτη Θεοδόσιο της Μελιτηνής, κατὰ λόγον ἐπιδόσεως, τη μητροπολιτική έδρα Κελτζηνής (Ερζιντζάν), δεδομένου ότι η τελευταία

στερήθηκε από τους ξένους την αρχαία καθαγιασμένη μητροπολιτική έδρα.5

τοῦ πάλαι δὴ ἀφωσιωμένου ἀρχιερατικοῦ καθίσματος ἐστέρηται τῶν ἐθνῶν.

Το έγγραφο συνεχίζει λέγοντας ότι δεν έχει απομείνει ιδιοκτησία στην περιοχή της Κελτζηνής στην οποία να μπορεί να κατοικεί ο μητροπολίτης, εκτός από το μοναστήρι του Κι. Στο παρελθόν η μητρόπολη Κελτζηνής, μαζί με την Χωρζηνή και την Ταρόν, είχε εικοσιδύο υπαγόμενες επισκοπές. Τώρα της είχε απομείνει μία μόνο αξιόλογη κτήση, το μοναστήρι του Κι. Ο τελευταίος μητροπολίτης Μελιτηνής αναφέρεται το έτος 1329,6 ενώ παρά το γεγονός ότι τόσο η Μελιτηνή όσο και η Κελτζηνή αναφέρονται στη συνέχεια κατά τον 14ο αιώνα, οι έδρες είναι κενές και από τον 15ο αιώνα εξαφανίζονται από τον κατάλογο των μητροπολιτικών εδρών.7

Επομένως η πλήρης αποσύνθεση και η πρακτική εξαφάνιση της ελληνικής χριστιανικής κοινότητας αυτών των δύο εκκλησιαστικών εδρών φαίνεται ότι είχε ολοκληρωθεί κατά τη διάρκεια του 14ου αιώνα. Θα ήταν χρήσιμο να μελετήσουμε σε κάπως μεγαλύτερη λεπτομέρεια τη συνοδική απόφαση του 1318-19 με την οποία η Μελιτηνή έλαβε την Κελτζηνή κατὰ λόγον ἐπιδόσεως, γιατί αυτό το έγγραφο είναι παρόμοιο με την πλειονότητα των εγγράφων, ενώ περιγράφει επίσης, απλά αλλά με επάρκεια, τους βαθύτερους παράγοντες της φύσης μιας τέτοιας επιχορήγησης. Ο πατριάρχης ξεκινά λέγοντας ότι είναι απαραίτητο να διατηρηθεί η παλαιά τάξη των επισκοπικών και μητροπολιτικών εδρών, αλλά

επειδή η αταξία των υποθέσεων, που έχει προκύψει λόγω αμαρτίας, έχει ανατρέψει και μπερδέψει τα ζητήματα εκκλησιαστικής τάξης … σε όχι λίγες πόλεις και περιοχές, οι προστάτες ολόκληρης της εκκλησίας, φροντίζοντας το καλό και συμφέρον, όσο ήταν δυνατόν, επινόησαν τρόπο θεραπείας των συμβαινόντων και αποφάσισαν μια δεύτερη, όπως λένε, πορεία, προκειμένου εκείνοι που για οποιονδήποτε αναγκαστικό λόγο έχουν οδηγηθεί σε αδράνεια για την εκκλησία της οποίας ήσαν επικεφαλής, ή έχει ίσως απομείνει μικρό μόνο τμήμα του ποιμνίου τους, έτσι ώστε ούτε να είναι οι ίδιοι σε θέση να κυβερνήσουν λόγω της έλλειψης των αναγκαίων, όπως είναι τα πράγματα, αλλά ούτε να δώσουν σε άλλους [να κυβερνήσουν], αυτοί θα λάβουν ως υποστήριξη την προσθήκη άλλης εκκλησίας.8

ἐπεὶ δὲ ἡ δι' ἁμαρτίαν τῶν πραγμάτων ἀνωμαλία καὶ τὰ τῆς ἐκκλησιαστικῆς εὐταξίας καὶ ἐνθέου τῆσδε τυπώσεως ἐν οὐκ ὀλίγαις τῶν τε πόλεων καὶ χωρῶν ἀνέτρεψε καὶ συνέχεεν, οἱ τῆς καθόλου καθεξῆς ἐκκλησίας αὖθις προστάται τοῦ καλοῦ καὶ συνοίσοντος ποιούμενοι πρόνοιαν, ὡς ἐγχωροῦν ἦν, ἴασιν ταύτης τοῖς ἐπικειμένοις ἐπινενοήκασιν, καὶ ὡρίσαντο δεύτερον, ὅ φασι, πλοῦν, ἵν’ οἱ καθ' οἱονδήτινα τρόπον ἀνάγκης εἰς τὸ σχολάζειν συνελαθέντες, ἀφ' ἧς προέστησαν ἐκκλησίας, ἤ μικροῦ τινος ἴσως λειψάνου τῆς κατ' αὐτοὺς ποίμνης ὑπολειφθέντος οὔτ' αὐτοὶ διακυβερνᾶν ἐντεῦθεν ἑαυτοὺς ἐνδείᾳ τῶν χρειωδῶν οἷοί τε ὄντες, οὔθ' ἑτέροις παρέχειν, ἑτέρας ἐκκλησίας προσθήκῃ λαμβάνοιεν τὴν προμήθειαν.

Η ανωμαλία και σύγχυσις για την οποία μιλάει, αναφέρονται φυσικά στην αποσύνθεση της εξουσίας των Σελτζούκων και των Βυζαντινών στη Μικρά Ασία και στο χάος που ακολούθησε στα τέλη του 13ου και κατά τον 14ο αιώνα. Αυτό ανέτρεψε την τάξη και την οργάνωση της εκκλησίας και προκάλεσε τη μεγάλη της φτώχεια. Η σημασία αυτών των δύο σημείων είναι πρώτης τάξης και αυτά επαναλαμβάνονται συνεχώς στη βιβλιογραφία της διοίκησης της εκκλησίας.

Στην Τραπεζούντα η χριστιανική κοινότητα ζούσε κάτω από πολύ πιο ευνοϊκές συνθήκες, γιατί εδώ απολάμβανε την προστασία του κοσμικού βραχίονα της αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας. Οι περιοχές της αυτοκρατορίας ήσαν συγκριτικά ασφαλείς απέναντι στους Τούρκους εισβολείς και έτσι η εκκλησία της ήταν επίσης ασφαλής. Τόσο μεγαλύτερη ήταν η ασφάλεια της εκκλησίας εδώ απ’ όσο στα εδάφη που κατείχαν οι Τούρκοι, που περιστασιακά η μητροπολιτική έδρα Αμασείας μετατοπιζόταν στην υφιστάμενή της επισκοπή των Λιμνίων,9 η οποία, μολονότι υποτελής της Αμασείας, τύχαινε να βρίσκεται εντός των πολιτικών ορίων του κράτους της Τραπεζούντας και ως εκ τούτου απολάμβανε προστασίας απέναντι στους Τούρκους. Έτσι, ύστερα από καταστροφική τουρκική εισβολή (1317), κατά τη διάρκεια της οποίας ο μητροπολίτης πέρασε μεγάλο κίνδυνο, ο πατριάρχης έδωσε άδεια στον μητροπολίτη να μεταφέρει την έδρα του στα Λιμνία. Το 1384 ο επίσκοπος Λιμνίων ανέλαβε προσωρινά τη διοίκηση της Αμασείας, επειδή ο μητροπολίτης δεν μπορούσε να εισέλθει στην περιοχή.10 Αν και η εκκλησία της Τραπεζούντας είχε μειωθεί σημαντικά ως αποτέλεσμα της κατάκτησης του Μωάμεθ Β’, συνέχιζε ως συγκριτικά ισχυρή μητροπολιτική έδρα μέχρι τον 20ό αιώνα.

Πολλές από τις ελληνικές κοινότητες στις βυζαντινές επαρχίες της Καππαδοκίας και της Λυκαονίας στο υψίπεδο της Ανατολίας είχαν μειωθεί σημαντικά στις αρχές του 14ου αιώνα. Η Καισάρεια (1327) πήρε τις μητροπολιτικές έδρες Σεβαστείας, Ικονίου, Μωκισσού και Ευχαΐτων κατὰ λόγον ἐπιδόσεως και το 1370 πήρε τη Ναζιανζό.11 Την ίδια χρονιά (1370), η Καισάρεια θα αναλάμβανε επίσης τη διαχείριση των μητροπόλεων Τυάνων και Μωκισσού σε περίπτωση που γίνονταν στερημένες από μητροπολίτες.12 Όλες αυτές οι παραχωρήσεις ἐπιδόσεως αποτελούν ένδειξη παρακμής, ενώ πρέπει να θυμόμαστε ότι η Καισάρεια ήταν η πρώτη μητρόπολη σε κατάταξη και δόξα (πρωτόθρονος) της Ορθόδοξης Εκκλησίας πριν από τις τουρκικές εισβολές. Αν και συνέχισε να λειτουργεί ως μητροπολιτική έδρα μέχρι τον 20ό αιώνα, φαίνεται ότι είχε μειωθεί σημαντικά περί τα τέλη του 14ου αιώνα. Οι πληροφορίες για την Καππαδοκία και τη Λυκαονία αποτελούν εντυπωσιακά στοιχεία για την ιστορία της εκκλησίας της Ανατολίας, αν σκεφτεί κανείς ότι μια περιοχή που περιλάμβανε κάποτε πέντε ισχυρές μητροπολιτικές έδρες και εικοσιεννέα επισκοπές ενωνόταν κάτω από έναν κληρικό. Αυτό δεν θα ήταν τόσο εντυπωσιακό αν η απονομή είχε προσωρινό χαρακτήρα, όπως έλπιζε ο συντάκτης του εγγράφου. Αλλά όταν το 1365 ονομάστηκε νέος μητροπολίτης Καισαρείας, έλαβε και πάλι τη διοίκηση της Μωκισσού, της Σεβάστειας, του Ικονίου και της Ναζιανζού και επιπλέον της μητροπολιτικής έδρας Τυάνων.13 Τα Ευχάϊτα όμως δεν αναφέρονται και είναι πιθανό ότι λίγοι χριστιανοί είχαν απομείνει εκεί. Όσον αφορά τη Σεβάστεια, τη Μωκισσό και τα Τύανα, η κατάστασή τους ίσως είχε βελτιωθεί κάπως κατά τη διάρκεια του 14ου αιώνα, πριν επιδεινωθεί ξανά. Έτσι το 1384 και το 1387 ονομάστηκαν και πάλι μητροπολίτες Σεβάστειας, το 1369 και το 1370 μητροπολίτης Μωκισσού και το 1369 ένας μητροπολίτης Τυάνων.14 Ύστερα από αυτό το διάστημα, η Μωκισσός και τα Τύανα δεν εμφανίζονται στις πατριαρχικές αποφάσεις και οι κοινότητές τους φαίνεται ότι έχουν μειωθεί εντελώς. Κατά συνέπεια δεν εμφανίζονται στον κατάλογο μητροπολιτικών εδρών του 15ου αιώνα. Το Ικόνιο, αντίθετα, συνεχίζει να αναφέρεται στις πατριαρχικές πράξεις του δεύτερου μισού του 14ου αιώνα, επιβιώνει στον κατάλογο επισκοπών του 15ου αιώνα, και μάλιστα συνέχιζε ως έδρα μητροπολίτη μέχρι τον 20ό αιώνα. Όμως οι πατριαρχικές πράξεις αντικατοπτρίζουν εδώ πολύ αναστατωμένες συνθήκες στην πειθαρχία της εκκλησίας.15 Η Ναζιανζός δεν ακούγεται μετά το 1370, όταν τέθηκε υπό τη διοίκηση της Καισαρείας.16 Τώρα πια η ελληνική κοινότητα είχε μειωθεί εντελώς και η Ναζιανζός δεν επανεμφανίζεται στον κατάλογο επισκοπών του 15ου αιώνα.

Η Αμάσεια, πιο πέρα προς τον βορρά, κατάφερνε κάπως να επιβιώνει τον 14ο αιώνα ως έδρα μητροπολίτη. Παρ’ όλα αυτά, η μικρή κοινότητα περιβαλλόταν από μουσουλμάνους (μέσον ἀλλοφύλων οἰκοῦσιν ἐθνῶν) και υφίστατο οικονομικές δυσκολίες, καταπίεση και κατά περιόδους απουσία του μητροπολίτη. Η εκκλησία εμφανίζεται στον κατάλογο επισκοπών του 15ου αιώνα, ενώ υπήρχε ακόμη στις αρχές του 20ού αιώνα.17 Συνοδική απόφαση του 1315 καταγράφει ότι ο επίσκοπος Σινώπης (υπαγόμενος στον μητροπολίτη Αμασείας) εκδιώχθηκε από την πόλη.18 Η Γάγγρα δυτικά της Αμάσειας ήταν μια από τις πόλεις που αντιστάθηκαν για καιρό στους Τούρκους. Ωστόσο μόνο μια σημαντική συνοδική απόφαση υπάρχει (1400-01) που αφορά τη Γάγγρα και σύμφωνα με αυτό το έγγραφο ο πατριάρχης όρισε τον πρεσβύτερο Γεώργιο Κοντοφέ μητροπολίτη Γάγγρας, σε απάντηση αναφοράς των κατοίκων της Γάγγρας που ζητούσαν νέον ποιμένα. Ζητούσαν μητροπολίτη επειδή οι «ξένοι» τους καταπίεζαν από όλες τις πλευρές και κινδύνευε η θρησκεία τους. Εκτός από όλα αυτά, πολλοί είχαν προφανώς γίνει μουσουλμάνοι.19 Περί τα μέσα του 15ου αιώνα η κοινότητα είτε είχε εξαφανιστεί ή είχε γίνει τόσο ασήμαντη που η Γάγγρα απομακρύνθηκε από τον κατάλογο επισκοπών.20

Οι δύο παραθαλάσσιες μητροπολιτικές έδρες της Άμαστρης και της Ποντοηράκλειας βρίσκονταν ακόμη υπό βυζαντινό έλεγχο μέχρι το 1340 και ως εκ τούτου προστατεύονταν εν μέρει από τον κλονισμό της τουρκικής κατοχής. Όμως το 1387 ένα συνοδικό διάταγμα αποκαλύπτει εικόνα της Άμαστρης που υποφέρει οικονομικά και βρίσκεται σε κατάσταση γενικής παρακμής.21 Αυτό δείχνει ότι η κοινότητα πέθαινε και παρόλο που κατονομάζεται μητροπολίτης το 1400, η Άμαστρις εξαφανίζεται από τον κατάλογο επισκοπών τον 15ο αιώνα.22

Η Κλαυδιούπολις είχε σταματήσει να υπάρχει ως μητροπολιτική έδρα ακόμη νωρίτερα. Στον κατάλογο επισκοπών του Ανδρόνικου Β’ (τέλη του 13ου αιώνα), αντικαταστάθηκε από την επισκοπή Ποντοηράκλειας, έτσι ώστε η κοινότητα εδώ να βρισκόταν ήδη υπό εξαφάνιση στις αρχές του 14ου αιώνα.23 Αν και η Ποντοηράκλεια ήταν βυζαντινή το 1346, υπήρχαν σημάδια παρακμής της στις αρχές του 14ου αιώνα. Το 1360 καταλήφθηκε τελικά από τους Τούρκους,24 ενώ σε συνοδική απόφαση του 1387 η Ποντοηράκλεια δόθηκε στον μητροπολίτη Άμαστρης, του οποίου η εκκλησία μειωνόταν επίσης ραγδαία, για τον ακόλουθο λόγο:

Γιατί δεν είναι δίκαιο να φαίνεται χωρίς μητροπολίτη το κατάλοιπο των χριστιανών που καταλήφθηκαν από βαρβαρικές επιδρομές στην αγιότατη μητροπολιτική έδρα της Ποντοηράκλειας. Γιατί και αυτές οι ψυχές χρειάζονται πνευματική επίβλεψη και αγιασμό, αφού ως ανθρώπινα όντα που παρασύρονται από την εξαπάτηση της ζωής, ελάχιστα ενδιαφέρονται για τις ουράνιες και αθάνατες ανταμοιβές. Αλλά και το να ζουν ανάμεσα σε ξένους και να συναναστρέφονται με αυτούς είναι το μεγαλύτερο εμπόδιο για τη σωτηρία. Δεδομένου ότι φαίνεται αδύνατο να έχουν αυτοί έγκυρο μητροπολίτη, γιατί η εκκλησία τους έχει από καιρό αποσυντεθεί και αυτοί που βρίσκονται εκεί είναι τόσοι που δεν επαρκούν για τη βοήθεια και την υποστήριξή του…25

Οὐδὲ τὸ ἐν τῇ ἁγιωτάτῃ μητροπόλει Ποντοηρακλείας περιλειφθὲν ἐξ ἐφόδου βαρβαρικῆς τῶν χριστιανῶν λείψανον περιιδεῖν ἀνεπισκόπητον δίκαιον· ψυχαὶ γὰρ καὶ αὗται πνευματικῆς ἐπισκέψεως δεόμεναι καὶ τοῦ ἐντεῦθεν ἁγιασμοῦ, ἐπειδὴ καὶ ὡς ἄνθρωποι τῇ ἀπάτῃ τοῦ βίου παρασυρόμενοι ὀλίγα τῶν οὐρανίων ἐκείνων ἀγαθῶν καὶ ἀθανάτων φροντίζουσιν, ἀλλὰ καὶ τῷ μἐσον τῶν ἐθνῶν οἰκεῖν καῖ τούτοις συναναστρέφεσθαι μέγιστον εἰς σωτηρίαν ἐμπόδιον. ἐπεὶ γοῦν τὸ γνήσιον ἔχειν ἀρχιερέα μεθ' ἑαυτῶν ἀδύνατον φαίνεται, τῆς ἐκκλησίας πάλαι καταλυθείσης καὶ μηδὲ τῶν ἐκεῖ τοσούτων ὄντων εἰς παραμυθίαν αὐτοῦ καὶ διατροφήν…

Περί τον 15ο αιώνα, η Ποντοηράκλεια είχε εκπέσει από τον κατάλογο επισκοπών.

Αν και λίγα υπάρχουν στα πατριαρχικά έγγραφα για την Άγκυρα, ένας μητροπολίτης κατονομάζεται το 1400.26 Συνεχίζει να εμφανίζεται στον κατάλογο επισκοπών του 15ου αιώνα (αλλά το ελληνικό χριστιανικό της εκκλησίασμα πρέπει να ήταν μικρό), ενώ η Άγκυρα ήταν ακόμη μητροπολιτική έδρα τον 20ό αιώνα.27 Η Πεσσινούς και το Αμόριον δεν αναφέρονται στα πατριαρχικά έγγραφα του 14ου αιώνα, αλλά εμφανίζονται στην ἔκθεσι του Ανδρόνικου Γ’ ως ανεξάρτητες μητροπολιτικές έδρες. Επομένως η καταστροφή τους ολοκληρώθηκε πιθανότατα στις αρχές του 14ου αιώνα, και έτσι απουσιάζουν από τον κατάλογο επισκοπών του 15ου αιώνα.28 Οι πηγές αποκαλύπτουν πολύ λίγα για τη μητροπολιτική έδρα Πισιδίας, αλλά αυτό το λίγο που λένε βρίσκεται σε συμφωνία με τη συνολική εικόνα παρακμής. Παρά την υποβάθμιση της κοινότητας, η περιοχή είχε ακόμη επαρκή χριστιανικό πληθυσμό για να εγγυάται τη συνεχιζόμενη ύπαρξη της Πισιδίας ως μητρόπολης κατά τον 15ο και μεταγενέστερους αιώνες.29

Οι πληροφορίες για τις μητροπολιτικές έδρες Σίδης, Πέργης και Ατταλείας στην Παμφυλία είναι κάπως πιο λεπτομερείς για την περίοδο 1315-1400, και έτσι μπορεί κανείς να ιχνηλατήσει την παρακμή των Ελλήνων σε αυτήν την περιοχή. Η τεκμηρίωση αυτής της περιοχής παρουσιάζει ακριβώς την ίδια κατάσταση με τις λιγότερο λεπτομερείς πληροφορίες που παρουσιάζονται για τις άλλες μητροπολιτικές έδρες, οι οποίες περιγράφηκαν στην προηγούμενη παράγραφο.30 Η αδιάκοπη παρακμή της χριστιανικής κοινότητας αντικατοπτρίζεται σε συνοδική απόφαση του 1397:

Επειδή [η Σίδη] έχει καταληφθεί εδώ και πολύ καιρό, έχει προκληθεί σε αυτήν έλλειψη πιστών και φτώχεια των εκκλησιαστικών πραγμάτων. Εξαιτίας αυτών των πραγμάτων δεν είναι καθόλου δυνατό να διοριστεί εκεί νόμιμος μητροπολίτης.31

ἐπεὶ δὲ τὸ ἐκ μακροῦ ἑαλωκέναι σπάνιν μὲν τῶν ἐν ταύτῃ πιστῶν, ἔνδειαν δὲ τῶν ἐκκλησιαστικῶν πραγμάτων ἐν ταύτῃ πεποίηκε, καὶ ὅλως οὐκ ἦν δυνατὸν διὰ ταῦτα ἀρχιερέα γνήσιον ἐν ταύτῃ χειροτονηθῆναι.

Ο πατριάρχης αποφάσισε να την ενώσει με τη μητροπολιτική έδρα Ατταλείας,

επειδή και αυτή, για τους παραπάνω λόγους, δεν μπορεί να έχει νόμιμο ποιμένα. 32

μὴ δυναμένην καὶ αὐτὴν διὰ τὰ προειρημένα γνησίου εὐμοιρῆσαι ποιμένος…

Οι δύο έδρες ενώνονταν τώρα κάτω από τον μητροπολίτη Θεοφύλακτο, του οποίου ο τίτλος ήταν μητροπολίτης Ατταλείας και πρόεδρος Σίδης. Όμως, με απόφαση του 1400, στον Θεοφύλακτο Ατταλείας-Πέργης και πρόεδρο Σίδης, απονέμεται η πλούσια μητροπολιτική έδρα Σουγδαίας και Φύλλων κατὰ λόγον ἐπιδόσεως, επειδή έπρεπε να εγκαταλείψει την εκκλησία του στη νότια Ανατολία.33 Μπορεί κανείς να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι στο εξής η εκκλησία εξαφανίζεται και μάλιστα η Σίδη απουσιάζει από τον επισκοπικό κατάλογο του 15ου αιώνα. Σε αυτήν την περίπτωση τα κείμενα μιλούν και πάλι για την καταπίεση της εκκλησίας και για τη μείωση του αριθμού των πιστών. Οι ακόλουθες λεπτομέρειες υπογραμμίζουν περαιτέρω την ασταθή φύση των συνθηκών. Υπάρχουν αναφορές για μητροπολίτες Σίδης στα έτη 1357, 1360, 1369, 1372,34 αλλά μεταξύ αυτών των χρονολογιών εμφανίζονται μητροπολίτες άλλων πόλεων ως τὸν τόπον ἐπέχοντες του Σίδης (περί το 1365 ο ιεράρχης Ποντοηρακλείας, το 1371 εκείνος της Λάρισας).35 Γενικά μια εκκλησιαστική έδρα την κατείχε άλλος κληρικός ως ὁ τόπον ἐπέχων, επειδή η συγκεκριμένη έδρα ήταν κενή και απροσπέλαστη. Το γεγονός ότι την κατείχαν στις παραπάνω περιπτώσεις κληρικοί από την Ευρώπη ή μητροπολίτες χειροτονημένοι στην εν λόγω έδρα, που παρέμεναν όμως στην Κωνσταντινούπολη, δείχνει ξεκάθαρα ότι ήταν αδύνατο για οποιονδήποτε να πάει εκεί και άρα η σύνοδος έκανε το λίγο που μπορούσε για να τη διοικεί από την Ευρώπη. Τέλος, στην ἔκθεσι του Ανδρόνικου Γ΄ του 14ου αιώνα, οι μητροπολίτες Αθηνών και Μονεμβασίας πήραν τη θέση του Σίδης στην ιεραρχική κατάταξη.36

Οι μητροπολιτικές έδρες Πέργης και Ατταλείας υπέφεραν μοίρα παρόμοια με εκείνη της εκκλησίας της Σίδης, αλλά δυστυχώς είμαστε λιγότερο καλά ενημερωμένοι, καθώς οι πηγές που τις αφορούν προέρχονται από τα τέλη του 14ου αιώνα. Μια απόφαση του 1387 ανακοινώνει τον διορισμό νέου μητροπολίτη και στη συνέχεια προχωρά στην περιγραφή των θλιβερών συνθηκών της μητροπολιτικής έδρας. Ο πατριάρχης γράφει για τον νέο μητροπολίτη Ατταλείας ότι υποφέρει και βρίσκεται σε δυσκολία37 και ότι η κοινότητα έχει εξαφανιστεί εντελώς. 38

Ως αποτέλεσμα, ο πατριάρχης προσπάθησε να του δώσει, κατὰ λόγον ἐπιδόσεως, τη μητροπολιτική έδρα Ρόδου και την εκκλησία της Κω. Η κατάσταση της Αττάλειας ήταν τόσο άσχημη, που το 1394 δόθηκε στον μητροπολίτη Μύρων κατὰ λόγον ἐπιδόσεως, ενώ το 1397, όπως είδαμε, ενώθηκε με τη Σίδη σε μία μητροπολιτική έδρα.39 Μέχρι το 1400 η κατάσταση είχε επιδεινωθεί τόσο πολύ, που ο μητροπολίτης Ατταλείας-Πέργης και πρόεδρος Σίδης διορίστηκε στη μητροπολιτική έδρα Σουγδαίας. Κατά συνέπεια, μέχρι το 1400 αυτές οι τρεις έδρες ήσαν εντελώς έρημες και φαίνεται ότι η τουρκική καταπίεση (θηριωδία και ἀγριότης) είχε παίξει τον ρόλο της από αυτή την άποψη. Όλα αυτά επιβεβαιώνονται από τον κατάλογο επισκοπών του 15ου αιώνα, από τον οποίο εξαφανίζονται αυτές οι τρεις εκκλησίες.40 Η παρακμή των Μύρων ήταν κάπως λιγότερο θεαματική από εκείνη των γειτόνων της. Σε απόφαση του 1387 ο πατριάρχης μιλά γι’ αυτήν ως ευρισκόμενη σε συγκριτικά καλύτερη κατάσταση από την Αττάλεια:

Δεν είναι καθόλου καλό μια εκκλησία να μεγαλώνει και να έχει πολλά έσοδα, χωριά και εδάφη και μια άλλη να είναι τόσο φτωχή, που να μη μπορεί να τρέφει επίσκοπο.41

οὐδὲν ἔνι καλόν, ἵνα μία ἐκκλησία αὐξηθῇ, καὶ ἔχῃ προσόδους πολλὰς καὶ χωρία καὶ κτήματα, ἄλλη δὲ ἀπορήσῃ τέλεον, ὥστε μηδὲ δύνασθαι τρέφειν ἐπίσκοπον.

Όμως η μεγαλύτερη ευημερία της οφειλόταν στο γεγονός ότι κατείχε τα νησιά της Ρόδου και της Κω κατὰ λόγον ἐπιδόσεως, και μάλιστα η μητροπολιτική έδρα Μύρων εξαφανίστηκε από τον κατάλογο επισκοπών του 15ου αιώνα. 42

Οι πατριαρχικές πράξεις που αναφέρουν τη Σταυρούπολη (που αποκαλείται επίσης Καρία και Αφροδισιάς) στην Καρία προέρχονται όλες από το δεύτερο μισό του 14ου αιώνα. Μεταξύ 1356 και 1361 η Σταυρούπολις έχασε τον μητροπολίτη της,43 γιατί εκείνο το τελευταίο έτος διοικούνταν προσωρινά από τον μητροπολίτη Βιζύης ως ὁ τόπου ἐπέχων.44 Το 1365 και το 1368 η Σταυρούπολις ήταν ακόμη χωρίς μητροπολίτη και υπό τη διοίκηση του μητροπολίτη Βιζύης.45 Οι συνθήκες ήσαν προφανώς τόσο δυσάρεστες, που δεν ήταν δυνατόν να σταλεί ιεράρχης στην περιοχή, και σίγουρα η κοινότητα πρέπει να μειωνόταν σταθερά (αν υπήρχε). Το 1369 ένας μητροπολίτης της κοινότητας επανεμφανίζεται σε πατριαρχική απόφαση ως παραλήπτης των εκκλησιών της Μιλήτου και της Αντιοχείας Μαιάνδρου κατὰ λόγον ἐπιδόσεως.46Αυτό επιβεβαιώνει την παρακμάζουσα κατάσταση της Σταυρουπόλεως. Αλλά η Αντιόχεια και η Μίλητος βρίσκονταν πιθανώς σε χειρότερη κατάσταση και ως εκ τούτου ο πατριάρχης έπρεπε να παράσχει στον μητροπολίτη Σταυρουπόλεως περαιτέρω υποστήριξη. Έτσι το 1387 απένειμε τη Ρόδο, την Κω και τις Κυκλάδες στον μητροπολίτη.47 Όμως ο μητροπολίτης Μύρων διεκδικούσε αυτά τα νησιά και έτσι ο μητροπολίτης Σταυρουπόλεως τα έλαβε τελικά (κατὰ λόγον ἐπιδόσεως) μόνο μετά τον θάνατο του μητροπολίτη Μύρων περίπου το 1394.48 Αυτό προφανώς καθυστέρησε την τελική εξαφάνιση της μητροπολιτικής έδρας, γιατί ένας μητροπολίτης αναφέρεται και πάλι το 1399, αλλά η εκκλησία έχει εγκαταλειφθεί εντελώς στον κατάλογο επισκοπών του 15ου αιώνα.49

Οι μητροπολιτικές έδρες Ιεραπόλεως, Λαοδικείας και Χωνών, τις οποίες χώριζαν από την Σταυρουπόλεως τα βουνά Σάλβακος και Κάδμος, βρίσκονταν σε περιορισμένη περιοχή. Επομένως αυτή η περιοχή πρέπει να ήταν πυκνοκατοικημένη και πλούσια κατά την πριν από τους Τούρκους εποχή, για να μπορεί να υποστηρίζει τρεις μητροπόλεις σε τόσο περιορισμένη έκταση. Η παρακμή αυτών των κοινοτήτων συνέβη κάπως αργότερα από εκείνη των κοινοτήτων της ανατολικής Μικράς Ασίας. Όμως στο δεύτερο μισό του 14ου αιώνα εμφανίζονται στις πατριαρχικές αποφάσεις οι συνήθεις παραχωρήσεις κατὰ λόγον ἐπιδόσεως, υποδηλώνοντας μείωση των χριστιανικών κοινοτήτων. Το 1370 ο μητροπολίτης Κοτυαίου παρέλαβε τις εκκλησίες Ιεραπόλεως, Χωνών και Συννάδων.50 Το 1384 οι Χωναί, το Κοτύαιον και οι πατριαρχικές κτήσεις Κούλα και Κόλιδα τέθηκαν υπό τον Λαοδικείας.51 Ένα χρόνο αργότερα (1385) η Φιλαδέλφεια παρέλαβε τις εκκλησίες Συννάδων και Ιεραπόλεως52 και το 1394 τις Κούλα, Κόλιδα, Σύνναδα και την επισκοπή Συννάδων.53 Όμως οι μητροπολιτικές έδρες Ιεραπόλεως, Λαοδικείας, Συννάδων και Κοτυαίου εξαφανίστηκαν από τον επισκοπικό κατάλογο τον 15ο αιώνα.54 Η εκκλησία της Μιλήτου αναφέρεται για τελευταία φορά το 136955 έτος κατά το οποίο, μαζί με την Αντιόχεια Μαιάνδρου, πήγε στην εκκλησία Σταυρουπόλεως κατὰ λόγον ἐπιδόσεως. Και οι δύο απουσιάζουν από τον κατάλογο επισκοπών του 15ου αιώνα.56

Την εποχή πριν από τις εισβολές των Σελτζούκων, η Έφεσος ήταν μια από τις μεγαλύτερες, πλουσιότερες και ισχυρότερες μητροπολιτικές έδρες και επομένως η παρακμή της ήταν πολύ εντυπωσιακή. Ως αποτέλεσμα της αρχαίας σπουδαιότητάς της, η εκκλησία στην Κωνσταντινούπολη έκανε εξαιρετικές προσπάθειες για να αποτρέψει την πλήρη εξαφάνισή της. Κατά συνέπεια φαίνεται ότι η εκκλησία είχε καταληφθεί με παράτυπο τρόπο μέχρι το 1393. Κατά τα έτη 1400 και 1401 ο μητροπολίτης Γοτθίας αναφέρεται ως τὸν τόπον τοῦ Ἐφέσου ἐπέχων.57 Όμως επαναδιορίστηκε ένας μητροπολίτης στην έδρα και η Έφεσος διατηρούσε την παλαιά της θέση και ιεραρχική κατάταξη στον κατάλογο επισκοπών του 15ου αιώνα.

Παρά τον συντηρητισμό αυτόν, η χριστιανική κοινότητα βρισκόταν σε ιδιαίτερα εξαντλημένη κατάσταση, γιατί όταν οι Τούρκοι πήραν την Έφεσο το 1304, όλους όσους δεν έσφαξαν, τους μεταφύτευσαν σε άλλη πόλη.58 Σε δήλωση του 1368 ο πατριάρχης ένωσε τη μητροπολιτική έδρα Πυργίου με εκείνη της Εφέσου «για πάντα». Το έγγραφο αναφέρει ότι στην πραγματικότητα το Πυργίον είχε δοθεί στον μητροπολίτη Εφέσου κατὰ λόγον ἐπιδόσεως τρία χρόνια πριν. Αλλά καθώς εκείνος δεν ήταν σε θέση, μέχρι τότε, να ξαναμπεί στην εκκλησία του, δεν είχε μπορέσει να επισκεφτεί την εκκλησία του Πυργίου.59 Ακόμη και με την ένωση του Πυργίου με την Έφεσο, η κατάσταση είχε παρακμάσει τόσο πολύ στην Έφεσο, που περί το 1387 η μικρή κοινότητα δεν μπορούσε καν να στηρίξει έναν φτωχό ιερέα, γιατί όλα είχαν καταστραφεί από τους Τούρκους. Έτσι εκτός από το Πυργίον, η Έφεσος έλαβε την Πέργαμο, τις Κλαζομενές, τη Νέα Φώκαια,

όχι μόνο επειδή δεν είναι πια δυνατόν να χειροτονηθούν μητροπολίτες εκεί, αλλά και επειδή αυτό είναι συνηθισμένο και έχει συμβεί συχνά σε πολλές εκκλησίες, οι οποίες, έχοντας προαχθεί σε ευημερούσες εποχές από επισκοπές σε αρχιεπισκοπές ή μητροπολιτικές έδρες για κάποιον αναγκαίο λόγο, με την παρακμή των υποθέσεων υποβιβάστηκαν και πάλι σε επισκοπές. 60

οὐ μόνον διότι οὐκ ἔστι νῦν δυνατὸν ἐκεῖ μητροπολίτας χειροτονηθῆναι, ἀλλ' ὅτι καὶ σύνηθές ἐστι τοῦτο καὶ πολλάκις γεγονὸς ἐν πολλαῖς ἐκκλησίαις, τιμηθείσαις μὲν καιροῦ καλοῦντος ἀπὸ ἐπισκοπῶν εἰς ἀρχιεπισκοπὰς ἤ μητροπόλεις διά τινα χρείαν ἀναγκαίαν, πάλιν δὲ τῶν πραγμάτων μεταπεσόντων εἰς ὅ ἦσαν, πάλιν γενομέναις ἐπισκοπαῖς

Η Έφεσος υπέφερε κατά την περίοδο της εισβολής του Τιμούρ, αλλά παρ’ όλα αυτά διασώθηκε στον κατάλογο επισκοπών του 15ου αιώνα.61 Η Πέργαμος και το Πυργίον παράκμασαν γρήγορα τον 14ο αιώνα και έτσι απουσιάζουν από τον κατάλογο των ιεραρχών του 15ου αιώνα.62

Οι Σάρδεις παράκμασαν γρήγορα μετά την τουρκική κατάκτηση στις αρχές του 14ου αιώνα. Το 1343 ήταν ακόμη μητροπολιτική έδρα, η οποία συνέχιζε να υφίσταται μέχρι το 1369.63 Αλλά εκείνη τη χρονιά στον μητροπολίτη Φιλαδελφείας απονέμεται για πάντα η τάξη και ο τίτλος των Σάρδεων, γιατί από καιρό οι Σάρδεις δεν ήσαν τίποτε περισσότερο από σωρό ερειπίων:

Ο χρόνος που τα μεταβάλλει όλα και τα αλλάζει, και ετοιμάζει για εξαφάνιση εκείνα που ευημερούν, … και τη μεγάλη μητρόπολη των Σάρδεων, που είχε από καιρό τόσο μεγάλη δόξα και φήμη και την ομορφότερη τάξη και καλλιέργεια, ώστε να συγκαταλέγεται μεταξύ των πρώτων και μεγαλύτερων μητροπόλεων… και βρισκόταν στην άκρη της γλώσσας όλων, ως ευχάριστη απόλαυση και στολίδι των πολλών πόλεων που βρίσκονται στην Ασία, την έφερε [ο χρόνος] σε τέτοια υποβάθμιση, με τη συγκατάθεση του Θεού, και έτσι διέθεσε τις υποθέσεις της, ώστε να μη διασώζει ούτε καν το περίγραμμα ή κάποιο μικρό ίχνος πόλης, μετατρέποντάς την από κήπο πολυτελείας σε πεδιάδα καταστροφής και εξαφάνισης.64

Ὁ δὲ πάντα μεταποιῶν χρόνος καὶ ἀμείβων καὶ εἰς τὸ μὴ ὄν χωρεῖν παρασκευάζων τὰ καλῶς ἔχοντα, … καὶ τὴν τῶν Σάρδεων μεγάλην μητρόπολιν, ἐφ’ οὕτῳ δόξης προήκουσαν καὶ τοσαύτην περιφάνειαν σχοῦσαν ἀπό τε χρόνου καὶ τῆς τῶν ἐν αὐτῇ καλλίστης εὐταξίας τε καὶ παιδεύσεως, ὡς καὶ ταῖς μεγίσταις καὶ πρώταις συναριθμηθῆναι τῶν μητροπόλεων, … κἀν ταῖς ἁπάντων ἐγκειμένην γλώσσαις, ὡς ἥδισμά τι τερπνὸν καὶ καλλώπισμα τῶν ὅσαι τῆς Ἀσίας προκάθηνται πόλεων, εἰς τοσοῦτο νῦν ἀμορφίας προήνεγκε ταύτην καὶ οὕτω τὸ κατ’ αὐτήν, θεοῦ δηλαδὴ συγχωροῦντος, διέθετο, ὡς μηδὲ σχῆμα γοῦν πόλεως ἀποσώζειν καὶ μικρόν τινα χαρακτῆρα ἀντὶ παραδείσου τρυφῆς, ἀφανισμοῦ καὶ ἀπωλείας πεδίον γεγενημένην.

Η Φιλαδέλφεια παρέμενε βυζαντινή μέχρι την οθωμανική κατάκτηση το 1391 και έτσι συνέχιζε να είναι ισχυρό εκκλησιαστικό κέντρο. Συνεχίζει να υπάρχει στον κατάλογο επισκοπών του 15ου αιώνα.65

Η Σμύρνη κατακτήθηκε από τον Αϊντίν στις αρχές του 14ου αιώνα και όταν το 1318 διορίστηκε μητροπολίτης στη Σμύρνη, του δόθηκε η Χίος66 και πήρε εντολή

να πάρει από το χέρι εκείνους που έχουν παρεκτραπεί και να οδηγήσει πίσω στον φόβο για τον Θεό εκείνους που έχουν παραπλανηθεί.67

χειραγωγῆσαι παρατραπέντας καὶ πλανηθέντας καὶ ἐπιστρέψαι πρὸς θεοσέβειαν.

Το 1343 οι Λατίνοι πήραν τη Σμύρνη από τους Τούρκους και η θέση των χριστιανών φαίνεται ότι είχε ανακουφιστεί,68 γιατί προηγουμένως, μεταξύ 1329 και 1339, ο μητροπολίτης Εφέσου Ματθαίος είχε αναγκαστεί να παραμείνει στην Ευρώπη. Αν και το 1347 ο μητροπολίτης Φιλαδελφείας πήρε εντολή να φροντίζει τη Σμύρνη και τη Φώκαια,69 το 1363 ένας μητροπολίτης Σμύρνης εμφανίζεται στις πατριαρχικές πράξεις.70 Η απόφαση αναφέρει ότι οι χριστιανοί στη Σμύρνη είναι πολλοί. Το ότι η μητροπολιτική έδρα ήταν συγκριτικά εύπορη επιβεβαιώνεται από έγγραφο του 1387 που αφορά διαμάχη μεταξύ Σμύρνης και Εφέσου σχετικά με την Πέργαμο, τη Φώκαια και τις Κλαζομενές. Η Πέργαμος, οι Κλαζομενές και η Νέα Φώκαια είχαν δοθεί στην Έφεσο επειδή ήταν πιο φτωχή, ενώ στη σχετικά πιο ευημερούσα Σμύρνη δινόταν μόνο η Παλαιά Φώκαια.71 Αν και στις πατριαρχικές πράξεις δεν εμφανίζεται μητροπολίτης Σμύρνης μετά το 1389,72 η εκκλησία επέζησε από τις κατακτήσεις του Τιμούρ και εμφανίζεται στον κατάλογο μητροπολιτικών εδρών του 15ου αιώνα.73

Από τις μητροπολιτικές έδρες Αβύδου, Πηγών και Κυζίκου στις περιοχές του Ελλησπόντου, μόνο η Κύζικος επέζησε της καταιγίδας του 14ου αιώνα. Η Άβυδος, η οποία δεν αναφέρεται στις πατριαρχικές αποφάσεις, εμφανίζεται για τελευταία φορά στη λεγόμενη ἔκθεσι του Ανδρόνικου Γ’ (μέσα του 14ου αιώνα), αλλά ύστερα από τότε δεν ξανακούγεται. Είχε από καιρό γεμίσει με φιλοπόλεμους Τούρκους που ετοιμάζονταν να επιτεθούν στην Ευρώπη, και οι Έλληνες, όντας κοντά στη Θράκη, πρέπει να είχαν διαφύγει σε μεγάλο βαθμό.74 Η εκκλησία του Παρίου ενώθηκε με εκείνη των Πηγών στις αρχές του 14ου αιώνα λόγω της ανάγκης της τελευταίας, ενώ το 1354 ο μητροπολίτης Πηγών παρέλαβε τη μητροπολιτική έδρα Σωζοπόλεως ως περαιτέρω οικονομική υποστήριξη. Το έγγραφο που χορηγεί αυτήν την ἐπίδοσιν το 1354 δίνει την εικόνα ότι οι Πηγαί είχαν εξαφανιστεί. Στη συνέχεια εξαφανίζονται και από τις πατριαρχικές πράξεις και των κατάλογο επισκοπών, αφού πρώτα αναφερθούν στην ἔκθεσι του Ανδρόνικου Γ’.75

Η Κύζικος, της οποίας ο μητροπολίτης ήταν ἔξαρχος πάσης Ἑλλησπόντου, ήταν πιο σημαντική λόγω της στρατηγικής της εμπορικής θέσης. Το 1324 ήταν μια από τις τρεις εκκλησιαστικές έδρες της Ανατολίας που μπόρεσαν να συνεισφέρουν προσωρινή ετήσια επιδότηση στο άπορο πατριαρχείο. Αυτό δείχνει τον συγκριτικό της πλούτο, αν και σύντομα θα περνούσε δύσκολες στιγμές τον 14ο αιώνα. Μετά την οθωμανική κατάκτηση η Κύζικος παράκμασε τόσο, ώστε το 1347 δόθηκε στον μητροπολίτη Κυζίκου η Γάνος κατὰ λόγον ἐπιδόσεως.76 Κατά τα έτη 1370 και 137277 η έδρα ήταν χωρίς μητροπολίτη και μόλις το 1381 επανεμφανίστηκε μητροπολίτης.78 Ενδεχομένως αυτό οφειλόταν σε οικονομικές δυσκολίες. Με τον διορισμό νέου μητροπολίτη το 1387 ήταν απαραίτητο να του παραχωρηθεί, κατὰ λόγον ἐπιδόσεως, η παρακμάζουσα έδρα της Χαλκηδόνος, οι κτήσεις της στην Κωνσταντινούπολη, και ορισμένες πατριαρχικές κτήσεις στη Βιθυνία και τον Ελλήσποντο.79 Παρά τη σοβαρή αυτή παρακμή, η Κύζικος επέζησε και εμφανίζεται στον κατάλογο του 15ου αιώνα.80

Η περίοδος μεταξύ 1261 και 1337 ήταν πολύ ταραχώδης για τους χριστιανούς κατοίκους της Βιθυνίας.81 Οι Παχυμέρης και Γρηγοράς δίνουν ζωηρή περιγραφή της λεηλασίας της περιοχής και της φυγής του πληθυσμού της πίσω από τις πύλες των μεγαλύτερων πόλεων και πέρα από τη θάλασσα στη Θράκη. Αλλά ακόμη και μέσα στις πόλεις βίωναν πολιορκία, λιμό και σφαγή. Με την ολοκλήρωση και παγίωση των κατακτήσεων στη Βιθυνία από τον Ορχάν οι συνθήκες των χριστιανών σταθεροποιήθηκαν, τόσο στις πόλεις όσο και στην ύπαιθρο, και ο κλήρος, με την πληρωμή χρημάτων, κατέληξε τελικά σε modus vivendi με τους κατακτητές.82 Η Απάμεια παράκμασε νωρίς, περνώντας στη διοίκηση του μητροπολίτη Προύσης το 1318.83 Στην ἔκθεσι του Ανδρόνικου Γ’ αντικαταστάθηκε από τις εκκλησίες Λιτβών [Λιθουανών;] και Καυκασίων, και έτσι η εκκλησία φαίνεται ότι είχε εγκαταλειφθεί.84

Συνοδικά πρακτικά του 1318 περιγράφουν την Προύσα ως σκληρά πιεζόμενη,85 αντανακλώντας την αυξανόμενη οθωμανική στρατιωτική πίεση και τις πολιορκίες των μεγαλύτερων πόλεων της Βιθυνίας. Ως απάντηση σε αυτό, η εκκλησία της Προύσας είχε λάβει τη διοίκηση της Απάμειας και του πατριαρχικού μοναστηριού του Οσίου Ευστρατίου μέσα στην Προύσα.86 Προφανώς τα δεινά της Προύσας τον μισό αιώνα που ακολούθησε την κατάκτησή της ήσαν σοβαρά, καθώς το 1327 και ξανά το 1331 ο μητροπολίτης της πόλης εμφανίζεται ως πρόεδρος της εκκλησίας της Βιζύης στην Ευρώπη και νόμιμος μητροπολίτης εμφανίζεται μόνο το 1347.87 Περαιτέρω ένδειξη των δυσκολιών της εκκλησίας είναι το γεγονός ότι από το 1347 έως το 1386 δεν αναφέρεται κανένας μητροπολίτης Προύσας.88 Αφού η Προύσα ήταν κοντά στην Κωνσταντινούπολη, είναι πολύ πιθανό, ότι αν υπήρχε τακτικός μητροπολίτης, θα εμφανιζόταν σε ορισμένες από τις συναντήσεις της συνόδου στην Κωνσταντινούπολη και θα είχε υπογράψει τα πρακτικά. Το 1386 ο μητροπολίτης Προύσας διοικούσε την εκκλησία του Κοτυαίου89 και το 1401 την εκκλησία της Νικομήδειας.90 Αν και η Προύσα επέζησε από την κρίση του 14ου αιώνα και εμφανίζεται στον κατάλογο επισκοπών του 15ου αιώνα, είχε υποστεί μεγάλη παρακμή.91

Η Νικομήδεια, η οποία καταλήφθηκε από τους Οθωμανούς το 1337, υπέστη επίσης τις σοβαρές δοκιμασίες συνεχών πολιορκιών.92 Από το 1327 έως το 1356 κανένας μητροπολίτης Νικομηδείας δεν εμφανίζεται στις πατριαρχικές πράξεις. Το 1356 ο μητροπολίτης Σηλυμβρίας κατείχε την εκκλησία της Νικομήδειας ως ὁ τόπον ἐπέχων,93 ενώ με τον ίδιο τρόπο την κατείχε το 1381-83 και ίσως μέχρι το 1385 ο μητροπολίτης Ουγγρο-Βλαχίας.94 Αυτά τα γεγονότα καταδεικνύουν την αβεβαιότητα των συνθηκών υπό τις οποίες ζούσαν οι χριστιανοί της περιοχής ακόμη και μετά την πρώιμη οθωμανική κατάκτηση. Η Νικομήδεια συνεχίζει όμως ως πολύ μειωμένη μητροπολιτική έδρα στον κατάλογο επισκοπών του 15ου αιώνα.95

Η Νίκαια έπεσε τελικά το 1331. Αλλά οι γύρω περιοχές Βηλόκωμα, Αγγελόκωμα, Αναγουρδής, Πλατανέα και Μελάγγεια είχαν προηγουμένως πέσει στους Τούρκους και είχαν καταστεί μισοερημωμένες.96 Ο Νικηφόρος Γρηγοράς περιγράφει την επίδραση της κατάκτησης στους χριστιανούς:

Οι βάρβαροι εγκαταστάθηκαν άφοβα στις ακτές της Βιθυνίας και επέβαλαν τους βαρύτερους φόρους στις υπόλοιπες μικρές πόλεις. Δεν οδήγησαν αμέσως τους ανθρώπους και τις πόλεις σε ολοκληρωτική καταστροφή, αν και μπορούσαν να το κάνουν εύκολα και σε πολύ σύντομο χρόνο. Δεν σταματούσαν όμως να κάνουν συχνές επιθέσεις και να συλλαμβάνουν τους περισσότερους από τους ταλαίπωρους, τόσο στη στεριά όσο και στη θάλασσα.97

ἀδεῶς δὲ ἤδη τὰς οἰκήσεις ἐν τοῖς παραλίοις τῆς Βιθυνίας οἱ βάρβαροι ποιήσαντες βαρυτάτους ἐπέθηκαν φόρους τοῖς ἐναπολειφθεῖσι βραχέσι πολιχνίοις, δι' οὓς τέως οὐκ αὔτανδρα πρὸς ὄλεθρον ἤλασαν παντελῆ, μάλα ῥᾳδίως δυνάμενοι καὶ ἐν βραχυτάτῳ χρόνῳ τοῦτο τελεῖν. οὐκ ἐπιλείπουσι δ' ὅμως συχνὰς ποιούμενοι τὰς ἐφόδους καὶ ζωγροῦντες τῶν ταλαιπώρων τοὺς πλείους ἔκ τε γῆς καὶ θαλάττης ἀεί.

Μια πράξη της Κωνσταντινουπολίτικης συνόδου (1381) δηλώνει ρητά ότι η Νίκαια, έδρα της Πρώτης Οικουμενικής Συνόδου και πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας των Λασκαριδών, πρόκειται να δεχτεί την Προύσα ὡς ἐπίδοσιν λόγω της παρακμής της.98 Η περιοχή υπέστη περαιτέρω καταστροφή στις αρχές του 15ου αιώνα, όταν ο Σεβιντζίκ, στρατηγός του Τιμούρ, εμφανίστηκε να λεηλατεί και να καταστρέφει τις περιοχές της Νικαίας και της Κίου. Η Νίκαια όμως διασωζόταν ως έδρα μητροπολίτη στον κατάλογο επισκοπών του 15ου αιώνα.99

Στην εκκλησία της Χαλκηδόνος η παρακμή είναι εμφανής από τις αρχές του 14ου αιώνα, και φαίνεται ότι είχε καταστραφεί σε μεγάλο βαθμό από τις επιδρομές των Τούρκων. Περί το 1316 ο μητροπολίτης έλαβε την εκκλησία της Μαρώνειας (στα Βαλκάνια) και την κρατούσε μέχρι το 1327.100 Στη συνέχεια η μητροπολιτική έδρα εξαφανίζεται από τις πατριαρχικές πράξεις για εικοσιεπτά χρόνια, μέχρι το 1354.101 Το 1387 ο μητροπολίτης Κυζίκου έλαβε τη μητροπολιτική έδρα Χαλκηδόνος, με το έγγραφο να αναφέρει ότι,

η πόλη της Χαλκηδόνος καταστράφηκε πριν από πολλά χρόνια και έχει πολύ λίγους κατοίκους, ώστε να μην χρειάζονται επίσκοπο. 102

τῆς γὰρ πόλεως Χαλκηδόνος πρὸ χρόνων πολλῶν ἀφανισθείσης καὶ λίαν ὀλίγων ὄντων τῶν ἐποίκων αὐτῆς, ὡς μηδὲ ἐπισκόπου χρείαν ἔχειν αὐτούς.

Αυτό επαναλαμβάνεται σε πρακτικά του 1389, που δηλώνουν ότι παρόλο που ο προηγούμενος πατριάρχης (Φιλόθεος) είχε αποφανθεί ότι δεν έπρεπε ποτέ ξανά να υπάρχει μητροπολίτης Χαλκηδόνος, θα διοριστεί και πάλι μητροπολίτης. Ωστόσο αυτός δεν θα έχει κανένα από τα προηγούμενα δικαιώματα στη Χαλκηδόνα και θα παραμένει στην Κωνσταντινούπολη,

όπως όλοι οι άλλοι αρχιερείς που έρχονται εδώ λόγω… αναγκαιότητας.103

καθὼς καὶ οἱ ἕτεροι πάντες τῶν ἀρχιερέων, ὅτε διὰ χρείαν τινά ἐνταῦθα παραγένωνται.

Αυτά τα διοικητικά έγγραφα, που προέρχονται από την πατριαρχική σύνοδο, δείχνουν ότι εικοσιεπτά μητροπολιτικές έδρες της Ανατολίας έπαψαν να υπάρχουν κάποια στιγμή κατά τον 14ο ή 15ο αιώνα: Μελιτηνής, Κελτζηνής, Μωκισσού, Τυάνων, Ναζιανζού, Γάγγρας, Αμάστριδος, Ποντοηρακλείας, Αμορίου, Πεσσινούντος, Σίδης, Μύρων, Πέργης, Ατταλείας, Σταυρουπόλεως, Ιεραπόλεως, Λαοδικείας, Συννάδων, Κοτυαίου, Αντιοχείας Μαιάνδρου, Μιλήτου, Περγάμου, Πυργίου, Σάρδεων, Πηγών, Αβύδου και Απαμείας. Μια δεύτερη ομάδα εγγράφων, οι κατάλογοι επισκοπών (notitiae episcopatum), όχι μόνο επιβεβαιώνει τις συνοδικές πράξεις, αλλά τις συμπληρώνει καταγράφοντας την εξαφάνιση κι άλλων μητροπολιτικών και επισκοπικών εδρών της Ανατολίας.

Οι κατάλογοι επισκοπών

Οι ονομαζόμενοι Κατάλογοι Επισκοπών (Notitiae Episcopatum) αποτελούν μια δεύτερη πηγή για την αναπαράσταση του αριθμού των μητροπολιτικών και επισκοπικών εδρών και της θέσης τους στην ιεραρχία της εκκλησίας. Αυτοί οι κατάλογοι μητροπολιτικών εδρών, επισκοπών και αρχιεπισκοπών συντάσσονταν για σκοπούς πρωτοκόλλου και χρησιμοποιούνταν σε συνόδους, στην αυλή και άλλες επίσημες δραστηριότητες. Οι κατάλογοι επισκοπών καθορίζουν με σαφήνεια τη θέση και την ιεραρχική κατάταξη του συμμετέχοντα. Την ίδια δουλειά έκαναν για τα μέλη της βυζαντινής στρατιωτικής και διοικητικής οργάνωσης έγγραφα όπως το Κλητηρολόγιον του Φιλοθέου. Αυτοί οι κατάλογοι αντικατοπτρίζουν τις τυπικές αλλαγές στη σύνθεση των επισκοπών. Παρέχουν τις αλλαγές είτε μέσω ανυψώσεων ή υποβιβάσεων ορισμένων εκκλησιαστικών εδρών, καθώς επίσης με την εξαφάνιση παλαιών και την εμφάνιση νέων μητροπολιτικών εδρών ή επισκοπών, ως αποτέλεσμα πολιτικής παρακμής ή επέκτασης.

Πώς μπορούν να χρησιμοποιηθούν αυτοί οι κατάλογοι από τον ιστορικό; Υπάρχουν τρεις θεμελιώδεις κανόνες που πρέπει να τηρούνται: (1) Αυτά τα έγγραφα, από τη φύση τους, είναι εξαιρετικά συντηρητικά και τείνουν να διατηρούν την παλαιά τάξη των μητροπολιτικών εδρών και επισκοπών (αρκετά συχνά μπορεί να αναφέρουν μια μητροπολιτική έδρα ή επισκοπή που είτε έχει μειωθεί σημαντικά είτε έχει εξαφανιστεί). (2) Βρίσκουμε εκκλησιαστικές έδρες που δεν αναφέρονται στον κατάλογο επισκοπών λόγω της σύντομης ζωής τους. (3) Όταν μια μητροπολιτική έδρα δεν αναφέρεται πια στον κατάλογο επισκοπών, είναι πιθανώς σωστό να υποθέσουμε είτε την εξαφάνισή της είτε την απότομη παρακμή της ως χριστιανικό κέντρο. Από αυτά τα τρία σημεία, πρόκειται να εξετάσουμε μόνο το πρώτο και το τρίτο για τους σκοπούς μας. Μπορούμε να προχωρήσουμε στην αξιολόγηση του καταλόγου επισκοπών σε αυτή τη βάση. Αν μητροπολιτικές έδρες παύουν να αναφέρονται σε αυτά τα έγγραφα, αυτό σημαίνει ότι έπαψαν να λειτουργούν ως σημαντικά χριστιανικά κέντρα στη Μικρά Ασία και αυτή η εξαφάνιση από τους καταλόγους είναι διπλά σημαντική, καθώς ο παραδοσιακός βυζαντινός συντηρητισμός δεν ήταν πρόθυμος να εγκαταλείψει το καθιερωμένο πρότυπο. Δεύτερον, αν μητροπολιτικές έδρες εξακολουθούν να αναφέρονται στη Μικρά Ασία στους καταλόγους επισκοπών του 12ου έως τον 15ο αιώνα, πρέπει να αξιολογήσουμε και να ελέγξουμε τους καταλόγους επισκοπών, με βάση όσα γνωρίζουμε για την πραγματική ιστορία της περιοχής και της περιόδου.104

Σύνολο
Μητροπολιτών
Μητροπολίτες
στην Ανατολία
Μητροπολίτες
στην Ευρώπη
Σύνολο
Επισκόπων
Επίσκοποι
στην Ανατολία
Επίσκοποι
στην Ευρώπη
Λέων ΣΤ’105 51 32 19 515 373 142
Νέα Τακτικά106 54 35 19 503 370 133
Τσιμισκής107 56 37 19
Σκαμπαλάνοβιτς108 81 46 35
Φιλιππικός 1477109 82 47 35
Ισαάκιος Β’110 93 52 41
Περί το 1204111 85 48 37 611 421 190
Ανδρόνικος Β’112 112 56 56
Ανδρόνικος Γ’113 108 54 54
Κατάλογος 5ου αιώνος114 72 17 54 118 3 115

Οι κατάλογοι επισκοπών (Notitiae Episcopatum) που θα εξεταστούν είναι δέκα σε αριθμό και εκτείνονται χρονολογικά από τον 10ο έως τον 15ο αιώνα. Σε καθέναν θα σημειώνεται πρώτον, ο συνολικός αριθμός μητροπολιτικών εδρών, δεύτερον, ο αριθμός στη Μικρά Ασία, τρίτον, ο αριθμός στις ευρωπαϊκές επαρχίες, τέταρτον, ο συνολικός αριθμός επισκοπών (όπου παρέχεται), πέμπτον, ο αριθμός στη Μικρά Ασία, έκτον, ο αριθμός στις ευρωπαϊκές επαρχίες.

Τι λένε τα στατιστικά στοιχεία από αυτούς τους καταλόγους επισκοπών και, πιο σημαντικό, τι μπορεί να προκύψει από αυτά; Ο βασικός κατάλογος είναι εκείνος που αποδίδεται στον Λέοντα ΣΤ’, επειδή είναι το υπόδειγμα για εκείνους που ακολούθησαν. Περιλαμβάνει 51 μητροπολιτικές έδρες, από τις οποίες 32 βρίσκονται στη Μικρά Ασία και 19 στις ευρωπαϊκές επαρχίες της αυτοκρατορίας. Από τις 515 επισκοπές, 373 βρίσκονται στη Μικρά Ασία και μόνο 142 βρίσκονται στο ευρωπαϊκό τμήμα της αυτοκρατορίας. Ο πολύ μεγαλύτερος αριθμός μητροπολιτικών και επισκοπικών εδρών στη Μικρά Ασία αντικατοπτρίζει τη συγκριτικά μεγαλύτερη σημασία, το μέγεθος και τον πλούτο της εκκλησίας στην Ανατολία. Αυτό αντικατοπτρίζεται περαιτέρω στην ιεραρχική κατάταξη (προβάδισμα) των διαφόρων μητροπολιτικών εδρών στον κατάλογο επισκοπών. Στον κατάλογο που ακολουθεί, δίπλα σε κάθε μητροπολιτική έδρα αναγράφεται ο αριθμός των επισκοπών που υπάγονται σε αυτήν.115

  Μητροπολιτική
έδρα
Υπαγόμενες
επισκοπές
    Μητροπολιτική
έδρα
Υπαγόμενες
επισκοπές
1. Καισάρεια 15   27. Κόρινθος 7
2. Έφεσος 34   28. Αθήνα 10
3. Ηράκλεια 15   29. Μωκισσός 4
4. Άγκυρα 8   30. Σελεύκεια 22
5. Κύζικος 12   31. Καλαβρία 12
6. Σάρδεις 21   32. Πάτρα 4
7. Νικομήδεια 10   33. Τραπεζούς 7
8. Νίκαια 6   34. Λάρισα 10
9. Χαλκηδών 0   35. Ναύπακτος 8
10. Σίδη 16   36. Φιλιππούπολις 10
11. Σεβάστεια 4   37. Τραϊανούπολις 7
12. Αμάσεια 5   38. Ρόδος 10
13. Σικελία 13   39. Φίλιπποι 6
14. Τύανα 3   40. Αδριανούπολις 11
15. Γάγγρα 3   41. Ιεράπολις 9
16. Θεσσαλονίκη 5   42. Δυρράχιον 4
17. Κλαυδιούπολις 5   43. Σμύρνη 4
18. Νεοκαισάρεια 3   44. Κατάνη 0
19. Πεσσινούς 7   45. Αμόριον 5
20. Μύρα 33   46. Κάμαχα 8
21. Σταυρούπολις ή Καρία 26   47. Κοτύαιον 3
22. Λαοδίκεια 22   48. Αγία Σεβερίνα 4
23. Σύνναδα 22   49. Μιτυλήνη 5
24. Ικόνιον 15   50. Νεοπάτρα 1
25. Αντιόχεια (Μαιάνδρου) 21   51. Ευχάιτα 4
26. Πέργη ή Σύλαιον 18  

Όχι μόνο υπάρχουν περισσότερες μητροπολιτικές έδρες στη Μικρά Ασία, αλλά είναι γενικά μεγαλύτερες και οι περιοχές τους είναι πιο πυκνοκατοικημένες από τις μητροπολιτικές έδρες της Ευρώπης, όπως υποδηλώνει ο μεγαλύτερος αριθμός επισκοπών που υπάγονταν σε καθεμιά. Η μεγαλύτερη μητροπολιτική έδρα στην Ευρώπη είναι εκείνη της Ηρακλείας [στη βόρεια ακτή της Προποντίδας] με δεκαπέντε επισκοπές κάτω από αυτήν. Η Αδριανουπόλεως έχει δέκα επισκοπές, ενώ μια πόλη όπως η Θεσσαλονίκη έχει μόνο πέντε. Από την άλλη πλευρά, η μητροπολιτική έδρα Εφέσου υπερηφανεύεται για τριαντατέσσερις επισκοπές, η Μύρων για τριαντατρείς, η Σελευκείας για εικοσιδύο, η Σάρδεων για εικοσιμία, η Αντιοχείας Μαιάνδρου για εικοσιμία, η Σταυρουπόλεως για εικοσιέξι και ούτω καθεξής. Από τις πρώτες εικοσιέξι μητροπολιτικές έδρες που εμφανίζονται στον κατάλογο, μόνο τρεις (Ηράκλεια, Σικελία, Θεσσαλονίκη) βρίσκονται στην Ευρώπη, ενώ εικοσιτρείς από τις εικοσιέξι βρίσκονται στη Μικρά Ασία! Αυτό εγείρει το επόμενο πρόβλημα. Από τι καθορίζεται η σειρά κατάταξης; Από το μέγεθος, από την παράδοση προβαδίσματος που καθιερώθηκε από την εκκλησία σε προγενέστερη περίοδο ή από συνδυασμό και των δύο; Με λίγα λόγια, η σειρά κατάταξης μας λέει άραγε τίποτε για το συγκριτικό μέγεθος του πληθυσμού; Φαίνεται ότι η σειρά κατάταξης εξαρτιόταν, αρχικά, από την παράδοση της σχηματιζόμενης εκκλησίας και από τη θέση της πόλης στην επαρχιακή διοίκηση της αυτοκρατορίας. Επομένως συχνά πρέπει να συνέβαινε ώστε οι παραδόσεις της διαμορφούμενης εκκλησίας να συνδέονται με αστικά κέντρα αξιοσέβαστου μεγέθους. Αυτές οι μητροπολιτικές έδρες έπρεπε να διατηρούν συγκεκριμένο πληθυσμό προκειμένου να διατηρήσουν την εκκλησιαστική τους σημασία κατά τη διάρκεια των αιώνων. Το ότι οι εκκλησιαστικές επαρχίες της Μικράς Ασίας είχαν μεγαλύτερο πληθυσμό απ’ όσο οι ευρωπαϊκές εκκλησιαστικές επαρχίες αποδεικνύεται από τον μεγαλύτερο αριθμό επισκοπών που κατείχαν οι πλουσιότερες μητροπολιτικές έδρες της Μικράς Ασίας. Τα Νέα Τακτικά και ο κατάλογος επισκοπών που αποδίδεται στη βασιλεία του Ιωάννη Τσιμισκή μαρτυρούν την ίδια κατάσταση. Σε αυτόν τον τελευταίο αναφερθέντα κατάλογο επισκοπών, υπάρχουν σχεδόν διπλάσιες μητροπολιτικές έδρες στη Μικρά Ασία (37) απ’ όσες στην Ευρώπη (19). Οι κατάλογοι επισκοπών (Notitiae Episcopatum) του 11ου αιώνα δείχνουν αξιοσημείωτη αύξηση των μητροπολιτικών εδρών τόσο στη Μικρά Ασία όσο και ιδιαίτερα στην Ευρώπη. Από συνολικά ογδονταδύο, σαρανταεπτά βρίσκονται στη Μικρά Ασία και τριανταπέντε στην Ευρώπη. Αν και υπήρξε τρομακτική αύξηση του αριθμού των ευρωπαϊκών μητροπολιτικών εδρών, ο αριθμός τους στην Ευρώπη δεν φτάνει τον αριθμό εκείνων στη Μικρά Ασία. Η αύξηση του αριθμού, τόσο στην Ευρώπη όσο και στη Μικρά Ασία, οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην επέκταση της αυτοκρατορίας τον 10ο και τον 11ο αιώνα στην ανατολική Μικρά Ασία, τα Βαλκάνια και την Κρήτη. Όμως εμφανίζονται επίσης πολλές νέες μητροπολιτικές έδρες σε μη παραμεθόριες περιοχές, τόσο στη Μικρά Ασία όσο και στην Ευρώπη. Γιατί συμβαίνει αυτό; Οφείλεται άραγε σε αύξηση του πληθυσμού ή μήπως είναι απλώς παράλληλο με τη διαίρεση των επαρχιακών θεμάτων σε μεγαλύτερο αριθμό μικρότερων περιοχών; Είναι πολύ δύσκολο να πούμε ποιος είναι ο λόγος για την αύξηση του αριθμού αυτού του τύπου των μητροπολιτικών εδρών, αλλά οι παρατηρήσεις του Βαλσαμώνος, ειδικού του κανονικού δικαίου, υποδηλώνουν ότι αυτή η επέκταση συνδέεται εν μέρει με την αύξηση του πληθυσμού.

Αυτή η τάση, δηλαδή η αύξηση του αριθμού των μητροπολιτικών εδρών τόσο στην Ευρώπη όσο και στη Μικρά Ασία, συνεχίζεται μέχρι τον 12ο και τον 13ο αιώνα και ακόμη και τον 14ο αιώνα. Στην πραγματικότητα φτάνει σε υψηλό σημείο στον κατάλογο επισκοπών που εμφανίστηκε κατά τη βασιλεία του Ανδρόνικου Β’ και αρχίζει μόνο να μειώνεται ελαφρώς στον κατάλογο επισκοπών της βασιλείας του Ανδρόνικου Γ’. Αυτό είναι ιδιαίτερα ενοχλητικό, γιατί γνωρίζουμε καλά την κακή κατάσταση των συνθηκών στη Μικρά Ασία από τον 12ο αιώνα και στις ευρωπαϊκές επαρχίες από την εποχή της Τέταρτης Σταυροφορίας. Έπρεπε να αναμένουμε μείωση του αριθμού των μητροπολιτικών εδρών και στις δύο περιοχές ή, στην καλύτερη περίπτωση, ότι ο αριθμός αυτών των εδρών θα παρέμενε ο ίδιος, σε συμφωνία με τον παραδοσιακό βυζαντινό συντηρητισμό. Έτσι, στον κατάλογο επισκοπών από τη βασιλεία του Ανδρόνικου Β’, υπάρχουν 112 μητροπολιτικές έδρες που κατανέμονται ομοιόμορφα μεταξύ Μικράς Ασίας (56) και Ευρώπης (56). Ωστόσο, παρόλο που η εμφάνιση ενός τόσο μεγάλου αριθμού μητροπολιτικών εδρών στη Μικρά Ασία τείνει να βλάπτει αυτόν τον κατάλογο ως δείκτη της κατάστασης της εκκλησίας στη Μικρά Ασία, η εμφάνιση αυτή χαρακτηρίζεται από έναν ενδιαφέροντα παράγοντα. Πολλές από τις παλαιές, εξέχουσες μητροπολιτικές έδρες της Ανατολίας αρχίζουν να βυθίζονται χαμηλότερα στη σειρά κατάταξης. Έτσι, οι Σίδης, Σεβαστείας, Αμασείας, Μελιτηνής, Τυάνων και Γάγγρας για παράδειγμα, πέφτουν σε τρεις θέσεις στη σειρά προβαδίσματος. Αντίθετα, η Θεσσαλονίκη στην Ευρώπη ανεβαίνει από τη δέκατη έκτη στην ενδέκατη θέση.116 Η τάση είναι προφανής. Ορισμένες ευρωπαϊκές επαρχίες αρχίζουν τώρα να ανεβαίνουν στην ιεραρχική σειρά, ενώ πολλές από τις εκκλησίες της Ανατολίας αρχίζουν να γλιστρούν χαμηλότερα στην κατάταξη. Αυτό, φυσικά, θα περίμενε κανείς στη Μικρά Ασία. Αυτό αντικατοπτρίζεται περαιτέρω στο γεγονός ότι για πρώτη φορά ο αριθμός των μητροπολιτικών εδρών στην Ευρώπη ισούται με τον αριθμό εκείνων στη Μικρά Ασία. Οι κατάλογοι επισκοπών (Notitiae Episcopatum) συνέχιζαν να επικεντρώνονται σε εκείνον του Λέοντος ΣΤ’ ως την ιδανική μορφή, ενώ οι Κομνηνοί και οι Άγγελοι είχαν απλώς επιδιορθώσει την παλαιά διατύπωσι του Λέοντος ΣΤ’ χωρίς να την αλλάξουν βασικά. Αν και την εποχή των Παλαιολόγων το μεγαλύτερο μέρος της Μικράς Ασίας και μεγάλο μέρος της Ευρώπης είχαν χαθεί, οι αυτοκράτορες εξακολουθούσαν να διατηρούν τις παλαιές μορφές και γίνονταν ακόμη παραχωρήσεις στο παρελθόν. Τώρα όμως αρχίζει να βλέπει κανείς τον αντίκτυπο των απωλειών της εκκλησίας, οι οποίες αρχίζουν σταδιακά να εκδηλώνονται στον κατάλογο επισκοπών του Ανδρόνικου Β’. Οι σημαντικές πόλεις της αυτοκρατορίας όπως η Θεσσαλονίκη, η Αδριανούπολη και η Μονεμβασία στην Ευρώπη, και η Φιλαδέλφεια, η Προύσα και η Πέργαμος στη βορειοδυτική Ανατολία (βυζαντινή ακόμη περιοχή) διατηρούν και βελτιώνουν τη θέση τους στην ιεραρχία. Από την άλλη πλευρά, πολλές από τις παλαιές μητροπολιτικές έδρες της Μικράς Ασίας, που σε ορισμένες περιπτώσεις δεν ήσαν τίποτε περισσότερο από ένα σωρό πέτρες και ερείπια, υποχωρούσαν ιεραρχικά μερικές θέσεις. Έτσι, η παλιά παραδοσιακή μορφή του καταλόγου επισκοπών έχει αρχίσει να καταρρέει και η διατύπωση τἀ ἀρχαῖα κρατείτω αρχίζει να παραχωρεί έδαφος αργά αλλά αισθητά, πριν από τη μεγάλη καταστροφή που υπέστη η εκκλησία από τα τέλη του 11ου αιώνα.117

Με τον 15ο αιώνα, η κραυγαλέα διαφωνία μεταξύ ιερατικής προσποίησης και πραγματικής κατάστασης εξαφανίζεται τελικά από τους καταλόγους επισκοπών. Ένας επισκοπικός κατάλογος στα τέλη του 15ου αιώνα απαριθμεί εβδομηνταμία (ή εβδομηνταδύο;)118 μητροπολιτικές έδρες υπό τον πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, από τις οποίες μόνο δεκαεπτά βρίσκονται στην Ανατολία και πενηντατέσσερις στην Ευρώπη! Υπάρχουν επτά αρχιεπισκοπές στην Ευρώπη αλλά μόνο μία στη Μικρά Ασία. Από πολύ μεγάλο αριθμό επισκοπών, μόνο τρεις βρίσκονται στην Ανατολία! Αυτό το εκκλησιαστικό έγγραφο αντικατοπτρίζει με εκπληκτική σαφήνεια και συντομία, ασυνήθιστη στη μακρά παράδοση της εκκλησιαστικής λογοτεχνίας, την πλήρη κατάρρευση του Ελληνισμού στη Μικρά Ασία. Ο συγγραφέας του καταλόγου, μετά την καταγραφή των υπαρχουσών μητροπολιτικών εδρών και αρχιεπισκοπών, περιλαμβάνει έναν θρήνο για τη θλιβερή κατάσταση της εκκλησίας στην Ανατολία.

Τι τρομακτική πτώση! Διάβασέ τα όλα [τα παρακάτω] και θα θρηνήσεις πολύ.

Βαβαὶ τῆς παραχωρήσεως· ἀνάγνωσον ὅλον καὶ μεγάλως θρηνήσεις.

Υπήρχαν επίσης και άλλες μητροπόλεις και αρχιεπισκοπές και επισκοπές, όπως φαίνεται γραμμένο στη διατύπωση του αυτοκράτορα κυρ Λέοντος του Σοφού, και σε εκείνη του αυτοκράτορα κυρ Ανδρόνικου του δεύτερου των Παλαιολόγων, ο οποίος αυτοκράτορας ανέβασε άλλες μητροπόλεις και τίμησε από μικρότερους θρόνους σε μεγαλύτερους, ενώ άλλες μεγάλες υποβίβασε σε μικρότερους θρόνους, έχοντας εξουσία ως αυτοκράτορας [για να το πράξει]. Από αυτές, πολλές ερημώθηκαν και εξαλείφθηκαν εντελώς από εκείνους που μας κυβερνούν.

Ἦσαν δὲ καὶ ἄλλαι μητροπόλεις καὶ ἀρχιεπιοκοπαί, ὡς φαίνεται γεγραμμένον εἰς τὴν διατύπωσιν τοῦ βασιλέως κυροῦ Λέοντος τοῦ σοφοῦ, καὶ ἐπισκοπαί, καὶ εἰς τὴν τοῦ βασιλέως κυροῦ Ἀνδρονίκου τοῦ δευτέρου τῶν Παλαιολόγων, ὁ ὁποῖος βασιλεὺς ἄλλας μεν μητροπόλεις ἀνεβίβασεν καὶ ἐτίμησεν ἀπὸ μικροὺς θρόνους εἰς μεγαλυτέρους, καὶ ἄλλας μεγάλας ἐκατέβασεν εὶς θρόνους μικροτέρους, ἔχων ἐξουσίαν ὡς βασιλεύς· ἀπὸ τὰς ὁποίας πολλαὶ ἐρημώθησαν καὶ τελείως ἠφανίσθησαν ἀπὸ τῶν κρατούντων ἡμᾶς.

Και ούτε μητροπολίτης μπορεί να βρεθεί στις μητροπόλεις, ούτε αρχιεπίσκοπος στις αρχιεπισκοπές, ούτε επίσκοπος στις επισκοπές, ούτε ιερέας σε εκκλησία, ούτε μοναχός σε μοναστήρι ή σε μικρό μοναστήρι ή σε κελί, ούτε άλλος κοσμικός χριστιανός σε κάστρο ή σε χώρα, λόγω εκείνων των αμαρτιών που γνωρίζει ο Θεός, του οποίου οι κρίσεις είναι ανεξερεύνητες και οι οδοί ανεξιχνίαστες.

Καὶ οὔτε μητροπολίτης εὑρίσκεται εἰς τὰς μητροπόλεις, οὔτε ἀρχιεπίσκοπος εἰς τὰς ἀρχιεπισκοπάς, οὔτε ἐπίσκοπος εἰς τὰς ἐπισκοπάς, οὔτε ἱερεὺς εἰς ἐκκλησίαν, οὔτε καλόγηρος εἰς μοναστήριον ἤ εἰς μονύδριον ἤ εἰς κελλίον, οὔτε ἄλλος χριστιανὸς κοσμικὸς εἰς κάστρον ἤ εἰς χώραν, δι’ οἷς κρίμασιν οἶδε ὁ θεός, ὅτι ἀνεξερεύνητα τὰ κρίματα αὐτοῦ καὶ ἀνεξιχνίαστοι αἱ ὁδοὶ αὐτοῦ·

Πενηνταμία μητροπόλεις είναι ερημωμένες, δεκαοκτώ αρχιεπισκοπές και τετρακόσιες εβδομήντα οκτώ επισκοπές. Ενώ στη διατύπωση του προαναφερθέντος αυτοκράτορα κυρ Λέοντος του Σοφού υπάρχουν ενενήντα μητροπόλεις.

Πεντήκοντα καὶ μία μητροπόλεις εἶναι ἐρημωμέναι καὶ ἀρχιεπισκοπαὶ δέκα καὶ ὀκτώ καὶ ἐπισκοπαὶ υοη. εἰς δὲ τὴν διατύπωσιν τοῦ ῥηθέντος βασιλέως κυροῦ Λέοντος τοῦ σοφοῦ εἶναι μητροπόλεις ἐννενῆντα·

Στη [διατύπωση] του προαναφερθέντος αυτοκράτορα κυρ Ανδρόνικου του δεύτερου, των Παλαιολόγων, υπάρχουν εκατόν δώδεκα [μητροπολίτες] και εικοσιπέντε αρχιεπισκοπές.

εἰς δὲ τὴν τοῦ εἰρημένου ἄνωθεν βασιλέως κυροῦ Ἀνδρονίκου τοῦ δευτέρου τῶν Παλαιολόγων εἶναι ριβ καὶ ἀρχιεπισκοπαὶ κε.

Και δεν εξαλείφθηκαν μόνο αυτές οι μητροπόλεις, αρχιεπισκοπές, επισκοπές, μοναστήρια και εκκλησίες, αλλά και οι επαρχίες των τριών πατριαρχών Αλεξανδρείας, Αντιοχείας και Ιεροσολύμων. Και δεν θα βρείτε ούτε έναν αρχιερέα σε αυτές, ούτε άλλον χριστιανό, ιερωμένο ή λαϊκό.

καὶ οὐχὶ μόνον αὐταὶ αἱ μητροπόλεις καὶ αἱ ἀρχιεπισκοπαὶ καὶ αἱ ἐπισκοπαὶ καὶ τὰ μοναστήρια καὶ αἱ ἐκκλησίαι ἠφανίσθησαν· ἀμὴ καὶ τῶν τριῶν πατριαρχῶν αἱ ἐπαρχίαι, τοῦ Ἀλεξανδρείας, τοῦ Ἀντιοχείας καὶ τοῦ Ἱεροσολύμων· καὶ οὐδέναν ἀρχιερέαν εὑρήσεις εἰς αὐτάς, οὔτε ἄλλον χριστιανὸν ἱερωμένον ἤ λαϊκόν.

Αλλά στους θρόνους αυτών των πατριαρχείων θα βρείτε μόλις λίγους ιερείς, μοναχούς και λαϊκούς. Επειδή οι εκκλησίες των επαρχιών τους έχουν εξαλειφθεί πλήρως και ο λαός του Χριστού, δηλαδή οι χριστιανοί, έχουν καταστραφεί εντελώς.119

ἀμὴ εἰς τοὺς θρόνους αὐτῶν τῶν πατριαρχῶν μόλις νὰ εὕρῃς ἱερωμένους καὶ μοναχοὺς καὶ κοσμικοὺς ὀλίγους· ὅτι τελείως ἐκ βάθρων γῆς αἱ ἐκκλησίαι τῆς ἐπαρχίας αὐτῶν ἠφανίσθησαν, καὶ ὁ λαὸς τοῦ Χριστοῦ ἤγουν οἱ χριστιανοὶ ἐξολοθρεύθησαν.

Η αναφορά σε 90 μητροπολιτικές έδρες την εποχή του Λέοντος ΣΤ’ είναι εσφαλμένη και μάλλον αναφέρεται στον 11ο και 12ο αιώνα. Ένα έγγραφο του 17ου αιώνα (Gelzer, Ungedruckte Texte, σελ. 637-641), καταγράφει ότι τουλάχιστον 430 επισκοπές είχαν εξαφανιστεί από τη Μικρά Ασία στο παρελθόν.

Είναι μάλλον προφανές ότι οι Κατάλογοι Επισκοπών (Notitiae Episcopatum) έχουν πολλά ενδιαφέροντα πράγματα να πουν για τη Μικρά Ασία. Πρώτα απ’ όλα καθιστούν δυνατή την ανίχνευση, σε γενικές γραμμές, της παρακμής της εκκλησίας στη Μικρά Ασία μέσω των αλλαγών στη σειρά προβαδίσματος που συμβαίνουν την εποχή του Ανδρόνικου Β', καθώς και από την εξαφάνιση πολλών από τις μητροπολιτικές έδρες της Ανατολίας από τον κατάλογο επισκοπών του 15ου αιώνα. Την εποχή του καταλόγου επισκοπών που αποδίδεται στον Λέοντα ΣΤ’ υπήρχαν τριανταδύο μητροπολιτικές και τριακόσιες εβδομηντατρείς επισκοπικές έδρες στη Μικρά Ασία. Ο κατάλογος επισκοπών του 15ου αιώνα καταγράφει μόνο δεκαεπτά μητροπολιτικές έδρες της Ανατολίας σε αντίθεση με πενηντατέσσερις για την Ευρώπη, και μόνο τρεις επισκοπές της Ανατολίας. Αυτές οι στατιστικές μιλούν από μόνες τους, υποδεικνύοντας ότι μέχρι τα τέλη του 11ου αιώνα οι μητροπολιτικές έδρες της Μικράς Ασίας ήσαν μακράν οι πιο σημαντικές μεταξύ εκείνων που βρίσκονταν κάτω από την εκκλησία της Κωνσταντινούπολης. Αυτό προφανώς αντικατοπτρίζεται στον μεγαλύτερο αριθμό και την ανώτερη σειρά κατάταξης αυτών των μητροπολιτικών εδρών στον κατάλογο επισκοπών. Αλλά σε τι οφείλεται αυτή η ανωτερότητα; Όπως έχει αναφερθεί παραπάνω, είναι κάτι περισσότερο από θέμα συντηρητικής ιεραρχικής παράδοσης. Αποτελεί σε μεγάλο βαθμό αντανάκλαση του γεγονότος ότι για μεγάλο χρονικό διάστημα η Μικρά Ασία ήταν το πολιτικό, οικονομικό, καθώς και εκκλησιαστικό κέντρο βάρους της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.120 Μάλιστα η χερσόνησος παρέμενε η πιο σημαντική επαρχία της αυτοκρατορίας μέχρι τις κατακτήσεις των Σελτζούκων τον 11ο αιώνα. Ο μεγάλος αριθμός μητροπολιτικών εδρών στην Ανατολία αντικατοπτρίζει περισσότερα από συγκεκριμένες ευσεβείς παραδόσεις στη διοικητική δομή της εκκλησίας. Αντικατοπτρίζει το γεγονός ότι από τα δύο μεγάλα τμήματα της αυτοκρατορίας η Μικρά Ασία ήταν η πιο πυκνοκατοικημένη και οικονομικά η πιο ευημερούσα. Αυτό εξηγεί γιατί μπορούσε να υποστηρίζει διπλάσιες επισκοπές σε σχέση με τις ευρωπαϊκές επαρχίες. Κάποιος μπορεί, μάλλον αμφισβητήσιμα, να υποστηρίξει ότι η Μικρά Ασία είχε περισσότερες μητροπολιτικές έδρες λόγω της θέσης της στην αρχική διαμόρφωση της εκκλησίας. Όμως το γεγονός ότι την εποχή του Ιωάννη Τσιμισκή υπήρχαν μόνο 133 επισκοπές στην Ευρώπη και 370 στην Ανατολία αντικατοπτρίζει απλώς τον μεγαλύτερο πληθυσμό και την οικονομική δύναμη αυτών των ανατολικών επαρχιών να διατηρούν τη μεγαλύτερη εκκλησιαστική δομή που συνεπάγεται ένας τέτοιος αριθμός επισκοπών. Αυτή η γενική επιχειρηματολογία επιβεβαιώνεται σε κάποιον βαθμό και υποστηρίζεται από την εξέταση της θεματικής διάρθρωσης των επαρχιών.

Η διοικητική ιεραρχία της κυβέρνησης αντικατοπτρίζει επίσης τη μεγαλύτερη σημασία της Ανατολίας ως πεδίου στρατολόγησης στρατιωτών και δεξαμενής φόρων. Ακριβώς όπως στην εκκλησιαστική ιεραρχία έχουμε τον κατάλογο επισκοπών που δείχνει τη σχετική σημασία των μητροπολιτικών εδρών, έτσι για τη συνολική ιεραρχική δομή των θεσμών της αυτοκρατορίας έχουμε παρόμοια έγγραφα: το Κλητηρολόγιον του Φιλοθέου (περ. 899-900)121και το Τακτικόν Μπενεσέβιτς του 10ου αιώνα.122 Αυτά τα δύο έγγραφα καταγράφουν τη σειρά με την οποία οι αξιωματούχοι της αυτοκρατορίας θα εμφανίζονται σε επίσημες εκδηλώσεις. Σε αυτά τα έγγραφα η ανωτερότητα των ανατολικών επαρχιών απέναντι στις δυτικές σημειώνεται με σαφήνεια και παρουσιάζεται σε αριθμό λεπτομερειών. Στο Κλητηρολόγιον του Φιλοθέου η σειρά και η ακολουθία των στρατηγών έχουν ως εξής:123

Ανατολικών Νικοπόλεως
Αρμενιακών Κιβυρραιωτών
Θρακησίων Ελλάδος
Οψίκιον Σικελίας
Βουκελλαρίων Στρυμώνος
Καππαδοκίας Κεφαλληνίας
Χαρσιανού Θεσσαλονίκης
Κολωνείας Δυρραχίου
Παφλαγονίας Σάμου
Θράκης Αιγαίου
Μακεδονίας Δαλματίας
Χαλδίας Χερσώνος
Πελοποννήσου

Οι πρώτοι εννέα θεματικοί αξιωματούχοι κατά σειρά κατάταξης είναι υπεύθυνοι για θέματα στη Μικρά Ασία. Η υψηλότερη θέση τους αποδεικνύεται περαιτέρω από το γεγονός ότι λάμβαναν σταθερό μισθό σε χρυσό που καταβαλλόταν απευθείας από την Κωνσταντινούπολη, ενώ οι Ευρωπαίοι θεματικοί στρατηγοί (εξαιρουμένης της Θράκης και της Μακεδονίας) έπρεπε να συγκεντρώνουν τους μισθούς τους στις δικές τους επαρχίες. Η μισθολογική κλίμακα για τους ανατολικούς στρατηγούς (συμπεριλαμβανομένης της Θράκης και της Μακεδονίας) ήταν η ακόλουθη:124

Κατηγορία 1 Ανατολικών, Αρμενιακών, Θρακησίων 40 λίμπρες χρυσού
Κατηγορία 2 Οψίκιον, Βουκελλαρίων, Μακεδονίας 30 λίμπρες χρυσού
Κατηγορία 3 Καππαδοκίας, Χαρσιανού, Παφλαγονίας, Θράκης, Κολωνείας 20 λίμπρες χρυσού
Κατηγορία 4 Κιβυρραιωτών, Σάμου, Αιγαίου 10 λίμπρες χρυσού
Χαλδίας Λαμβανόμενα τελωνειακά τέλη συν 10 λίμπρες χρυσού
Μεσοποταμίας Λαμβανόμενα τελωνειακά τέλη

Έτσι, οι λεπτομέρειες της θεματικής δομής φαίνεται να υποστηρίζουν τον ισχυρισμό ότι η Μικρά Ασία ήταν πιο σημαντική από την άποψη του πληθυσμού.

Αν και δεν είναι δυνατόν να πούμε τίποτε ως προς τους αριθμούς όταν μιλάμε για πληθυσμούς, ωστόσο το συμπέρασμα ότι ο Βυζαντινός πληθυσμός της Μικράς Ασίας ήταν ουσιαστικά μεγαλύτερος από εκείνον των ευρωπαϊκών επαρχιών τόσο τον 10ο όσο και τον 11ο αιώνα είναι σημαντικό γεγονός, αναφορά στο οποίο έχει ήδη γίνει στο κεφάλαιο 1.

Η παρούσα εξέταση των επισκοπικών καταλόγων και των πατριαρχικών αποφάσεων του 14ου αιώνα οδηγεί, σε αυτό το σημείο, σε τρία σημαντικά συμπεράσματα: (1) Το αριθμητικό και οικονομικό κέντρο βάρους της Ελληνικής Εκκλησίας τον 10ο και 11ο αιώνα βρισκόταν στη Μικρά Ασία. (2) Στις αρχές του 14ου αιώνα η εκκλησιαστική δομή και οι κοινότητες της Ανατολίας υφίστανται (ή έχουν ήδη υποστεί) μοιραία και αποφασιστική κρίση. (3) Όταν η Ανατολία υπάγεται και πάλι σε μια εξουσία (οθωμανική) στα τέλη του 15ου αιώνα, οι ελληνικές κοινότητες και η εκκλησιαστική δομή έχουν εξαλειφθεί σε μεγάλο βαθμό. Η μεγάλη έκταση του Ελληνικού Χριστιανισμού στην Ανατολία του 10ου και του 11ου αιώνα και ο βαθμός στον οποίο εξαλείφθηκε τον 15ο αιώνα δείχνουν ότι έχει υπάρξει μεταμόρφωση τεράστιων διαστάσεων. Σκεπτόμενοι τη φύση της διαδικασίας με την οποία η Μικρά Ασία εξισλαμίστηκε, δεν μπορούμε πια να εξηγήσουμε το φαινόμενο βάζοντας έναν αραιό, επιφανειακά ελληνικό πληθυσμό να κατακλύζεται ξαφνικά από ορδές εισβολέων, που ήσαν σε αριθμό πολύ ανώτεροι από τους κατοίκους της χερσονήσου.

Πατριαρχικές πράξεις: Αναστάτωση

Οι αποφάσεις της πατριαρχικής συνόδου είναι σημαντικές όχι μόνο επειδή αποκαλύπτουν σαφώς την παρακμή και την κατάρρευση του Ελληνικού Χριστιανισμού στο μεγαλύτερο μέρος της Μικράς Ασίας, αλλά και επειδή περιγράφουν κρίσιμους παράγοντες και λεπτομέρειες που προκαλούσαν και συνόδευαν την εξαφάνιση της εκκλησίας.

Ένα από τα πρώτα στοιχεία που εντυπωσιάζει τον αναγνώστη των εγγράφων είναι η χρήση ορισμένων φράσεων που περιγράφουν τη γενική κατάσταση στην Ανατολία κατά τον 14ο αιώνα. Σε όχι λιγότερες από εικοσιέξι πατριαρχικές πράξεις υπάρχει υπερβολική αναφορά σε σύγχυση, εισβολές, αναστάτωση, ταραχές, δυσκολίες, στενοχώριες, αιχμαλωσία, καταστροφή και επιθέσεις αλλοδαπών, που έχουν τυλίξει τμήματα της Μικράς Ασίας και την εκκλησία σε εκείνη την περιοχή.125 Για παράδειγμα, κατά τη διάρκεια των ετών από το 1315 έως το 1318 έντεκα έγγραφα αναφέρονται σε τέτοιους καιρούς στην Ανατολία, δίνοντας πολύ συχνά συγκεκριμένες αναφορές στις τοποθεσίες, σε τόσο ευρέως διασκορπισμένες περιοχές όπως η Σινώπη, η Αμάσεια, η Ποντοηράκλεια, η Μελιτηνή, η Λεοντόπολις, το Σύλαιον, τα Μύρα, η Σίδη, η Πισιδία, το Νυμφαίον, η Προύσα και η Σμύρνη.126 Αυτές οι πράξεις αντικατοπτρίζουν μια εξαιρετικά αναστατωμένη κατάσταση, ενώ υπάρχει πολύ σαφής συσχέτιση τέτοιων τεκμηριωμένων μαρτυριών με την εμφάνιση των μπεηλικιών, των συνεχών τους πολέμων, και των επιδρομών και πολέμων των περιπλανώμενων φυλών.127 Αυτή η περίοδος αναταραχής ήταν σε μεγάλο βαθμό υπεύθυνη για την τελική καταστροφή της εκκλησιαστικής δομής στην Ανατολία.128 Φαίνεται επίσης, αν και είναι βεβαίως δύσκολο θέμα για γενικεύσεις, ότι οι διάφοροι μπεγκ ήσαν συχνά λιγότερο ανεκτικοί απέναντι στους χριστιανούς, απ’ όσο ήσαν οι Σελτζούκοι σουλτάνοι. Έχουμε ήδη δει το μικτό πολιτιστικό περιβάλλον της αυλής στην Κόνυα (Ικόνιο), το έντονα περσικό άρωμά του και την ανοχή του σε όλα τα θέματα. Τα μπεηλίκια από την άλλη πλευρά συνδέονταν περισσότερο με τις παραδόσεις των γαζήδων, όπως αυτές τις ερμήνευαν οι φυλές των Τουρκμένων.

Οι πατριαρχικές πράξεις παρέχουν επομένως περαιτέρω εντυπωσιακή επιβεβαίωση του εξαιρετικά αναστατωτικού χαρακτήρα της τουρκικής κατάκτησης, χαρακτηριστικό που έχει ήδη αποδειχθεί από τους χρονικογράφους και άλλη λογοτεχνία της εποχής στα κεφάλαια 2 και 3.

Πατριαρχικές πράξεις: Εξαθλίωση

Αυτή η σύγχυσις του 14ου αιώνα επηρέαζε την εκκλησία και τους χριστιανούς της Μικράς Ασίας με διάφορους τρόπους. Μία από τις πιο σημαντικές συνέπειες ήταν η απώλεια περιουσίας και εισοδήματος της εκκλησίας. Αυτός είναι παράγοντας που μέχρι σήμερα δεν έχει εκτιμηθεί επαρκώς κατά τη συζήτηση της εξαφάνισης του Χριστιανισμού στην Ανατολία. Είναι ένα από τα πιο σημαντικά κριτήρια με τα οποία ο ιστορικός μπορεί να μετρήσει τα αποτελέσματα που είχαν απέναντι στην εκκλησία οι τουρκικές εισβολές και μεταναστεύσεις στην Ανατολία. Αυτή η εξαθλίωση της Ελληνικής Εκκλησίας υποδηλώνει τη συνέχιση, ή τουλάχιστον την ανανέωση, μιας τάσης που ήταν ήδη καθαρά εμφανής τον 11ο και 12ο αιώνα.

Η φτώχεια της εκκλησίας αντικατοπτρίζεται στις διαμάχες που ξέσπασαν μεταξύ του πατριάρχη Αθανασίου Α’ (1289-93, 1304-10) και των μητροπολιτών και επισκόπων του κατά τη βασιλεία του Ανδρόνικου Β’.129 Πολλοί από τους ιεράρχες είχαν εγκαταλείψει τις εκκλησίες τους και βρίσκονταν να συμμετέχουν στη σύνοδο στην Κωνσταντινούπολη. Ο πατριάρχης έκανε έντονες προσπάθειες για να τους εξαναγκάσει να φύγουν από την Κωνσταντινούπολη και να επιστρέψουν στις εκκλησίες τους.130 Όμως, αν ήταν δυνατό για τους μητροπολίτες στα Βαλκάνια να επιστρέψουν στις συγκριτικά πιο ελεύθερες και πιο ευημερούσες εκκλησίες τους, αυτό ήταν κυριολεκτικά αδύνατο για πολλούς από τους εκκλησιαστικούς της Ανατολίας.131 Οι βασικές αιτίες της διαμάχης μεταξύ Αθανασίου και μητροπολιτών, που οδήγησαν τελικά στην παραίτηση του πατριάρχη το 1310, ήσαν οικονομικές. Οι μητροπολίτες είχαν χάσει τα εισοδήματά τους και το προσωπικό υπαλλήλων ως αποτέλεσμα της τουρκικής κατάκτησης.132 Όμως ο Αθανάσιος επέμενε να συμμετάσχουν σε όλες τις εκκλησιαστικές γιορτές της Κωνσταντινούπολης με τα επίσημα ενδύματά τους, ενώ ταυτόχρονα δεν έπαιρνε μέτρα για την οικονομική τους υποστήριξη. Εξαιτίας αυτού, διαμαρτυρήθηκαν στον αυτοκράτορα Ανδρόνικο και τον παρακάλεσαν να παρέμβει ώστε να λάβουν επιδότηση. Ο πατριάρχης συμφώνησε να διανείμει έξι έως οκτώ νομίσματα ετησίως για καθέναν από τους μητροπολίτες.133 Αυτό όχι μόνο ήταν ανεπαρκές από την άποψη των οικονομικών αναγκών, αλλά στη συνέχεια ο Αθανάσιος αρνήθηκε να δώσει τα χρήματα. Η δυσαρέσκεια των μητροπολιτών με τη λιτότητα του μοναχού-πατριάρχη οδήγησε στην παραίτηση του τελευταίου.134

Το 1315 η σύνοδος παραχώρησε τα έσοδα ορισμένων μητροπολιτικών εδρών στην εκκλησία της Κωνσταντινούπολης, επειδή το Πατριαρχείο αντιμετώπιζε πολύ σοβαρά οικονομικά προβλήματα:

Παλαιότερα η μητέρα των εκκλησιών, δηλαδή η μεγάλη εκκλησία του Θεού, είχε όχι λίγα έσοδα, και έδινε υπέροχα…. Όμως η σύγχυση και η ανωμαλία των υποθέσεων και η περί αυτές μεταβολή του χρόνου και η αλλοίωση των εχθρικών κινήσεων έχουν αγγίξει τα εισοδήματα της εκκλησίας και έχουν οδηγήσει σε δυσκολίες και μείωση των εσόδων. 135

τῇ μητρὶ τῶν ἐκκλησιῶν, τῇ ἁγιωτάτῃ δηλαδὴ μεγάλῃ τοῦ θεοῦ ἐκκλησίᾳ, ἦσαν μὲν οὐκ ὀλίγαι πρόσθεν αἱ πρόσοδοι, καὶ ἁβρῶς εἶχεν … ἐπεὶ δ' ἡ τῶν πραγμάτων σύγχυσις καὶ ἀνωμαλία καὶ ἡ περὶ ταῦτα τοῦ χρόνοο καὶ τῆς ἐναντίας φορᾶς ἀλλοίωσις καὶ μεταβολὴ καὶ αὐτῶν δὴ τῶν ἐκκλησίας ἥψατο καὶ εἰς στενότητα καὶ ὕφεσιν τῶν προσόδων ἤγαγεν.

Είναι αλήθεια ότι δύσκολες στιγμές αναφέρονται ειδικότερα σε σχέση με το πατριαρχείο, αλλά πολλά από τα εισοδήματά του προέρχονταν στο παρελθόν από πατριαρχική περιουσία στην Ανατολία, η οποία είχε τώρα πληγεί από τη «σύγχυση και ανωμαλία των υποθέσεων». Μια συνοδική πράξη του 1318 περιγράφει ξανά τη συνολική φτώχεια της εκκλησίας:

Καθώς η ανωμαλία των υποθέσεων, που προκλήθηκε από αμαρτίες, αναστάτωσε και μπέρδεψε την τάξη της εκκλησίας σε όχι λίγες πόλεις και εδάφη… όσοι λόγω οποιασδήποτε αναγκαιότητας συναθροίζονται σε αδράνεια [μακριά] από τις εκκλησίες των οποίων προΐστανται, ή έχουν ίσως απομείνει κάποια απομεινάρια του ποιμνίου τους, που ούτε οι ίδιοι είναι σε θέση να καθοδηγήσουν, λόγω της έλλειψης των αναγκαίων, όπως είναι τα πράγματα, ούτε να εφοδιάσουν άλλους, θα λάβουν βοήθεια με προσθήκη άλλης εκκλησίας.136

ἐπεὶ δὲ ἡ δι' ἁμαρτίαν τῶν πραγμάτων άνωμαλία καὶ τὰ τῆς ἐκκλησιαστικῆς εὐταξίας καὶ ἐνθέου τῆσδε τυπώσεως ἐν οὐκ ὀλίγαις τῶν τε πόλεων καὶ χωρῶν ἀνέτρεψε καὶ συνέχεεν … οἱ καθ’ οἱονδήτινα τρόπον ἀνάγκης εἰς τό σχολάζειν συνελαθέντες, ἀφ’ ἧς προέστησαν ἐκκλησίας, ἤ μικροῦ τινος ἴσως λειψάνου τῆς κατ’ αὐτοὺς ποίμνης ὑπολειφθέντος οὔτ' αὐτοὶ διακυβερνᾶν ἐντεῦθεν ἑαυτοὺς ἐνδείᾳ τῶν χρειωδῶν οἷοί τε ὄντες, οὐθ' ἑτέροις παρέχειν, ἑτέρας ἐκκλησίας προσθήκη λαμβάνοιεν τὴν προμήθέιαν.

Καθώς η εκκλησία γινόταν όλο και πιο φτωχή, οι αρχιεπισκοπές έμπαιναν κάτω από τις μητροπολιτικές έδρες, έτσι ώστε να προκύψει τουλάχιστον μία βιώσιμη οικονομική οντότητα. Αυτή η κατάσταση εκφράζεται σε απόφαση του 1368:

Και αυτό συνέβη σε άλλες εκκλησίες, όπου οι αρχιεπισκοπές ενώνονται με τις μητροπολιτικές έδρες, επειδή δεν μπόρεσαν να είναι μόνες τους ως αποτέλεσμα της επιτακτικής ανάγκης.137

τοῦτο δὲ καὶ ἐν ἄλλαις ἐκκλησίαις γέγονε, ἑνωθεισῶν ἀρχιεπισκοπῶν μητροπόλεσι, τῷ μὴ δύνασθαι καθ' ἑαυτὰς εἶναι, διὰ τὴν ἐπικειμένην αὐτῆς ἔνδειαν.

Τα πράγματα είχαν γίνει πολύ άσχημα κατά το τελευταίο τέταρτο του 14ου αιώνα και στα πρακτικά συνόδου του 1387 αναφέρεται ότι

όχι μόνο είναι αδύνατο να υποστηρίξουν μητροπολίτη ή επίσκοπο, αλλά ούτε καν έναν ιερέα από τους πιο ενδεείς και φτωχούς.138

καὶ μὴ μόνον μητροπολίτην ἤ ἐπίσκοπον οὐ δύνανται τρέφειν, ἀλλ' οὐδὲ ἱερέα ἕνα τῶν ἐνδεῶν καὶ πενήτων.

Η μεγάλη φτώχεια της εκκλησίας στη Μικρά Ασία είναι ξεκάθαρη σε δήλωση του 1324, εξηντατρία περίπου χρόνια πριν από το προαναφερθέν έγγραφο. Το πατριαρχείο στην Κωνσταντινούπολη είχε ζητήσει από τη σύνοδο να του παράσχει εισόδημα, καθώς είχε υποστεί την απώλεια του δικού του. Μιλάει και πάλι για τους δύσκολους και ταραγμένους καιρούς που είχαν προκαλέσει την αφαίρεση από την εκκλησία του προηγουμένως μεγάλου εισοδήματός της. Η σύνοδος ψήφισε ότι οι αρχιεπισκοπικές και μητροπολιτικές έδρες που ευημερούσαν έπρεπε να βοηθήσουν με ετήσιες συνεισφορές, οι οποίες προϋπολογίζονταν όπως φαίνεται στον παρακάτω πίνακα. Από τις τριαντατρείς συνεισφέρουσες μητροπολιτικές και αρχιεπισκοπικές έδρες, μόνο τρεις (Κυζίκου, Προικονήσου και Λοπαδίου) βρίσκονταν στη Μικρά Ασία. Από τα 3.208 υπέρπυρα που εισπράττονταν ετησίως, μόνο τα 296, ή λίγο περισσότερο από το 9%, προέρχονταν από τη Μικρά Ασία. Και αυτός ο κατάλογος συντάχθηκε το 1324, πριν η Κύζικος, και κατά πάσα πιθανότητα και η Προικόνησος και το Λοπάδιον, μετατραπούν σε εντελώς φτωχές.139

Ηράκλεια 200 Μήθυμνα 50
Κύζικος 200 Βρύσις 50
Θεσσαλονίκη 200 Ρόσιον 36
Αδριανούπολις 100 Βιζύη 100
Βέρροια 100 Μαρώνεια 36
Μονεμβασία 800 Προικόνησος 72
Φιλιππούπολις 150 Γαρέλλα 24
Τραϊανούπολις 70 Δέρκος 24
Σέρρες 150 Αρκαδιούπολις 24
Φίλιπποι 100 Λήμνος 50
Μιτυλήνη 100 Λοπάδιον 24
Διδυμότειχος 100 Κύψελα 16
Παλαιαί Πάτραι 40 Ξάνθεια 36
Λακεδαίμων 60 Μήδεια 50
Μελένικον 36 Δράμα 24
Αίνος 100 Γάνος 50
Μάδυτος 36

Η προσεκτική ανάγνωση των συνοδικών αποφάσεων σχετικά με διάφορες μητροπολιτικές έδρες της Ανατολίας αποδεικνύει αναμφίβολα την τρομακτική φτώχεια της εκκλησίας που προέκυψε από τις τουρκικές πολιτικές και, βεβαίως, επιβεβαιώνει την εντύπωση που προκύπτει από τις γενικότερες δηλώσεις σχετικά με τις οικονομικές συνθήκες της εκκλησίας γενικότερα.

Αττάλεια

Συνοδική πράξη του 1387 αναφέρει ότι οι ντόπιοι Τούρκοι είχαν καταστρέψει σε μεγάλο βαθμό την εκκλησία στην περιοχή της Αττάλειας.

Ο ιερότατος μητροπολίτης Πέργης και Ατταλείας … βρήκε ότι όχι μόνο η κυριαρχία και εξουσία των κυβερνώντων αλλοδαπών είχε καταλάβει και κατείχε όλη την περιουσία της εκκλησίας του, αλλά ότι επιπλέον απαιτούσαν από αυτόν βαρύτατους ετήσιους φόρους.140

ὁ ἱερώτατος μητροπολίτης Πέργης καὶ Ἀτταλείας … εὗρε δὲ μὴ μόνον τὴν τοῦ κρατοῦντος ἔθνους ἐκεῖ δυναστείαν καὶ ἐξουσίαν πάντα τὰ τῆς ἐκκλησίας αὐτοῦ λαβοῦσαν καὶ κατέχουσαν, πρὸς δὲ καὶ τέλη ἐτήσια βαρύτατα αὐτὸν ἀπαιτοῦσαν.

Αυτή η περιφέρεια είχε ήδη γίνει τόσο φτωχή που δεν μπορούσε να υποστηρίξει δύο μητροπολιτικές έδρες, οι οποίες ήταν απαραίτητο να ενωθούν σε μία. Περί το 1387, η κατάσταση είχε γίνει τέτοια, που ο μητροπολίτης που είχε σταλεί πρόσφατα χρειάστηκε να γράψει στον πατριάρχη ότι χρειαζόταν οικονομική βοήθεια, προκειμένου να παραμείνει και να λειτουργήσει σωστά.141 Οι συνθήκες εκεί είχαν ήδη καταστεί πιεστικές τριάντα τουλάχιστον χρόνια νωρίτερα –περί το 1357– κι έτσι ήταν απαραίτητο να τις αποδοθούν περιουσίες από άλλη μητροπολιτική έδρα,

γιατί χωρίς αυτά τα χωριά δεν υπάρχει εκκλησία και δεν είναι καθόλου δυνατό για έναν αρχιερέα να κατοικήσει σε αυτήν χωρίς εκείνα.142

δίχα τῶν χωρίων τούτων οὐδὲ ἐκκλησία ἔνι, οὐδὲ δονατόν ἐστι κατοικῆσαι ὅλως ἐν αὐτῇ ἀρχιερέα ἄνευ τούτων.

Αυτή η κατάσταση συνεχίστηκε, και το 1397 η Αττάλεια ενώθηκε και πάλι με άλλη μητροπολιτική έδρα, αυτή τη φορά εκείνη της Σίδης, γιατί ήταν πολύ φτωχή για να υποστηρίζει δικό της μητροπολίτη,

επειδή η εδώ και πολύ καιρό κατάληψή της έχει προκαλέσει μεγάλη μείωση των πιστών και έλλειψη εκκλησιαστικών περιουσιών. 143

ἐπεὶ δὲ τὸ ἐκ μακροῦ ἑαλωκέναι σπάνιν μὲν τῶν ἐν ταύτῃ πιστῶν, ἔνδειαν δὲ τῶν ἐκκλησιαστικῶν πραγμάτων ἐν ταύτῃ πεποίηκε.

Σταυρούπολις

Η μητροπολιτική έδρα Σταυρουπόλεως έλαβε σειρά επιχορηγήσεων κατὰ λόγον ἐπιδόσεως λόγω της φτώχειας της. Το 1369 απέκτησε τις μητροπολιτικές έδρες της Μιλήτου και της Αντιόχειας Μαιάνδρου με τη μορφή τέτοιας επιχορήγησης.144 Αλλά καθώς αυτές οι δύο έδρες είχαν εξαφανιστεί, το 1387 ο μητροπολίτης Σταυρουπόλεως θα δεχόταν τη μητροπολιτική έδρα Ρόδου μαζί με την Κω και τις Κυκλάδες, έτσι ώστε να διαλυθεί η «απογοήτευση και θλίψη» του.145 Και πάλι περί το 1393 έλαβε την ίδια επιχορήγηση, με ορισμένες επιφυλάξεις, επειδή η δική του εκκλησία, ως αποτέλεσμα των συνεχιζόμενων και διαδοχικών αιχμαλωσιών, είχε φτάσει σε έλλειψη προμηθειών και ήταν πολύ εξαθλιωμένη.146

Σίδη

Όταν ο νεοδιορισμένος μητροπολίτης έφτασε στη Σίδη (περί το 1315), η εκκλησία ήταν σε τόσο κακή οικονομική κατάσταση, που του δόθηκε η διοίκηση της κενής γειτονικής μητροπολιτικής έδρας Συλλαίου και της αρχιεπισκοπής Λεοντοπόλεως, γιατί και αυτές οι τελευταίες εκκλησίες είχαν επίσης μειωθεί πολύ.147 Το 1369 ο μητροπολίτης Σίδης έλαβε την έδρα της Ρόδου και τις Κυκλάδες ὡς ἐπίδοσιν για να ενισχύσει την οικονομική του κατάσταση,148 αλλά μέχρι το τέλος του αιώνα η κατάσταση της Σίδης ήταν απελπιστική.

Η άλωσή της πριν από πολύ καιρό δημιούργησε σπανιότητα των πιστών σε αυτήν και φτώχεια των εκκλησιαστικών περιουσιών, και λόγω αυτών των πραγμάτων ήταν αδύνατο να χειροτονήσουμε εκεί νόμιμο μητροπολίτη.149

ἐπεὶ δὲ τὸ ἐκ μακροῦ ἑαλωκέναι σπάνιν μὲν τῶν ἐν ταύτῃ πιστῶν, ἔνδειαν δὲ τῶν ἐκκλησιαστικῶν πραγμάτων ἐν ταύτῃ πεποίηκε, καὶ ὅλως οὐκ ἦν δυνατὸν διὰ ταῦτα ἀρχιερέα γνήσιον ἐν ταύτῃ χειροτονηθῆναι…

Το 1397,

επειδή η ίδια η Σίδη και οι εξαρτήσεις της δεν κρίθηκαν από τη σύνοδο επαρκείς για την υποστήριξη και τη διοίκηση ενός μητροπολίτη και της ακολουθίας του, φάνηκε καλό στην ταπεινότητά μας και … ενώθηκαν η Σίδη και η Αττάλεια, άπορες και οι δύο εκκλησίες.150

ἐπεὶ δὲ αὕτη μόνη ἡ Σίδη καὶ τὰ περὶ αὐτὴν (οὐκ) ἐκρίθησαν συνοδικῶς ἱκαναὶ πρὸς διατροφὴν καὶ κυβέρνησιν ἂρχιερέως καὶ τῶν μετ’ αὐτοῦ ψυχῶν, ἀφάνη καλὸν τῇ ἡμῶν μετριότητι … καὶ ἡνώθησαν αἱ δύο ἐκκλησίαι ἄποροι καὶ ἀμφότεραι, αὕτη τε ἡ Σίδη και ἡ Ἀττάλεια.

Πέργη

Το 1387 η Πέργη ενώθηκε με την Αττάλεια σε προσπάθεια να δημιουργηθεί μια βιώσιμη οικονομική μονάδα από τις δύο φτωχές μητροπολιτικές έδρες, γιατί οι Τούρκοι «είχαν πάρει και κατείχαν όλη την περιουσία της εκκλησίας του, και επιπλέον απαιτούσαν από αυτόν τους βαρύτερους φόρους».151

Πυργίον

Η μητροπολιτική έδρα Πυργίου παράκμασε επίσης απότομα και τα έτη 1365 και 1368 δόθηκε πρώτα ὡς ἐπίδοσις και έπειτα ενώθηκε με την Έφεσο, σε προσπάθεια ενίσχυσης αυτής της πιο σημαντικής έδρας.152 Το 1387 υποβιβάστηκε τελικά σε καθεστώς επισκοπής και τέθηκε υπό την Έφεσο, επειδή «δεν είναι πια δυνατό να χειροτονηθεί εκεί μητροπολίτης».153

Έφεσος

Το 1368, όπως είδαμε πιο πάνω, η σύνοδος έθεσε τη μητροπολιτική έδρα Πυργίου υπό τη διοίκηση της Εφέσου, φροντίζοντας την εκκλησία της Εφέσου, ώστε να μπορεί να έχει μερική διοίκηση και βοήθεια, αφού όλες οι περιουσίες της είχαν αφαιρεθεί [έχοντας καταληφθεί από τους βαρβάρους] και δεν ήταν σε θέση να καλύψει τις ανάγκες του μητροπολίτη της. Και αυτό συνέβαινε και σε άλλες εκκλησίες, όπου οι αρχιεπισκοπές ενώνονταν με τις μητροπολιτικές έδρες, καθώς δεν μπορούσαν να υπάρξουν από μόνες τους, λόγω της φτώχειας…. Σύμφωνα με την πρακτική σε αυτά τα ζητήματα και λόγω της φήμης του μητροπολιτικού θρόνου της Εφέσου και της φτώχειας και δυσκολίας που αντιμετώπιζε, η εκκλησία του Πυργίου εντάχθηκε σε αυτόν.154

Μέχρι το 1387, η οικονομική παρακμή αυτής της εκκλησιαστικής έδρας είχε γίνει τόσο πιεστική, που ο μητροπολίτης ζήτησε να επιστραφούν σε αυτόν όλες οι παλαιές επισκοπές που στο παρελθόν βρίσκονταν υπό τη δικαιοδοσία της Εφέσου.

Είπε [ο μητροπολίτης Εφέσου] ότι

η μητρόπολή του στο παρελθόν καυχιόταν για μεγάλη ευημερία, όταν οι υποθέσεις των Ρωμαίων βρίσκονταν σε άνθιση και αυξάνονταν, ενώ υπήρχε ειρήνη σε όλη την οικουμένη. Είχε πλήθος κτημάτων και ιδιοκτησίες που δεν ήταν εύκολο να μετρηθούν. Είχε και μεγάλη σύνοδο επισκόπων κάτω από αυτήν, ανώτερη από όλες μαζί τις μητροπόλεις στην ανατολή και τη δύση από τον μεγάλο αριθμό των επισκόπων της και το μέγεθος της δικαιοδοσίας της. Ως αποτέλεσμα αυτού, μερικές από τις επισκοπές αφαιρέθηκαν και προήχθησαν σε μητροπολιτικές έδρες και προβιβάστηκαν σε ανεξαρτησία, να βρίσκονται κάτω από τον πατριαρχικό θρόνο. Όσο οι υποθέσεις των Ρωμαίων βρίσκονταν σε καλή κατάσταση και υπήρχε ευημερία στις πόλεις, έτσι ώστε κάθε εκκλησία να μπορεί να έχει τον δικό της μητροπολίτη, αυτός [ο μητροπολίτης Εφέσου] ήταν πρόθυμος να συμφωνεί με εκείνο που είχε αποφασιστεί κατά το παρελθόν και να μην επιδιώκει να αλλάξει τις αποφάσεις των πατέρων. Από τότε όμως που κάθε πόλη και περιοχή χάθηκε στα χέρια των ξένων και εξαφανίστηκαν εντελώς, όπου άλλες δεν αναγνωρίζονται ούτε καν από το όνομα ότι ήσαν ποτέ πόλεις, ενώ άλλες αναγνωρίζονται από μερικά απομεινάρια, έχοντας πολύ λίγους χριστιανούς κατοίκους, όχι μόνο δεν μπορούν να στηρίξουν μητροπολίτη ή επίσκοπο, αλλά ούτε καν έναν ιερέα από τους πιο φτωχούς και άπορους. 155

ἡ κατ’ αὐτὸν αὕτη μητρόπολις πολλοῖς πρότερον ἐκόμα τοῖς ἀγαθοῖς, ὅτε καὶ τὰ τῶν Ῥωμαίων ἤνθει καὶ ηὔξανε, καὶ εἰρήνη πανταχοῦ τῆς οἰκουμένης ἦν, καὶ πλῆθος μὲν ἦν περὶ αὐτὴν κτημάτων τε καὶ πραγμάτων, οὐδὲ ῥᾳδίως ἀριθμητόν, σύνοδον δὲ μεγάλην ἐπισκόπων εἶχεν ὑφ' ἑαυτήν, πάσας ὁμοῦ τὰς κατὰ τὴν ἀνατολὴν μητροπόλεις, μήτοι γε τὰς δυτικὰς τῷ πλήθει τῶν ἐπισκόπων καὶ τῷ μεγέθει τῆς ἐνορίας νικῶσα, ἐξ ἧς καί τινες τῶν ἐπισκοπῶν ἀφαιρεθεῖσαι εἰς μητροπόλεις ἐτιμήθησαν, καὶ καθ' ἑαυτὰς εἶναι προεβιβάσθησαν καὶ ὑπὸ τὸν πατριαρχικὸν θρόνον τελεῖν· εἰ μὲν οὖν καλῶς εἶχε τοῖς Ῥωμαίοις τὰ πράγματα καὶ προσῆν εὐδαιμονία ταῖς πόλεσιν, ὥστε δύνασθαι ἑκάστην τῶν ἐκκλησιῶν ἴδιον ἔχειν ἀρχιερέα, καὶ αὐτὸς τοῖς πάλαι δεδογμένοις στοιχεῖν ἔμελλε καὶ μὴ ζητεῖν μετακινεῖσθαι πατέρων ὅρια, ἐπεὶ δὲ πᾶσα πόλις καὶ χώρα τῶν ἐθνῶν παρανάλωμα γέγονε, καὶ παντελῶς ἠφανίσθησαν, καὶ αἱ μὲν οὐδὲ ὀνόμασι κἄν ὅτι ποτὲ πόλεις ἦσαν γινώσκονται, αἱ δὲ ἀπό τινων ὀλίγων λειψάνων γνωρίζονται, λίαν εὐαριθμήτους χριστιανοὺς οἰκητὰς ἔχουσαι, καὶ μὴ μόνον μητροπολίτην ἤ ἐπίσκοπον οὐ δύνανται τρέφειν, ἀλλ' οὐδὲ ἱερέα ἕνα τῶν ἐνδεῶν καὶ πενήτων.

Έτσι, η σύνοδος παραχώρησε στον μητροπολίτη Εφέσου τις πόλεις του Πυργίου, της Περγάμου, της Νέας Φωκαίας και των Κλαζομενών, οι οποίες ταυτόχρονα υπήχθησαν στην Έφεσο.

Προύσα

Το 1318 η σύνοδος και ο πατριάρχης παραχώρησαν στον μητροπολίτη Προύσας ορισμένα διοικητικά δικαιώματα επί της μητροπολιτικής έδρας Κυζίκου και της πατριαρχικής μονής Οσίου Ευστρατίου στην Προύσα,

έτσι ώστε να μην είναι άπορος των αναγκαίων, έχοντας οδηγηθεί σε αυτήν [την κατάσταση] από την ανωμαλία των υποθέσεων.156

ὡς ἄν μὴ ἀπόρως ἔχῃ τῶν εἰς χρείαν ἡκόντων αὐτῷ, εἰς τοῦτο συνελαυνόμενος ὑπὸ τῆς τῶν πραγμάτων ἀνωμαλίας,

Το 1381, η Προύσα παραχωρήθηκε προσωρινά στη Νίκαια ὡς ἐπίδοσις σε προσπάθεια αντιμετώπισης της οικονομικής δυσπραγίας της τελευταίας.157 Πέντε χρόνια αργότερα (1386) ο μητροπολίτης Προύσης έγινε έξαρχος Κοτυαίου, σε προσπάθεια να δοθεί περαιτέρω οικονομική ενίσχυση στην πρώτη.158

Κοτύαιον

Φτώχεια καταγράφεται κι εδώ. Το 1370 της δόθηκαν οι εκκλησίες Συννάδων, Ιεραπόλεως και Χωνών ὡς ἐπίδοσις, σε προσπάθεια να της παράσχουν μέσα συντήρησης.159 Αλλά το 1384 τοποθετήθηκε κάτω από τον μητροπολίτη Λαοδικείας160 και το 1386 υπό την Προύσα,161 πράγμα που δείχνει ότι είχε εγκαταλειφθεί επειδή ήταν αδύνατη η ανάκαμψή της.

Χωναί

Αυτή η εκκλησία ήταν τόσο φτωχή που δεν έγιναν προσπάθειες να την υποστηρίξουν, αλλά δόθηκε ὡς ἐπίδοσις στο Κοτύαιον το 1370,162 στον μητροπολίτη Λαοδικείας το 1385,163 και πάλι το 1394.164

Σμύρνη

Περί το 1318 η Σμύρνη, εξαιτίας της υποταγής της στους Τούρκους, είχε εξαθλιωθεί, οπότε ο πατριάρχης και η σύνοδος παραχώρησαν στον κατ’ όνομα κάτοχο της έδρας την επισκοπή Χίου ὡς ἐπίδοσιν «έτσι ώστε να μην στερηθεί των αναγκαίων». 165

Χαλκηδών

Ο πατριάρχης παρέχει σε όλους εκείνους τους μητροπολίτες, στους οποίους δεν επαρκούν τα αναγκαία, γράφει μια απόφαση του 1316 περίπου.

Ένας τέτοιος είναι και ο ιερότατος μητροπολίτης Χαλκηδόνος… γιατί δεν διαθέτει την αρμόζουσα αυτάρκεια.166

τοιοῦτος δὴ ὤν τυγχάνει καὶ ὁ ἱερώτατος μητροπολίτης Χαλκηδόνος, … ἔχων δὲ ὅμως ἐνδεῶς τῆς προσηκούσης αὐταρκείας αὐτῷ.

Έλαβε λοιπόν ὡς ἐπίδοσιν την αρχιεπισκοπή Μαρωνείας. Περί το 1387 λίγα είχαν απομείνει από την εκκλησία Χαλκηδόνος.

Η πόλη της Χαλκηδόνος είχε εξαλειφθεί εδώ και πολλά χρόνια και υπάρχουν πολύ λίγοι κάτοικοι, οπότε δεν υπάρχει ανάγκη επισκόπου.167

τῆς γὰρ πόλεως Χαλκηδόνος πρὸ χρόνων πολλῶν ἀφανισθείσης καὶ λίαν ὀλίγων ὄντων τῶν ἐποίκων αὐτῆς, ὡς μηδὲ ἐπισκόπου χρείαν ἔχειν αὐτούς.

Κατά συνέπεια, δόθηκε ὡς ἐπίδοσις στον άπορο μητροπολίτη Κυζίκου.

Κύζικος

Η Κύζικος, μία από τις πλουσιότερες μητροπολιτικές έδρες της Ανατολίας στις αρχές του 14ου αιώνα, παράκμασε σημαντικά κατά τη διάρκεια του αιώνα. Το 1324 ήταν μια από τις τρεις μητροπολιτικές έδρες σε όλη τη Μικρά Ασία, που μπορούσαν να δώσουν ετήσια συνεισφορά στο πατριαρχείο. Το ποσό που εκτιμήθηκε για αυτόν τον σκοπό, 200 υπέρπυρα, ήταν πολύ μεγαλύτερο από εκείνο που εκτιμήθηκε για το Λοπάδιον και την Προικόνησο, τις άλλες δύο ασιατικές εκκλησίες που συνέβαλαν. Επίσης, αν και δεν ήταν τόσο μεγάλο όσο τα 800 υπέρπυρα που εκτιμήθηκαν για τη Μονεμβασία, ήταν παρ’ όλα αυτά ίσο με τα 200 που εκτιμήθηκαν για τη Θεσσαλονίκη.168 Όμως περί το 1347, με την ολοκλήρωση της Οθωμανικής κατάκτησης της Βιθυνίας, αυτή η έδρα αντιμετώπιζε επίσης δυσκολίες. Καθώς ο μητροπολίτης «πάσχιζε με έλλειψη των αναγκαίων», ο πατριάρχης και η σύνοδος του παραχώρησαν την ἐπίδοσιν της Γάνου στην Ευρώπη.169 Το 1387 ο νεοδιορισμένος μητροπολίτης Κυζίκου έλαβε για οικονομική συντήρηση την ἐπίδοσιν της μητροπολιτικής έδρας Χαλκηδόνος, τα πατριαρχικά δικαιώματα στο Υρτάκιον και τις ιδιοκτησίες της εκκλησίας Χαλκηδόνος στην Κωνσταντινούπολη. Έπρεπε επίσης να έχει και να διαχειρίζεται όλη την πατριαρχική ιδιοκτησία στην περιοχή του Ελλησπόντου και σε όλη τη Βιθυνία, «όση και ότι είδους κι αν είναι».170

Αμάσεια

Η Αμάσεια υπέφερε επίσης πολύ από την αρχή αυτής της περιόδου.

Ο χρόνος, ο οποίος πραγματοποιεί πάντοτε το έργο του μετασχηματίζοντας και καταστρέφοντας ό, τι υπάρχει παντού, έφερε και την αγιότατη μητρόπολη της Αμάσειας σε κατάσταση εξάλειψης, ενώ τη βρήκε διάσημη και μεγάλη. Καταστράφηκε εξ ολοκλήρου και ερημώθηκε από την εισβολή των ξένων, ως αποτέλεσμα της ιερής κρίσης του Θεού. Και κατάντησε σε αυτό που βλέπει κανείς τώρα, φτωχή σε εκείνους που την παρατηρούν ή την εξετάζουν, ακόμη κι αν στην αρχή ήταν επιφανής ως μητρόπολη.171

Ὁ δὲ χρόνος ἀεὶ τὸ ἑαυτοῦ ποιῶν ἐν τοῖς γε πλείστοις φθείρων τὰ ὄντα καὶ μεθιστάς, καὶ τὴν τῆς Ἀμασείας ἁγιωτάτην μητρόπολιν ἐν ἀφανεῖ κατέστησεν σχήματι, περιφανῆ καὶ ηὐξημένην εὑρών· ὑπό γαρ τῆς τῶν ἐθνῶν καταδρομῆς αὕτη παντάπασιν ἐστένωται καὶ ἠρήμωται κρίμασιν ἀρρήτοις θεοῦ, καὶ πρὸς ὅ νῦν ὁρᾶται, κατέστη, ὥστ' ἐν ἀπόρῳ νῦν εἶναι τοῖς θεωμένοις ἤ σκοπουμένοις, εἰ καὶ τὴν ἀρχὴν ἐν μητροπόλεως μέρει διέλαμπεν.

Ο νεοδιορισμένος μητροπολίτης Αμασείας θα έμενε, προς το παρόν, στην επισκοπή Λιμνίων και όχι στην Αμάσεια. Ένας από τους λόγους για αυτό είναι το γεγονός ότι η Αμάσεια είναι φτωχή, αλλά και επειδή οι Τούρκοι δεν θα επιτρέψουν την είσοδο του ιεράρχη. Το 1371 ο μητροπολίτης έλαβε την ἐπίδοσιν της Νεοκαισάρειας.172

Ποντοηράκλεια

Περί το 1317 η Ποντοηράκλεια ήταν ανάμεσα σε εκείνες τις εκκλησίες που υπέφεραν οικονομικά.

Έχει συμβεί ώστε ορισμένοι από τους πιο ιερούς μητροπολίτες μας να έχουν πέσει σε έσχατη φτώχια και στέρηση των αναγκαίων και να έχουν αποκοπεί από όλα σχεδόν τα έσοδα των εκκλησιών τους λόγω της κακότητας των καιρών. Η ταπεινότητά μας έχει αποφασίσει να κινήσει χέρι βοήθειας με τον πιο κατάλληλο τρόπο. … Κι αν η μεγάλη φτώχια περιορίζει θανάσιμα τις επιθυμίες και τις υποθέσεις τους, αυτό δεν είναι μικρή ζημιά για το ποίμνιο. 173

ἐπειδή τισι τῶν περὶ ἡμᾶς ἱερωτάτων ἀρχιερέων ἐν οὐκ ἐλαχίστῃ πενίᾳ καὶ τῶν ἀναγκαίων στερήσει κατενεχθῆναι συνέβη πάσης σχεδὸν προσόδου τῶν κατ’ αὐτοὺς ἐκκλησιῶν ἀποκλεισθείσῃ τῇ τοῦ χρόνου κακότητι, χεῖρα βοηθείας ὀρέγειν τῶν πάνυ εἰκότων ἡ μετριότης ἡμῶν κρίνει …. εἰ σφοδρά τις πενία κατέχει δίκην νεκρώσεως τοῖς αὐτῶν βουλήμασί τε καὶ πράγμασι βιαίως έμπίπτουσα, τοῦτο δὲ οὐ μικρὸν τῷ ποιμνίῳ βλάβος.

Κάποιο οικονομικό ελάχιστο είναι απαραίτητο για τον μητροπολίτη,

γιατί αλλιώς, πώς δεν θα λογίζεται ως χάλκινη φωνή, από εκείνους που ακούνε, σύμφωνα με τον άγιο απόστολο, αυτόν που μόνο με λόγια μιλά για τους επαίνους της φιλανθρωπίας;174

ἤ πῶς οὐκ ἄν χαλκὸς ἠχῶν τοῖς ἀκούουσι λογισθείη κατὰ τὸν θεῖον ἀπόστολον, ὅ ποτε λόγῳ μόνῳ φιλοσοφοίη τὰ τῆς ἐλεημοσύνης ἐγκώμια;

Η απάντηση είναι προφανής: οι άνθρωποι δεν μπορούν να ποιμανθούν σωστά χωρίς οικονομικά μέσα. Το 1387 η κατάσταση στην Ποντοηράκλεια ήταν απελπιστική:

Φαίνεται ότι δεν ήταν δυνατό για αυτούς [τους Χριστιανούς] να έχουν τον δικό τους μητροπολίτη, καθώς η εκκλησία είχε καταστραφεί στο παρελθόν και εκείνοι που επέζησαν ήσαν πολύ λίγοι για τη βοήθεια και την υποστήριξή του. 175

…ἐπεὶ γοῦν τὸ γνήσιον ἔχειν ἀρχιερέα μεθ' ἑαυτῶν ἀδύνατον φαίνεται, τῆς ἐκκλησίας πάλαι καταλυθείσης καὶ μηδὲ τῶν ἐκεῖ τοσούτων ὄντων εἰς παραμυθίαν αυτοῦ καὶ διατροφήν.

Καθώς ήταν πολύ φτωχή για να υποστηρίζει μητροπολίτη, δόθηκε ὡς ἐπίδοσις στην Άμαστρι σε προσπάθεια διάσωσης μιας από τις δύο εκκλησίες.

Λαοδίκεια

Δώρα με τη μορφή διοικητικών δικαιωμάτων και ἐπιδόσεων χρησιμοποιούνταν σε προσπάθεια να στηρίξουν τη βυθιζόμενη οικονομία αυτής της μητροπολιτικής έδρας. Το 1384 έλαβε διοικητικά δικαιώματα επί των μητροπολιτικών εδρών Χωνών και Κοτυαίου, καθώς και τις πατριαρχικές περιουσίες του Κουλά και της Κόλιδας.176 Το 1394 τα στερήθηκε όλα αυτά εκτός από τις Χωνές.177

Ιεράπολις και Σύνναδα

Κατά το δεύτερο μισό του αιώνα και οι δύο αυτοί μητροπολιτικές έδρες ήσαν πολύ φτωχές για να είναι ανεξάρτητες, οπότε δόθηκαν σε άλλες εκκλησίες σε προσπάθεια ενίσχυσης των τελευταίων. Έτσι το 1370 δόθηκαν ὡς ἐπίδοσις στο Κοτύαιον.178 Δεκαπέντε χρόνια αργότερα (1385) τόσο τα Σύνναδα όσο και η Ιεράπολις δόθηκαν για διοίκηση στον μητροπολίτη Φιλαδελφείας.179

Πηγαί

Η αναταραχή που τύλιγε τη βορειοδυτική Μικρά Ασία δεν άφησε τις Πηγές ανεπηρέαστες:

Δεδομένου ότι οι υποθέσεις της αγιότατης μητρόπολης των Πηγών έχουν χαθεί, ως αποτέλεσμα της αυξανόμενης ανωμαλίας των υποθέσεων και της επίθεσης των εχθρών (με την άδεια του Θεού λόγω του πλήθους των αμαρτιών), και δεν είναι αναγνωρίσιμη ούτε ακόμη και από λίγα υπολείμματα, ενώ ο ιερότατος μητροπολίτης που διορίστηκε σε αυτήν … όχι μόνο στερείται και τα ίδια τα απαραίτητα προς το ζην…180

Ἐπεὶ καὶ τὰ τῆς ἁγιωτάτης μητροπόλεως Πηγῶν ὑπὸ τῆς ἐπιφυείσης τοῖς πράγμασιν ἀνωμαλίας καὶ τῆς τῶν ἐχθρῶν ἐπιθέσεως, παραχωρήσει θεοῦ διὰ πλῆθος ἁμαρτιῶν, εἰς τὸ μηδαμῇ μηδαμῶς κατήντησε, καὶ οὐδ' ἀπὸ λειψάνων δή τινων ἐγνωρίζετο, ὁ δὲ ταύτην λαχὼν ἱερώτατος ἀρχιερεύς … οὐ μόνον ἐν στερήσει καὶ αὐτῶν τῶν πρὸς τὸ ζῆν ἀναγκαίων ἐτύγχανεν…

Κατά συνέπεια, το 1354 του δόθηκε ὡς ἐπίδοσις η μητροπολιτική έδρα Σωζοπόλεως.

Μελιτηνή και Κελτζηνή

Περί το 1318 οι δύο εκκλησίες της Μελιτηνής και της Κελτζηνής (της Κελτζηνής περισσότερο από εκείνη της Μελιτηνής) είχαν μεγάλες δυσκολίες. Εξαιτίας αυτού, ο Θεοδόσιος, ο μητροπολίτης Μελιτηνής, δέχτηκε τη μητροπολιτική έδρα Κελτζηνής ὡς ἐπίδοσιν, γιατί

δεν ήταν πλούσιος στα απαραίτητα, καθώς η εκκλησία του είχε βρεθεί εδώ και καιρό κάτω από βαρβάρους.181

οὐκ εὐπόρως μὲν ἔχοντι τῶν πρὸς χρείαν διὰ τὸ τὴν κατ’ αὐτὸν ἐκκλησίαν ὑπὸ βαρβάροις πρὸ πολλοῦ γεγονέναι.

Η ίδια η Κελτζηνή

πριν από πολύ καιρό έχει στερηθεί τη μητροπολιτική της έδρα από τους ξένους… και η Κελτζηνή δεν έχει άλλη ιδιοκτησία που να είναι άξια για κατοικία μητροπολίτη. Ο εν λόγω ιερότατος μητροπολίτης Μελιτηνής θα έχει ως έδρα του το υπαγόμενο στη μητρόπολη Κελτζηνής μοναστήρι της Ευαγγελίστριας και Μητέρας του Θεού… το ονομαζόμενο του Κι. 182

τοῦ πάλαι δὴ ἀφωσιωμένου ἀρχιερατικοῦ καθίσματος ἐστέρηται ὑπὸ τῶν ἐθνῶν … οὔτε μὴν ἕτερον κτῆμα εἰς κατοικίαν ἀρχιερεῖ προσῆκον ὑπολέλειπται ταύτῃ, κατασχεῖν ὀφείλει ὁ ῥηθεὶς ἱερώτατος μητροπολίτης Μελιτηνῆς εἰς κάθισμα ἑαυτῷ τὴν ὑπ' αὐτὴν ἁγιωτάτην μητρόπολιν Κελτζηνῆς τεταγμένην σεβασμίαν μονὴν τὴν ἐπ' ὀνόματι τῆς ὑπεράγνου δεσποίνης καὶ θεομήτορος τιμωμένην καὶ ἐπικεκλημένην τοῦ Κί.

Επιπλέον, έλαβε το δικαίωμα διαχείρισης των πατριαρχικών ιδιοκτησιών στη Νεοκαισάρεια, την Κάμαχα, την Κελτζηνή και τη Μελιτηνή.183 Προφανώς οι περιουσίες της εκκλησίας στην ανατολική Ανατολία εξαφανίζονταν πολύ γρήγορα στις αρχές του 14ου αιώνα.

Άμαστρις

Το 1387, ο πάμπτωχος μητροπολίτης Αμάστριδος έλαβε τη χαμένη μητροπολιτική έδρα Ποντοηρακλείας ὡς ἐπίδοσιν, με την ελπίδα ότι θα του παρείχε επαρκή έσοδα,

εξαιτίας της κατάρρευσης και της καταστροφής της εκκλησίας του, την οποία μας αναφέρουν όσοι έρχονται από εκεί. Στερείται των απολύτως αναγκαίων και μας ζήτησε βοήθεια πολλές φορές. 184

ὡς ἡ τῆς ἐκκλησίας αὐτοῦ κατάλυσις καὶ φθορὶ καὶ οἱ ἐκεῖθεν πρὸς ἡμᾶς ἐρχόμενοι μαρτυροῦσι, καὶ αὐτῶν στερεῖται τῶν αναγκαίων, καὶ πολλάκις ἐζήτησε βοήθειαν παρ' ἡμῶν.

Νίκαια

Η Νίκαια, ο τόπος δύο Οικουμενικών Συνόδων της Χριστιανικής Εκκλησίας και έδρα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας για περισσότερο από το μισό του 13ου αιώνα, βρισκόταν σε πολύ κακή κατάσταση, γεγονός το οποίο ο Ιμπν Μπατούτα είχε ήδη σχολιάσει λίγο μετά την κατάκτησή της από τους Οθωμανούς. Το 1381 ο μητροπολίτης Νικαίας δέχτηκε την εκκλησία της Προύσας ὡς ἐπίδοσιν,

καθώς η μητροπολιτική έδρα Νικαίας δεν έχει αρκετά για να τον εφοδιάσει με τα αναγκαία, επειδή είχε καταληφθεί και καταστραφεί εντελώς από τους ξένους πριν από πολλά χρόνια.185

ἐπεὶ ἡ τῆς Νικαίας μητρόπολις οὐκ ἀρκούντως ἔχει τὰ πρὸς χρείαν αὐτῷ πορίζειν, ὑπὸ τῶν ἐθνῶν πρὸ χρόνων πολλῶν ἀλοῦσα καὶ διαφθαρεῖσα.

Όμως, η κατάσταση εξαθλίωσης αποκαλύπτεται πιο χιουμοριστικά, αν και οδυνηρά, σε επιστολή έτους 1395 του πατριάρχη Αντωνίου Δ΄ προς τον μητροπολίτη Νικαίας. Ο μητροπολίτης Νικαίας είχε ζητήσει να δανειστεί ένα μόδιο σιταριού και κρασί από το μοναστήρι της Ρωμανιώτισσας. Ύστερα, όταν οι φτωχοί μοναχοί, που οι ίδιοι δεν είχαν προμήθειες, ζήτησαν από τον μητροπολίτη να τους το επιστρέψει, εκείνος αρνήθηκε και έκλεισε με θυμό την εκκλησία τους! 186

Αδριανούπολις

Ακόμη και κατά την περίοδο των πρώτων οθωμανικών κατακτήσεων η Εκκλησία υπέστη απώλεια της περιουσίας της, όπως έχουμε δει στη Βιθυνία για τις περιπτώσεις της Κυζίκου, της Νικαίας και της Προύσας. Αυτό φαίνεται πιο ξεκάθαρα στην από μέρους τους κατάκτηση και την εγκατάστασή τους σε μια ευρωπαϊκή μητροπολιτική έδρα, εκείνη της Αδριανούπολης, και κατά συνέπεια η λεπτομερής εξέταση του τι συνέβη στην Αδριανούπολη θα ρίξει φως σε εκείνο που συνέβη και στη Βιθυνία. Οι πατριαρχικές πράξεις δείχνουν ότι η τουρκική κατάκτηση και εγκατάσταση συνέτριψαν την οργάνωση της Εκκλησίας σε εκείνη την πόλη. Σε συνοδικό έγγραφο του 1380, αναφέρεται ότι η μητροπολιτική έδρα της Αδριανούπολης

αρπάχτηκε πριν από χρόνια από το χέρι του βάρβαρου, με την άδεια του Θεού, και επίσης το μεγαλύτερο μέρος της αιχμαλωτίστηκε, μάλιστα το καλύτερο, μαζί με τον δικό του ποιμένα και δάσκαλο. Το υπόλοιπο [του λαού] κρατήθηκε εκεί και παραμένει χωρίς ηγέτη μέχρι σήμερα. Ούτε ο ίδιος ο προστάτης της εκκλησίας εκείνης [ο επίσκοπος] δεν μπόρεσε να επιστρέψει σε αυτή τη βασίλισσα των πόλεων [Κωνσταντινούπολη] και παρέμεινε εκεί πεθαίνοντας [σε αιχμαλωσία].187

ταύτης γὰρ πρὸ χρόνων βαρβαρικῇ κατασχεθείσης χειρὶ συγχωρήσει (θεοῦ) καὶ τοῦ πλείστου μὲν αὐτῆς μέρους, φεῦ, αἰχμαλωτισθέντος καὶ μάλιστά γε τοῦ κρείττονος σύν γε τῷ οἰκείῳ ποιμένι καὶ διδασκάλῳ, τοῦ δὲ λοιποῦ κρατηθέντος ἐκεῖ καὶ μέχρι τοῦ νῦν ἀνεπισκόπου μένοντος ἐξ ἐκείνου· οὐδὲ γὰρ ἐδυνήθη (ἐκ) τῆς αἰχμαλωσίας ὁ τῆς ἐκκλησίας ταύτης ἐκεῖνος προστάτης ἐπανελθὼν εἰς τὴν βασιλίδα ταύτην τῶν πόλεων ἄχρι καὶ τῆς αὐτοῦ τελευτῆς ἐκεῖσε παραγενέσθαι…

Ένας νέος μητροπολίτης διορίζεται τελικά, αλλά το έγγραφο δεν αναφέρει αν μπόρεσε να εισέλθει στην πόλη της Αδριανούπολης. Άλλο πρακτικό συνόδου, που εκδόθηκε το 1389, δίνει πιο συγκεκριμένες λεπτομέρειες σχετικά με τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε η εκκλησία στην Αδριανούπολη. Φαίνεται ότι το 1389 ο μητροπολίτης δεν είχε μπορέσει ακόμη να εισέλθει στην Αδριανούπολη. Το έγγραφο αναφέρει ότι ο μητροπολίτης βρίσκεται στην Κωνσταντινούπολη συμμετέχοντας στις διαδικασίες της ίδιας της συνόδου, όπως ήταν το έθιμο με πολλούς εκκλησιαστικούς που είχαν εκτοπιστεί από τις θέσεις τους λόγω των ταραγμένων καιρών. Μάλιστα παρουσιάζει αναφορά στον πατριάρχη, στην οποία θρηνεί την κατάσταση της εκκλησίας στην Αδριανούπολη:

Η αγιότατη μητρόπολή του στο παρελθόν καυχιόταν για πολλά και μεγάλα καλά πράγματα στην αυτοκρατορία των Ρωμαίων και ήταν τόσο ευημερούσα, που μπορούσε να φροντίζει πολλούς φτωχούς και να τους εφοδιάζει γενναιόδωρα με τα αναγκαία. Όταν όμως με την άδεια του Θεού έγινε και αυτή η πόλη παρανάλωμα των Τούρκων, όπως συνέβη με κάθε δική μας πόλη και περιοχή, και αυτοί που κατοικούσαν στην πόλη έγιναν αιχμάλωτοι. Λίγο αργότερα οι χριστιανοί επέστρεψαν και εγκαταστάθηκαν στην πόλη, αλλά η μητρόπολη και όλες οι διάσημες εκκλησίες καταλήφθηκαν από τους αλλοδαπούς, όπως και όλες τα κτήματα, τα πράγματα και τα ετήσια έσοδα, ώστε να μην είναι [τώρα] γνωστό αν υπήρξαν ποτέ. Ούτε καν κελιά δεν απέμειναν για την κατοικία και ανάπαυση του μητροπολίτη. Τώρα ρώτησε τη σύνοδο για την αγιότατη επισκοπή Αγαθουπόλεως [η οποία υπάγεται σε αυτόν και η οποία βρίσκεται χωρίς δικό της ποιμένα], που βρίσκεται κάτω από τους Ρωμαίους και κοντά στη θάλασσα, για να μπορεί να κατοικήσει εκεί έχοντας κάποια ανακούφιση.188

ἡ κατ' αὐτὸν ἁγιωτάτη μητρόπολις πρότερον μὲν ἐν τῇ τῶν Ῥωμαίων ἀρχῇ πολλοῖς ἐκόμα καὶ μεγάλοις τοῖς ἀγαθοῖς, καὶ τοσοῦτον εὐδαιμονίας αὐτῆς περιῆν, ὡς καὶ πολλοῖς ἐπαρκεῖν δύνασθαι πενομένοις καὶ τὰ πρὸς χρείαν ἀφθόνως αὐτοῖς δύνασθαι χορηγεῖν, ὡς δέ, συγχωρήσει θεοῦ, τῶν Τούρκων γέγονε καὶ ἡ πόλις αὕτη παρανάλωμα, ὡς καὶ πᾶσα πόλις ἡμετέρα καὶ χώρα καὶ οἱ ἐνοικοῦντες αυτῇ πάντες αἰχμάλωτοι γεγόνασιν, ὀλίγων ὕστερον ἐπιστραφέντων χριστιανῶν καὶ κατοικησάντων ἐν αὐτῇ, καὶ ἡ μὲν μητρόπολις καὶ πάντες οἱ περιφανεῖς ναοὶ παρὰ τῶν ἐθνῶν ἐκρατήθησαν, κτήματα δὲ πάντα καὶ πράγματα καὶ αἱ ἐτήσιοι πρόσοδοι οὐδὲ εἰ ἦσαν πότε γινώσκονται, καὶ οὐδὲ κελλία ὅλως περιελείφθησαν εἰς καταμονὴν τοῦ μητροπολίτου καὶ ἀνάπαυσιν, νῦν τῆς ὑπ' αὐτὸν ἁγιωτάτης ἐπισκοπῆς Ἀγαθοπόλεως ὐπὸ Ῥωμαίοις τελοῦσαν καὶ θαλάσσῃ πλησιάζουσαν, κἀντεῦθεν ἀνάπαυσιν οὐκ ὀλίγην παρεχομένην τοῖς ἐνοικοῦσιν.

Είχε ήδη αποφασιστεί από τον πατριάρχη Μακάριο πριν από χρόνια, ότι η Αγαθούπολη δεν μπορούσε να γίνει μητροπολιτική έδρα στη θέση της Αδριανούπολης, αλλά θα διατηρούνταν για την προσωρινή ανακούφιση του μητροπολίτη Αδριανουπόλεως για όσο διάστημα την Αδριανούπολη κατείχαν οι Τούρκοι. Μόλις η Αδριανούπολη ξαναγινόταν ελληνική, ο μητροπολίτης θα προχωρούσε στην Αδριανούπολη και ένας επίσκοπος θα διοριζόταν τελικά στην Αγαθούπολη.

Οι συνθήκες των παραπάνω εικοσιτριών εκκλησιαστικών εδρών στη Μικρά Ασία και την Αδριανούπολη μας επιτρέπουν να κάνουμε μερικές πολύ σημαντικές γενικεύσεις. Πρώτα απ’ όλα, οι εισβολές και οι επιθέσεις των τουρκικών μπεηλικιών και φυλών στερούσαν από τις μητροπολιτικές έδρες μεγάλο μέρος των εδαφών και των εισοδημάτων τους. Αυτός είναι σημαντικός παράγοντας στην παρακμή των χριστιανικών κοινοτήτων και πληθυσμού της Ανατολίας. Καθίσταται προφανές από τις συνοδικές πράξεις, ότι ένας μητροπολίτης δεν μπορούσε να διεκπεραιώνει τις λειτουργίες και υπηρεσίες του, ούτε να φροντίζει για την ακολουθία του και το ποίμνιό του κάτω από τέτοιες συνθήκες, όπως εκείνες που επιβάλλονταν από τις κατακτήσεις. Η ιεραρχική οργάνωση απαιτούσε χρήματα ή εισόδημα για να λειτουργήσει. Καθ’ όλη τη διάρκεια της τελευταίας περιόδου της βυζαντινής ιστορίας η εκκλησία είχε αρχίσει να αναλαμβάνει πολλές από τις λειτουργίες του κράτους στις επαρχίες, όπως, για παράδειγμα, δικαστικές λειτουργίες. Έπρεπε επίσης να φροντίζει τα διάφορα φιλανθρωπικά ιδρύματα, για τα οποία η εκκλησία είχε υπάρξει, είναι αλήθεια, σε μεγάλο βαθμό υπεύθυνη ακόμη και πριν από τις τουρκικές κατακτήσεις. Αυτό συνέβαινε με τα ορφανοτροφεία, τα σχολεία, τη φροντίδα των ηλικιωμένων, των απόρων, των ασθενών και ούτω καθεξής. Δεδομένου ότι το βυζαντινό κράτος δεν ήταν πια παρόν, το βάρος έπεφτε ακόμη περισσότερο στην εκκλησία, που γινόταν η μόνη πηγή τέτοιων λειτουργιών. Η κατάσχεση τόσο μεγάλου μέρους της περιουσίας της από τους Τούρκους και η επιβολή βαρέων φόρων υπήρξαν καταστροφικές για την ιεραρχική δομή της εκκλησίας και υπονόμευαν, ή τουλάχιστον περιόριζαν σοβαρά, πολλά από τα πιο σημαντικά κοινωνικά της καθήκοντα. Έτσι δεν μπορούσε πια να διεκπεραιώνει εκείνες τις αυστηρά υλικές λειτουργίες, από τις οποίες εξαρτιούνταν τόσοι πολλοί στη χριστιανική κοινότητα. Πολύ συχνά οι μητροπολιτικές έδρες και οι επισκοπές στερούνταν της πραγματικής ηγεσίας του μητροπολίτη και επισκόπου, επειδή η φτώχεια της περιοχής δεν μπορούσε πια να υποστηρίζει αυτούς και τις ακολουθίες τους. Αυτή η απώλεια ηγεσίας θα συζητηθεί στη συνέχεια. Επιστρέφοντας όμως στον αντίκτυπο της φτώχειας, με τα λόγια των ίδιων των συνοδικών πράξεων

πώς δεν θα λογίζεται ως χάλκινη φωνή … εκείνος που μόνο με λόγια μιλά για τους επαίνους της φιλανθρωπίας;189

πῶς οὐκ ἄν χαλκὸς ἠχῶν τοῖς ἀκούουσι λογισθείη … ὅ ποτε λόγῳ μόνῳ φιλοσοφοίη τὰ τῆς ἐλεημοσύνης ἐγκώμια;

Πατριαρχικές πράξεις: Εκκλησιαστική πειθαρχία

Απουσιάζοντες μητροπολίτες και αρχιεπίσκοποι

Η τουρκική κατάκτηση και κατοχή επηρέαζε την εκκλησία και με άλλους τρόπους. Μπορεί κανείς να κρίνει το αποτέλεσμα αυτής της κατάκτησης στην Ανατολία στη γενική περιοχή εκείνου που θα μπορούσε να ονομαστεί εκκλησιαστική πειθαρχία. Η επιτυχής και αποτελεσματική λειτουργία οποιουδήποτε κοινωνικού και θρησκευτικού θεσμού εξαρτάται από διάφορους παράγοντες: τη φιλοσοφία πάνω στην οποία ιδρύεται ο θεσμός, το περιβάλλον του, την πίστη και υπακοή των μελών που αποτελούν τον θερμό και την επιτυχία τους να εμπνέουν ο ένα στον άλλο πίστη και υπακοή. Αυτός ο τελευταίος παράγοντας εννοείται εδώ ως πειθαρχία και για την άμεση συζήτηση θα περιοριστεί στα μέλη του κλήρου, από μητροπολίτες μέχρι χαμηλούς μοναχούς. Πριν από την τουρκική κατάκτηση στη Μικρά Ασία, το κράτος υποστήριζε στενά την εκκλησία στην επιβολή της εκκλησιαστικής πειθαρχίας. Αυτό ίσχυε είτε επρόκειτο για ζήτημα εφαρμογής των περιεχομένων του κανονικού νόμου σε έναν ταπεινό ιερέα, ή τη βίαιη εκθρόνιση ενός απείθαρχου μητροπολίτη ή την εφαρμογή συνοδικών αποφάσεων σε θέματα αίρεσης. Τα παραδείγματα μιας τέτοιας συμπεριφοράς εκ μέρους του κράτους στη βυζαντινή ιστορία είναι πάρα πολλά και πολύ γνωστά για να χρειάζονται λεπτομερή αναφορά εδώ. Με τις κατακτήσεις όμως, ο υποστηρικτικός βραχίονας του κράτους απομακρύνθηκε, ως επί το πλείστον, από την επιβολή της εκκλησιαστικής πειθαρχίας. Επιπλέον, ορισμένα άλλα περίπλοκα χαρακτηριστικά φαίνονταν να εμποδίζουν και να μειώνουν την επιβολή της εκκλησιαστικής τάξης. Πιο συγκεκριμένα, η διατήρηση της εκκλησιαστικής τάξης στις επαρχίες επικεντρωνόταν στους μητροπολίτες, τους αρχιεπισκόπους και τους επισκόπους, που τώρα κληρονομούσαν όλη την υποταγή της χριστιανικής κοινότητας (με ορισμένες εξαιρέσεις που αυξάνονταν με την πάροδο του χρόνου). Παλαιότερα αυτή την υποταγή τη μοιραζόταν η εκκλησία με το βυζαντινό κράτος, αλλά υπό τις νέες συνθήκες ήσαν οι εκκλησιαστικοί εκείνοι που έδιναν την ηγεσία στις κοινότητες.

Η απομάκρυνση, για τον έναν ή τον άλλο λόγο, αυτών των ιεραρχών από τις έδρες τους στη Μικρά Ασία αποτελούσε σοβαρό πλήγμα για την εκκλησία, γιατί όχι μόνο στερούσε από τις κοινότητες τους ηγέτες τους, αλλά αφαιρούσε επίσης τους κύριους επιβολείς της εκκλησιαστικής τάξης. Οι διάφορες κοινότητες αισθάνονταν βαθιά την απώλεια των ηγετών τους και έστελναν επανειλημμένα αναφορές στον πατριάρχη στην Κωνσταντινούπολη ζητώντας να τους σταλούν μητροπολίτες και επίσκοποι. Σε γενικές γραμμές, οι πατριαρχικές πράξεις περιγράφουν δύο κατηγορίες μητροπολιτικών εδρών και αρχιεπισκοπών: εκείνες των οποίων οι κάτοχοι εμποδίζονταν από τους Τούρκους να εισέλθουν πραγματικά στις εκκλησιαστικές τους έδρες ή που εμποδίζονταν να φτάσουν στον προορισμό τους, επειδή οι δρόμοι που οδηγούσαν εκεί ήσαν ανασφαλείς για ταξίδια. και στη δεύτερη κατηγορία ήσαν εκείνοι που, όντας ήδη εγκατεστημένοι στις επαρχιακές τους διαμονές, εκδιώχθηκαν από τους Τούρκους.190

Οι χριστιανοί της Αμάσειας χτυπήθηκαν ιδιαίτερα όσον αφορά την απουσία μητροπολίτη κατά το πρώτο τέταρτο του 14ου αιώνα. Περί το 1315 ζήτησαν βοήθεια από τον πατριάρχη και η απάντηση του πατριάρχη σε αυτήν την αναφορά έχει διασωθεί σε μια από τις συνοδικές πράξεις:

Σε όσους έχουν επιλεγεί για να οδηγούν έναν λαό και να είναι φύλακες των ψυχών, ας είναι αυτό προφανές σημάδι ότι θα παρέχουν πνευματική βοήθεια όχι μόνο σε εκείνους που βρίσκονται κοντά τους, αλλά ιδιαίτερα σε εκείνους που ζουν πολύ μακριά, ανάμεσα σε ξένα έθνη, και που απειλούνται εκεί από πνευματικό κίνδυνο. Γιατί υπάρχει μεγάλη ανάγκη να αναζητήσουμε το τμήμα που κινδυνεύει σήμερα να καταστραφεί και να εργαστούμε για να διασφαλίσουμε τη σωτηρία του. Αυτό συμβαίνει σε εκείνους που είναι πνευματικά υποταγμένοι στην αγιότατη μητροπολιτική έδρα της Αμάσειας. Έστειλαν επιστολή στην ταπεινότητά μας, δηλώνοντας ξεκάθαρα ότι η εκκλησία τους έχει στερήσει νόμιμο μητροπολίτη για μεγάλο χρονικό διάστημα. … Ζήτησαν λοιπόν έναν μητροπολίτη, αφού το κακό της κυρίαρχης περσικής τυραννίας επικρατούσε συντριπτικά, κι έτσι αυτός που θα ήταν ο μητροπολίτης δεν μπορούσε να αναλάβει τη θέση του εκεί εύκολα ή με οποιονδήποτε τρόπο.191

Τοῖς λαχοῦσι προεδρεύειν λαοῦ καὶ εἰς οἰκονόμους εἶναι ψυχῶν τοῦτ' ἄν εἴη πάντως ἐναργὲς γνώρισμα, μὴ μόνον τοῖς ἐγγὺς τῶν ὑπ' αὐτοὺς τελούντων τοῦ κατὰ ψυχήν συμφέροντος προμήθειαν ἐπιδείκνυσθαι, ἀλλὰ καὶ τοῖς μακρὰν μάλιστα καὶ μέσον ἀλλοφύλων οἰκοῦσιν ἐθνῶν καὶ ὑφορωμένοις ἐκ τοῦ σχεδὸν ἐκεῖθεν τὸν ψυχικὸν κίνδυνον, ἐπεὶ καὶ ἀνάγκη πᾶσα τῶν ἀνὰ χεῖρας μᾶλλον τὸ κινδυνεῦον ἀπολέσθαι μέρος ἀναζητεῖν καὶ τὴν σωτηρίαν ἐκείνῳ περιποιεῖσθαι καὶ πραγματεύεσθαι. οἷοι δὴ τυγχάνουσιν ὄντες καὶ οἱ ὑπὸ τὴν ἁγιωτάτην πνευματικῶς τελοῦντες τῆς Ἀμασείας μητρόπολιν, καὶ γὰρ οὗτοι γράμματα πρὸς τὴν ἡμῶν ἐξαπέστειλαν μετριότητα διαλαμβάνοντα, ὅτι δὴ τῆς κατ' αὐτοὺς τοιαύτης ἐκκλησίας ἐξ ἱκανῶν χρόνων γνησίου ἀρχιερέως ἐστερημένης, δι' ἅπερ ἐκεῖσε τῷ χρόνῳ συνέβησαν δυσχερῆ. εἶχον μὲν καὶ οὕτως ἀρχιερέα αἰτήσασθαι, ἐπεί δὲ καθ' ὑπερβολὴν ὑπερίσχυσε τὸ δεινὸν ἐκ τῆς κατεχούσης τούτους περσικῆς τυραννίδος, ὡς μηδὲ τὸν ἐσόμενον ἀρχιερέα εὐμαρῶς ἤ καὶ ὁπωσοῦν ἐπιστῆναι δυνηθῆναι ἐκεῖσε.

Η κατάσταση δεν ήταν καλύτερη δύο χρόνια αργότερα (1317):

Για αρκετό καιρό η χριστιανική κοινότητα εκεί … δεν είχε μητροπολίτη και στερούνταν πνευματικού ποιμένα και της διδασκαλίας και βοήθειάς του. … Χειροτονήσαμε λοιπόν μητροπολίτη Αμασείας τον αξιοσέβαστο ιερομόναχο κυρ Κάλλιστο, που έχει την αρετή και τα άλλα χαρακτηριστικά που είναι απαραίτητα για έναν αρχιερέα. Αλλά δεν είναι πια δυνατό να πάει εκεί αυτός που έχουμε αποδεχτεί με χειροτονία και να φροντίσει πνευματικά την εκκλησία του … λόγω της αναφερθείσας εισβολής και επίθεσης των ασεβών.192

καὶ δὴ ἐξ ἱκανοῦ τινος τὸ χριστιανικὸν ἐκεῖσε πλήρωμα … ἀνεπίσκοπον ἦν καὶ πνευματικοῦ ποιμένος ἐστερημένον καὶ τῆς ἐντεῦθεν διδασκαλίας καὶ ὠφελείας. … τὸν γὰρ εὐλαβέστατον ἱερομόναζον κῦρ Κάλλιστον, ἀρετῆς ὄντα πλήρη καὶ τῆς ἀρχιερεῦσι λοιπῆς κοσμιότητος πρεπούσης, Ἀμασείας προχειρισάμενοι πεποιήκαμεν. ἐπεὶ δὲ τό γε νῦν εἶναι παραβαλεῖν ἐκεῖσε καὶ δι' ἑαυτοῦ τὰ τῇδε πνευματικῶς ἐπισκέπτεσθαι οὐκ ἐνῆν … διὰ τὴν εἰρημένην τῶν ἀσεβῶν τοῦ τόπου καταδομὴν καὶ ἐπίθεσιν…

Καθώς ο νεοδιορισμένος μητροπολίτης δεν μπορούσε να εισέλθει στην έδρα του στην Αμάσεια λόγω των δυσκολιών που πρόβαλλε η τουρκική κατοχή, επρόκειτο να εγκατασταθεί σε μια από τις υπαγόμενες επισκοπές του, τα Λιμνία. Δεδομένου ότι τα Λιμνία βρίσκονταν εντός των ορίων της αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας, το συνοδικό διάταγμα συνεχίζει λέγοντας ότι η εκκλησία εκεί ήταν προστατευμένη και ότι οι εκκλησιαστικοί μπορούσαν να έρχονται, να φεύγουν και να παραμένουν χωρίς παρέμβαση από τους Τούρκους. Ο μητροπολίτης Αμασείας θα παρέμενε εκεί μέχρι να βελτιώνονταν οι συνθήκες και να του επέτρεπαν οι Τούρκοι να εισέλθει στην Αμάσεια. Αυτή η υπόθεση είναι ακριβώς παράλληλη με την προαναφερθείσα συζήτηση για τον μητροπολίτη Αδριανουπόλεως, που χρειάστηκε να διαμένει στην υπαγόμενη σε αυτόν επισκοπή Αγαθουπόλεως, σε βυζαντινό έδαφος ,έως ότου η Αδριανούπολη γινόταν ξανά βυζαντινή και μπορούσε να εισέλθει στην πόλη.

Η μητροπολιτική έδρα Σίδης ήταν κενή το 1315:

Έχει περάσει πολύς καιρός από τότε που υπήρχε μητροπολίτης στη μητροπολιτική έδρα Σίδης, και ο λόγος είναι ότι η τρομερή [κατάσταση] επικράτησε σε τέτοιο βαθμό και ο δρόμος που οδηγούσε εκεί έγινε ανασφαλής ως αποτέλεσμα των επιθέσεων των ξένων λαών. 193

Μακρὸς μὲν χρόνος, ἐξ οὗ οὐ γέγονε τῇ ἁγιωτάτῃ μητροπόλει Σίδης ἀρχιερεύς, τὸ δ' αἴτιον, ὅτι δὴ ἐπὶ τοσοῦτον ὑπερίσχυσε τὸ δεινόν, καὶ οὐ ἀσφαλὴς ἡ εἰς τὰ ἐκεῖσε φἐρουσα κατέστη, ἐκ τῆς τῶν ἀλλοφύλων ἐθνῶν ἐπιθέσεως.

Η Πισιδία ήταν χωρίς μητροπολίτη για μια περίοδο πριν από το 1315 και πάλι μετά το 1345. Συνοδικό διάταγμα του έτους 1345 περιγράφει την κατάσταση πολύ καθαρά:

Η αγιότατη μητρόπολη Πισιδίας βρισκόταν για πολλά χρόνια χωρίς ποίμανση και επίσκεψη μητροπολίτη, ενώ στον ιερότατο μητροπολίτη που την είχε αναλάβει απαγορευόταν με παρέμβαση των επικρατούντων ξένων να παραμείνει στην εκκλησία του. Μετά τον θάνατό του, τα μέλη αυτής της εκκλησίας ζήτησαν νόμιμο μητροπολίτη. Το ζήτησαν πολλές φορές [ακόμη και όταν ήταν ζωντανός], αλλά οι καιροί, λόγω της ξένης βίας που επικρατούσε στην περιοχή, δεν επέτρεψαν την τοποθέτηση νόμιμου μητροπολίτη σε αυτή την εκκλησία από άλλη περιοχή. Παραχωρήθηκε λοιπόν αυτή στον μητροπολίτη Σίδης, αλλά ούτε εκείνος μπόρεσε να φτάσει εκεί και να πάρει τη θέση. 194

Ἡ ἁγιωτάτη μητρόπολις τῆς Πισιδίας ἐπὶ πολλοῖς ἐστιν ἤδη τοῖς χρόνοις ἀρχιερατικῆς ἀμοιροῦσα ποιμανσίας καὶ ἐπισκέψεως, ἅτε δὴ καὶ τοῦ λαχόντος ἀυτὴν ἱερωτάτου ἀρχιερέως ἐκείνου κωλυθέντος ὑπὸ τῆς ἐπισυμβάσης ἐθνικῆς επικρατείας προσμεῖναι ταύτῃ δὴ τῇ κατ' αὐτὸν ἐκκλησίᾳ· μεταλλάξαντος μέντοι τὴν ζωήν, ἀνήνεγκαν καὶ ἐζήτησαν οἱ τῆς ἐκκλησίας ταύτης ἀρχιερέως τυχεῖν γνησίου, πολλάκις τοῦτο ζητήσαντες, καὶ περιὀντος ἐκείνου, τοῦ καιροῦ δὲ μὴ δἰδοντος διὰ τὴν ἐπικρατοῦσαν ἐν τῷ τόπῳ ἐθνικὴν βίαν ἀρχιερέα γνήσιον ἀπὸ τόπου ἑτέρου ἐγκαταστῆναι τῇ ἐκκλησίᾳ ταύτῃ, ἐκχωρηθέντι γὰρ καὶ τῷ Σίδης τὰ κατ' αὐτήν, οὐδὲ τούτῳ ἐγένετο καταλαβεῖν καὶ ἐπιστῆναι ἐκεῖσε.

Ως αποτέλεσμα, ο επίσκοπος Σωζοπόλεως, επισκοπικής υπαγόμενης στη μητρόπολη Πισιδίας, διορίστηκε για να αναλάβει τη διεύθυνση των υποθέσεων της μητροπολιτικής έδρας. Οι συνθήκες ήσαν τόσο δύσκολες, που όχι μόνο ο διορισμένος μητροπολίτης δεν μπορούσε να εισέλθει από την Κωνσταντινούπολη, αλλά ακόμη και ο μητροπολίτης Σίδης δεν μπορούσε να πάει από τη δική του επαρχιακή έδρα για να αναλάβει τη φροντίδα της κοινότητας, λόγω των Τούρκων.

Το 1315 η μητροπολιτική έδρα Συλλαίου και η αρχιεπισκοπή Λεοντοπόλεως ήσαν χωρίς νόμιμους μητροπολίτες [και αρχιεπίσκοπους] για μεγάλο χρονικό διάστημα, καθώς είχαν κατακτηθεί από τον άθεο ξένο.195

Ο επίσκοπος Σινώπης είχε διοριστεί για να διευθύνει τις υποθέσεις της Λεοντοπόλεως, αλλά ήταν αδύνατο γι’ αυτόν να το κάνει, καθώς δεν μπορούσε να ξεπεράσει τις «ξένες ταλαιπωρίες»196 για να φτάσει εκεί.

Ο μητροπολίτης Σμύρνης (περί το 1318) δεν μπορούσε να εισέλθει στην προσφάτως κατακτημένη έδρα του λόγω των Τούρκων, οπότε του παραχωρήθηκε η επισκοπή Χίου,

για όσο διάστημα οι ξένοι εκεί [Σμύρνη] δεν διώχνονται και απομακρύνονται με τη βοήθεια του Θεού.197

τῶν ἐκεῖσε ἐχθρῶν ὅσον οὐκ εἰς μακρὰν ἐπικουρίᾳ θεοῦ ἀπελαθέντων καὶ ἀπωσθέντων.

Του δόθηκε η επισκοπή Χίου ὡς ἐπίδοσις,

έτσι ώστε ο εχθρός να μην κάνει την επίπληξη ότι η εξαφάνιση του θρόνου από τον κατάλογο των μητροπολιτών ήταν σαν τον ακρωτηριασμό μέλους και σαν κάποια αναταραχή.198

ἵνα μὴ τὸν ἱερὸν τῶν ἀρχιερέων κατάλογον ὁ ἐχθρὸς ὡς ἐλλείποντα καὶ μέλους οἷον ἀφαίρεσιν καί τινα ἀκοσμίαν τὴν ἀπόλειψιν ὀνειδίσῃ τοῦ θρόνου.

Ο μητροπολίτης Εφέσου δεν μπορούσε να μπει στη μητροπολιτική του έδρα από το 1315 μέχρι το 1339 και ξανά από το 1365 μέχρι το 1368.199 Στο ανατολικό άκρο της Ανατολίας ο μητροπολίτης Καισαρείας έλαβε ὡς ἐπίδοσιν (1327) τις εκκλησιαστικές έδρες Σεβαστείας, Ευχαΐτων, Ικονίου, Μωκισσού και Ναζιανζού επειδή

είναι χωρίς νόμιμους αρχιερείς για μεγάλο χρονικό διάστημα, ως αποτέλεσμα της επικρατούσας σύγχυσης και ανωμαλίας, της προερχόμενης από την επίθεση των άθεων εχθρών, που έγινε με την άδεια του Θεού λόγω του πλήθους των αμαρτιών μας. Και επομένως η χριστιανική κοινότητα κάτω από αυτούς στερείται επίβλεψης και φροντίδας και του αγιασμού από μητροπολίτη.200

ἀμοιροῦσι γνησίων ἀρχιερέων ἐπὶ χρόνον ἤδη συχνὸν διὰ τὴν ἐπικρατήσασαν παραχωρήσει θεοῦ διὰ πλῆθος ἁμαρτιῶν σύγχυσιν καὶ ἀνωμαλίαν ἐκ τῆς τῶν ἀθέων ἐχθρῶν ἐπιθέσεως, καὶ ἐντεῦθεν στερεῖται ὁ ὑπ' αὐτοὺς χριστιανικὸς λαὸς ἀρχιερατικῆς ἐπιστασίας καὶ ἐπισκέψεως καὶ τοῦ ἀπὸ ταύτης ἁγιασμοῦ …

Το 1387 ο μητροπολίτης Ατταλείας και Πέργης χρειάστηκε

να περιφρονήσει ταραγμένες θάλασσες και τόσο μεγάλο κόπο, ακόμη και τον ίδιο τον σωματικό θάνατο, για την εντολή του Χριστού και για το χρέος το οποίο οφείλει στον Θεό,201

…καταφρονήσας καὶ πελάγους καὶ κόπου τοσούτου καὶ αὐτοῦ τοῦ σωματικοῦ θανάτου διὰ τὴν ἐντολὴν τοῦ Χριστοῦ καὶ τὸ χρέος, ὅπερ ὀφείλει τῷ θεῷ…

για να φτάσει στην εκκλησία του στην Ανατολία.

Ο μητροπολίτης Ατταλείας και Πέργης δέχτηκε την πλούσια μητρόπολη Σουγδαίας και Φύλλων ὡς ἐπίδοσιν (1400),

επειδή είχε έρθει εδώ [Κωνσταντινούπολη] έχοντας εκδιωχθεί από την εκκλησία του, ως αποτέλεσμα της θηριωδίας και αγριότητας των εκεί ηγεμόνων, που είναι άπιστοι.202

… ἐκ τῆς λαχούσης αὐτὸν ἐκκλησίας τὰ ἐνταῦθα καταλαβὼν διὰ τὴν ἐκεῖσε τῶν ἀρχόντων ἀσεβῶν ὄντων θηριωδίαν καὶ ἀγριότητα…

Έτσι οι Τούρκοι είχαν αναγκάσει τον μητροπολίτη να φύγει από την έδρα του και ο ιεράρχης είχε την τύχη να λάβει άλλη εκκλησιαστική έδρα. Όμως πολλοί τέτοιοι κληρικοί δεν ήσαν τόσο τυχεροί, και όταν αναγκάζονταν να εγκαταλείψουν τις μητροπολιτικές τους έδρες στις επαρχίες, αναγκάζονταν να παραμένουν στην Κωνσταντινούπολη με τον πατριάρχη, αδρανείς, συμμετέχοντας μόνο στις συνεδριάσεις της συνόδου και περιμένοντας είτε για την ευκαιρία να επανέλθουν στις επαρχιακές τους εκκλησίες ή να δεχτούν κάποιαν άλλη εκκλησία ὡς ἐπίδοσιν.203

Το 1315 ο επίσκοπος Σινώπης εξαναγκάστηκε να φύγει από την επισκοπή στην οποία ήταν διορισμένος και διορίστηκε να διοικεί τη μητροπολιτική έδρα Σίδης, η οποία είχε επίσης μείνει χωρίς πνευματικό ηγέτη για μεγάλο χρονικό διάστημα, λόγω «προβληματικών συνθηκών». Έτσι ο πατριάρχης προσπαθούσε να επιλύσει δύο προβλήματα με την ίδια λύση. Αν μπορούσε ενδεχομένως να εγκαταστήσει τον επίσκοπο Σινώπης, ο οποίος είχε εξαναγκαστεί να φύγει από την επισκοπή του, στην κενή θέση του Σίδης, ο επίσκοπος θα είχε απασχόληση και εισόδημα και η κοινότητα της Σίδης θα είχε πνευματική ηγεσία. Αυτή ήταν φυσικά η συνήθης λύση.204 Αλλά πιο συχνά οι εκτοπισμένοι κληρικοί τοποθετούνταν σε ευρωπαϊκή επαρχία, καθώς αυτό ήταν πολύ πιο εύκολο να επιτευχθεί. Ο αριθμός των πατριαρχικών πράξεων που ασχολούνται με αυτά τα φαινόμενα της μετάθεσης και του σχολάζοντος (του χωρίς εκκλησία ιεράρχη) είναι αρκετά μεγάλος. Αυτή ήταν η περίπτωση, για παράδειγμα, του αρχιεπισκόπου Νυμφαίου, που το 1316

έχοντας υποφέρει πολλά βάσανα και εξοριστεί από την παραχωρημένη [σε αυτόν έδρα] λόγω της κακομεταχείρισης [των Τούρκων], η οποία προέκυψε από τις αμαρτίες μας, και είναι [αυτός τώρα] αδρανής, διορίζεται πρόεδρος της αγιότατης αρχιεπισκοπής Δέρκου [στην Ευρώπη].205

πολλοῖς τοῖς πόνοις ἐγκαρτερήσαντα καί γε τῆς λαχούσης ἀποξενωθέντα διὰ τὴν ἐξ ἁμαρτιῶν γενομένην ἐπήρειαν καὶ ὡς σχολάζοντα εὑρισκόμενον, πρόεδρον αὖθις ἀποκαταστῆσαι τῆς ἁγιωτάτης ἀρχιεπισκοπῆς Δέρκου.

Τέλος, η αλληλογραφία του μητροπολίτη Θεοφάνη (1381) αποκαλύπτει ότι δεν μπορούσε να προχωρήσει στη Νίκαια για να αναλάβει τα ποιμαντικά του καθήκοντα εκεί.206

Διαφορές για δικαιοδοσία και περιουσία

Ένα από τα αποτελέσματα της σύγχυσης και της αναταραχής, όπως είδαμε, ήταν η απώλεια περιουσίας, που είχε ως αποτέλεσμα μεγάλη οικονομική παρακμή της εκκλησίας στη Μικρά Ασία. Αυτό περιέπλεκε περαιτέρω το πρόβλημα της τάξης και πειθαρχίας στην εκκλησία, γιατί οι θιγόμενοι μητροπολίτες και επίσκοποι, που τώρα αισθάνονταν τη σοβαρή οικονομική πίεση, άρχιζαν όλο και περισσότερο να διαφωνούν μεταξύ τους σχετικά με την κατοχή περιουσίας, εισοδήματος και τίτλων. Αυτή η γενική τάση περιγράφεται καλύτερα στις πράξεις σχετικά με τη μητροπολιτική έδρα Εφέσου, οι οποίες χρονολογούνται τα έτη 1342, 1343, 1368 και 1387. Και τα τέσσερα έγγραφα μαρτυρούν την επιθυμία και τις δραστηριότητες των διαφόρων μητροπολιτών Εφέσου να επεκτείνουν τη δικαιοδοσία τους και έτσι να αποκτήσουν μεγαλύτερο εισόδημα και να αποφύγουν την απώλεια περιουσίας σε άλλους άπορους μητροπολίτες. Το 1342 ο πατριάρχης παρενέβη εναντίον της απόπειρας του μητροπολίτη Εφέσου να χειροτονήσει επίσκοπο στη μητροπολιτική έδρα Πυργίου και έτσι να τον φέρει απευθείας κάτω από τη δικαιοδοσία του.

Η αγιότατη εκκλησία του Πυργίου βρέθηκε να έχει προαχθεί από επισκοπή σε μητροπολιτική έδρα εδώ και πολύ καιρό. … Πρόσφατα όμως διορίστηκε επίσκοπος σε αυτήν από τον μητροπολίτη που διοικεί τώρα την αγιότατη μητροπολιτική έδρα της Εφέσου. Αυτός πρέπει να αποφύγει [το Πυργίον] και να μην προσπαθήσει κάτι τέτοιο εκεί, επειδή προηγουμένως μεν υπαγόταν στην εκκλησία του, αλλά έχει μεταφερθεί κάτω από την αγιότατη μεγάλη εκκλησία του Θεού και ενταχθεί στις άλλες μητροπολιτικές έδρες. Και αν αρχικά αποτελούσε μέρος της εκκλησίας του [της Εφέσου], αν κάποιος ήθελε να εξετάσει [το θέμα], θα εύρισκε επίσης και τις περισσότερες μητροπολιτικές έδρες υπαγόμενες [αρχικά] σε άλλες εκκλησίες. Ωστόσο παραμένουν στην τάξη και την τιμή που έλαβαν στη συνέχεια με αυτοκρατορική εντολή και συνοδικό διάταγμα, γιατί η προώθηση των κατωτέρων εκκλησιών σε υψηλότερη τάξη αποτελεί αυτοκρατορικό προνόμιο.207

Ἡ ἁγιωτάτη τοῦ Πυργίου ἐκκλησία εὕρηται μὲν ἐκ παλαιοῦ εἰς μητρόπολιν ἀπὸ ἐπισκοπῆς τιμηθεῖσα … κεχειροτόνηται δὲ ὅμως ἐπίσκοπος ἐπ' αὐτῇ ὀλίγῳ πρότερον παρὰ τοῦ νῦν διιθυνειν λαχόντος ἀρχιερατικῶς τὴν τῆς Ἐφέσου ἁγιωτάτην μητρόπολιν, δέον ἀποσχέσθαι αὐτῆς καὶ μὴ τοιούτῳ τινί ἐπ' αὐτῇ ἐπιχειρῆσαι διὰ τὸ ὑποκεῖσθαι ταύτην πάλαι ποτέ τῇ κατ' αὐτόν, ὡς ὑπὸ τὴν καθ' ἡμᾶς ἁγιωτάτην τοῦ θεοῦ μεγάλην ἐκκλησίαν μετατεθείσης καὶ ταῖς λοιπαῖς αὐτῆς μητροπόλεσιν ἐνταχθείσης, εἰ γὰρ καὶ τῇ κατ' αὐτὸν ἀρχῆθεν ἐτύγχανε διαφέρουσα, ἀλλὰ καὶ τὰς πλείους τῶν μητροπόλεων, εἴ τις ἐξετάζειν ἐθέλει, ὑποκειμένας εὑρήσει τὴν ἀρχὴν ἐκκλησίαις ἑτέραις, μένουσι δὲ ὅμως, εἰς ἥν εἰλήχασιν ἔπειτα τάξιν καὶ τιμὴν βασιλικῇ προσταγῇ καῖ πράξει συνοδικῇ, ὅτι δὴ καὶ βασιλικόν ἐστι τοῦτο προνόμιον, τὰς ὑποδεεστέρας τῶν ἐκκλησιῶν εἰς τὸν ἀνωτέρω προάγειν βαθμόν.

Έτσι η απόπειρα του μητροπολίτη Εφέσου να υπαγάγει τη μητρόπολη Πυργίου στη δικαιοδοσία του, διορίζοντας τον επίσκοπό της, παρεμποδίστηκε άμεσα με πατριαρχική παρέμβαση.

Παρ’ όλα αυτά η ένταση μεταξύ των μητροπολιτικών εδρών Πυργίου και Εφέσου συνεχίστηκε. Το 1343 ο πατριάρχης και η σύνοδος εκδίκασαν καταγγελία, που άσκησε ο μητροπολίτης Εφέσου (Ματθαίος) εναντίον του μητροπολίτη Πυργίου, στην οποία ο πρώτος κατηγορούσε τον δεύτερο για ανθρωποκτονία και ψευδορκία. Ο κατηγορούμενος μητροπολίτης αρνιόταν τις κατηγορίες και ο πατριάρχης διόρισε τον μητροπολίτη Λαοδικείας για να διεξαγάγει έρευνα. Τα ευρήματά του ήσαν ενδιαφέροντα για τη σύνοδο και έδειχναν ξεκάθαρα ποια ήταν τα κίνητρα των κατηγοριών του μητροπολίτη. Ο ιεράρχης Λαοδικείας έγραψε λεπτομερή έκθεση που απάλλασσε τον μητροπολίτη Πυργίου και από τις δύο κατηγορίες. Στην αποστολή της στον πατριάρχη επισύναπτε πολλές επιστολές, γραμμένες από τον ίδιο τον μητροπολίτη Εφέσου. Σε μία από αυτές ο μητροπολίτης Εφέσου είχε γράψει, ψευδώς, ότι ο κατηγορούμενος (μητροπολίτης Πυργίου) είχε καθαιρεθεί ύστερα από έρευνα από τη σύνοδο και τον πατριάρχη, και διεκδικούσε τους ιερείς του Πυργίου ως δικούς του. Όμως η έρευνα που διεξήγαγε τώρα ο ιεράρχης της Λαοδικείας έδειχνε ότι ο άνθρωπος, τον οποίο είχε κατηγορηθεί ο μητροπολίτης ότι είχε βασανίσει και κρεμάσει, είχε στην πραγματικότητα πεθάνει από ασθένεια. Διαπιστωνόταν περαιτέρω ότι αν και είχε όντως ψευδορκήσει, είχε αναγκαστεί από τον Ουμούρ Μπεγκ να το κάνει, για να γλιτώσει 25 χριστιανούς τους οποίους εκείνος θα θανάτωνε.208 Ο μητροπολίτης Εφέσου είχε απλώς κατασκευάσει και παραμορφώσει τις κατηγορίες, σε προσπάθεια να υπαγάγει στη δικαιοδοσία της Εφέσου την έδρα του Πυργίου ως επισκοπή.

Το 1368 ο μητροπολίτης Εφέσου κατόρθωσε τελικά τον έλεγχο της εκκλησίας Πυργίου. Την είχε προηγουμένως ζητήσει και πάρει ως δική του επισκοπή, αλλά το Πυργίον προβιβάστηκε και πάλι σε καθεστώς μητροπολιτικής έδρας. Το 1365 του δόθηκε και πάλι, αυτή τη φορά ὡς ἐπίδοσις. Αλλά το 1368 ο πατριάρχης και η σύνοδος, λόγω της φτώχειας της Εφέσου, έδωσαν για πάντα στον μητροπολίτη Εφέσου και τους διαδόχους του τις δύο μητροπολιτικές έδρες.209 Περί το 1387 ο μητροπολίτης Εφέσου αισθανόταν τόσο έντονα την οικονομική πίεση, που διαμαρτυρήθηκε στον πατριάρχη και ζήτησε να επιστραφούν όλες οι επισκοπές που υπάγονταν αρχικά στην Έφεσο. Αυτό περιλάμβανε πρώην επισκοπές οι οποίες στο παρελθόν είχαν προαχθεί σε μητροπολιτικές έδρες καθώς επίσης και αρκετές επισκοπές, τις οποίες κατείχαν από το 1387 άλλοι μητροπολίτες. Στην αναφορά του δήλωνε ότι όσο οι υποθέσεις της αυτοκρατορίας ευημερούσαν, η εκκλησιαστική του έδρα δεν είχε απαιτήσει την επιστροφή αυτών των εδρών. Αλλά με τη μεγάλη καταστροφή και τη φτώχεια που έπληττε την εκκλησία του, τώρα είχε πιεστική ανάγκη να τις πάρει. Τότε η σύνοδος αποφάσισε ότι οι μητροπολιτικές έδρες Πυργίου και Περγάμου, στο παρελθόν επισκοπές της Εφέσου, έπρεπε να υποβιβαστούν στην τάξη της επισκοπής και ότι έπρεπε και πάλι να υπαχθούν στην Έφεσο. Επίσης οι δύο επισκοπές Κλαζομενών και Νέας Φωκαίας τις οποίες κατείχε η Σμύρνη θα επέστρεφαν στην Έφεσο, την αρχική μητροπολιτική τους έδρα. Εν ολίγοις αποφασίστηκε ότι η Έφεσος έπρεπε και πάλι να κατέχει όλες τις επισκοπές, που κάποτε υπάγονταν σε αυτήν.210

Ο μητροπολίτης Μύρων φαίνεται ότι δεν φώναζε λιγότερο για να προβάλλει τις διεκδικήσεις και τα δικαιώματά του επί συγκεκριμένων ιδιοκτησιών. Το 1387 ήρθε ενώπιον του πατριάρχη και της συνόδου για κρίση μια εκτεταμένη διαμάχη του με τον μητροπολίτη Ατταλείας-Πέργης. Όταν ο νεοδιορισμένος μητροπολίτης Ατταλείας-Πέργης έφτασε στην επαρχία του, διαπίστωσε ότι οι λίγες ιδιοκτησίες που δεν είχαν πάρει οι Τούρκοι βρίσκονταν στην κατοχή του μητροπολίτη Μύρων. Αν και αυτές οι ιδιοκτησίες ανήκαν στο παρελθόν στα Μύρα, είχαν παραδοθεί εδώ και μερικά χρόνια στον μητροπολίτη Ατταλείας, ώστε να μπορεί ο μητροπολίτης να διοικεί την εκκλησία του. Ο νεοαφιχθείς μητροπολίτης, βρίσκοντας αδύνατη την οικονομική κατάσταση στην Αττάλεια, έγραψε αμέσως στον πατριάρχη για βοήθεια. Αν και ο πατριάρχης έγραψε στον μητροπολίτη Μύρων, ο τελευταίος δεν έκανε τίποτε για το θέμα και απλώς συνέχιζε να κατέχει αυτές τις ιδιοκτησίες (δηλαδή Φοίνικα, Βαθύν Ποταμόν, Ορικαντήν και Στενόν) ως δικές του. Κατά συνέπεια ο μητροπολίτης Ατταλείας-Πέργης, υποκύπτοντας στη φτώχεια του, αναγκάστηκε να επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη, γιατί δεν ήταν πια καθόλου δυνατό για εκείνον ή για οποιονδήποτε άλλον μητροπολίτη να παραμένει εκεί… [καθώς] δεν είχε άλλη εκκλησία υπό τη δικαιοδοσία του σε αυτήν την περιοχή.211

Ο πατριάρχης, επιθυμώντας να έχουν κάποια έσοδα και οι δύο μητροπολίτες, επέτρεψε στον Μύρων να κρατήσει τις αμφισβητούμενες ιδιοκτησίες, δεδομένου ότι ανήκαν αρχικά σε αυτήν την εκκλησιαστική έδρα. Όμως η μητροπολιτική έδρα Ρόδου, την οποία ο ιεράρχης Μύρων κατείχε ὡς ἐπίδοσιν, έπρεπε να μεταβιβαστεί στον μητροπολίτη Ατταλείας-Πέργης ὡς ἐπίδοσις. Στη συνοδική απόφαση ο πατριάρχης δίνει στον Μύρων την ευκαιρία να επιλέξει είτε τις ιδιοκτησίες που μόλις ανέκτησε από την Αττάλεια-Πέργη, ή αλλιώς την ἐπίδοσιν της Ρόδου με την Κω και τις Κυκλάδες,

διότι θα είναι έτσι δυνατόν και οι δύο εκκλησίες να υπάρχουν και να ποιμαίνονται και οι μητροπολίτες τους να έχουν τα αναγκαία για τη ζωή. Και κρίναμε άδικο… στη μία να έχουν παραχωρηθεί τόσα πολλά και η άλλη να στερείται και αυτά ακόμη τα απαραίτητα, ώστε να μην έχει καν ένα κομμάτι γης εκεί για τον δικό της προϊστάμενο.212

οὕτω δυνατὸν εἶναι καὶ ἀμφοτέρας τὰς ἐκκλησίας ἵστασθαι καὶ ποιμαίνεσθαι καὶ τοὺς ἐν αὐταῖς ἀρχιερεῖς ἔχειν τὰ πρὸς ζωήν, καὶ ἄδικον κρίναντες … τὴν μὲν τοσαῦτα χορηγεῖσθαι, τὴν δὲ καὶ αὐτῶν στερεῖσθαι τῶν ἀναγκαίων, ὡς μηδὲ χώραν ἔχειν ἐν αὐτῇ τὸν αὐτῆς προΐστάμενον.

Ο μητροπολίτης Μύρων φαινόταν κάπως απρόθυμος να παραιτηθεί από κάποια ομάδα ιδιοκτησιών και επιστολή από τον πατριάρχη τον προειδοποιούσε, ότι απλώς δεν μπορούσε να τις κρατήσει όλες.213

Περί το 1393-94 ο μητροπολίτης Σταυρουπόλεως απεύθυνε αναφορά στον πατριάρχη Αντώνιο, η οποία δείχνει πόσο αβέβαιοι ήσαν οι τίτλοι και οι διεκδικήσεις για εδάφη και πόσο έντονα τους αμφισβητούσαν οι διάφοροι επαρχιακοί εκκλησιαστικοί. Πολλά χρόνια πριν από αυτήν την αναφορά, την εποχή του πατριάρχη Φιλοθέου, ο μητροπολίτης Σταυρουπόλεως είχε λάβει την μητροπολιτική έδρα Ρόδου ὡς ἐπίδοσιν, λόγω της μεγάλης φτώχειας της δικής του εκκλησιαστικής περιοχής. Λίγο καιρό αργότερα ο μητροπολίτης Μύρων Ματθαίος έλαβε επίσης την ίδια επιχορήγηση από τον πατριάρχη Νείλο, με αποτέλεσμα να στερηθεί τότε ο μητροπολίτης Σταυρουπόλεως το εισόδημά του. Ο τελευταίος, δικαιολογημένα εξοργισμένος από αυτήν την πράξη (η ἐπίδοσις δινόταν γενικά για τη διάρκεια της ζωής του κατόχου), αποσύρθηκε στην Κωνσταντινούπολη και φώναζε εναντίον της αδικίας με έντονη γλώσσα. Κατά συνέπεια ο Νείλος προσπάθησε να προσφέρει μερική αποζημίωση με τη μορφή συνοδικής επιστολής, που έκανε τον μητροπολίτη Σταυρουπόλεως επόμενο κάτοχο της ἐπιδόσεως της Ρόδου. Η εκ μέρους του κατοχή της Ρόδου θα πραγματοποιούνταν όταν επικρατούσε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες τρεις προϋποθέσεις: Αν ο μητροπολίτης Μύρων πέθαινε πριν από αυτόν. Αν ο μητροπολίτης Μύρων μετατίθετο σε άλλη έδρα. Ή αν ο εν λόγω μητροπολίτης του παρέδιδε τη Ρόδο με τη θέλησή του. Τελικά ο μητροπολίτης Σταυρουπόλεως πήρε τη Ρόδο επειδή ζούσε μετά τον θάνατο του αντιπάλου του. Αισθανόταν όμως τόσο ανήσυχος και ανασφαλής για την κατοχή, που κάλεσε τον νέο πατριάρχη, τον Αντώνιο, να επιβεβαιώσει την εκ μέρους του κατοχή της Ρόδου.214 Αυτά τα έγγραφα δίνουν κάποιαν ιδέα του μεγάλου αγώνα και ανταγωνισμού για περιουσία και εισόδημα, που προέκυπταν από τις δυσκολίες και τη φτώχεια της εκκλησίας στη νοτιοδυτική Ανατολία.

Αυτή η ένδεια αντικαθρεφτιζόταν όχι μόνο στις διαμάχες μεταξύ των μητροπολιτών για περιουσία, αλλά συχνά και μέσα στις μητροπολιτικές έδρες μεταξύ του μητροπολίτη και του υφισταμένου του κλήρου. Το 1394 για παράδειγμα, ο πατριάρχης απείλησε τον μητροπολίτη Χαλκηδόνος με αφορισμό, αν δεν επέστρεφε την ιδιοκτησία της Βολλάδας, την οποία είχε αποκτήσει άδικα, στους μοναχούς της μονής Ακαπνίου (στη Θεσσαλονίκη).215 Το 1395 ο πατριάρχης έβγαλε απόφαση για άλλη τέτοια υπόθεση μεταξύ του μητροπολίτη Νικαίας και των μοναχών του μοναστηριού της Ρωμανιώτισσας (στην Κίο) που υπαγόταν στη δικαιοδοσία του. Δύο μοναχοί από το μοναστήρι ήρθαν ενώπιον του πατριάρχη και της συνόδου στην Κωνσταντινούπολη και κατηγόρησαν ότι

[Μητροπολίτη Νικαίας,] Κάποια στιγμή στο παρελθόν ζήτησες και πήρες από το μοναστήρι τους ως δάνειο ένα μόδιο σιτάρι και κρασί, όσο πήρες. Όταν αυτοί στα ζήτησαν, καθώς τα χρειάζονταν, όντας άποροι και φτωχοί καλόγεροι που τους έλειπαν τα απαραίτητα, όχι μόνο δεν τους επέστρεψες αυτά τα πράγματα, αλλά έστειλες και κλείδωσαν την εκκλησία του μοναστηριού και το έκανες μάλιστα τη Μεγάλη Πέμπτη. Τους εμπόδισες από την κοινωνία των ευλογιών και η εκκλησία τους παρέμεινε κλειστή ακόμη και κατά τη βασίλισσα των ημερών, τη λαμπρή [ημέρα] της ανάστασης του Χριστού.216

πρό τινος ἤδη καιροῦ ἐζήτησας καὶ ἔλαβες ἐκ τοῦ μοναστηρίου αὐτῶν δανειακῶς σίτου μόδιον ἕν καὶ οἶνον, ὅσον δῆτα καὶ ἔλαβες, ἅπερ ἀπαιτούμενος παρ' αὐτῶν, ἐπεὶ καὶ χρείαν εἶχον αὐτῶν, ἄποροι καὶ πτωχοὶ καλόγηροι ὄντες καὶ τῶν ἀναγκαίων ἔχοντες σπάνιν, οὐ μόνον αὐτοῦς (οὐ) δέδωκας ταῦτα, ἀλλὰ καὶ πέμψας τήν τε ἐκκλησίαν τοῦ μονυδρίου ἠσφάλισας, καὶ ταῦτα κατὰ τὸν τῆς μεγάλης πέμπτης καιρόν, καὶ αὐτοὺς τῆς τῶν ἁγιασμάτων κοινωνίας ἐκώλυσας, καὶ διέμεινεν ἡ ἐκκλησία αὐτῶν ἠσφαλισμένη μέχρι καὶ αὐτῆς τῆς τῶν ἠμερῶν βασιλίδος, τῆς λαμπρᾶς τοῦ Χριστοῦ ἀναστάσεως.

Το γεγονός ότι μια διαμάχη για ένα τόσο μικρό ποσό όπως ένα μόδιο σιτηρών και κρασιού έφτασε στην πατριαρχική σύνοδο, μιλά καθαρά, αν και κάπως θλιβερά, για την άθλια κατάσταση των μητροπολιτών και του κλήρου τους.

Η φτώχεια είχε χτυπήσει και τα άλλα Ορθόδοξα πατριαρχεία, όπως αντανακλάται τόσο έντονα στον θρήνο που περιλαμβάνεται στον κατάλογο επισκοπών του 15ου αιώνα, ενώ οι μητροπολίτες και οι επίσκοποί τους υφίσταντο επίσης παρόμοιες εμπειρίες.217 Έτσι το 1361 ο Φιλόθεος, ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, έγραψε επιστολή στον πατριάρχη Αντιοχείας, παραπονούμενος ότι οι μητροπολίτες του τελευταίου εισέρχονταν σε περιοχές της εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης, εισέπρατταν τέλη και διεκδικούσαν δικαιοδοσία, ενώ στην πραγματικότητα δεν είχαν δικαίωμα να το κάνουν.

Υποφέρουμε πολύ όλη την ώρα, ενώ τα πολλά και βαριά πλήγματα που έχουν συμβεί στο παρελθόν, τα αφήνω προς το παρόν. Θα μιλήσω τώρα για εκείνα τα πράγματα που έκανε ο μητροπολίτης Τύρου. Μπαίνει μέσα στην ενορία μου και λειτουργεί ως ιερωμένος, χειροτονεί, μαζεύει χρήματα και κάνει κάθε παρανομία. Είναι λοιπόν απαραίτητο να τον κρίνετε με βάση τους κανόνες ή αν δεν μπορείτε να το κάνετε αυτό, δώστε μας την άδεια και την προτροπή να το κάνουμε εμείς. Και τι θα γίνει με τον [μητροπολίτη] Γερμανικοπόλεως; Κατέλαβε δύο από τις εκκλησίες μας, την Αττάλεια και το Σύλλαιον, με την εξουσία του εμίρη της περιοχής, και τις κατέχει ως «νόμιμος» μητροπολίτης τους.218

πάσχομεν δεινὰ πολλὰ δι’ ὅλου τοῦ χρόνου, καὶ τὰ μὲν προγεγονότα πολλὰ καὶ βαρέα ἀφίημι πρὸς τὸ παρόν, λέγω δὲ νῦν τὰ παρὰ τοῦ Τύρου δι' ὅλου γινόμενα· περιπατεῖ γὰρ είς τὴν ἐνορίαν μου καὶ ἱερουργεῖ καὶ χειροτονεῖ καί συνάγει χρήματα καὶ πράττει πᾶσαν παρανομίαν, ἔνι γοῦν ἀναγκαῖον, ἵνα κρίνητε αὐτὸν αὐτόθι κανονικῶς, ἤ εἴπερ οὐδὲν δύνασθε ποιῆσαι τοῦτο, δότε ἡμῖν ἄδειαν καὶ προτροπήν, ἵνα ποιήσωμεν τοῦτο. τί δὲ ὁ Γερμανιπόλεως; δύο ἐκκλησίας ἔλαβεν ἡμετέρας, τὴν Ἀττάλειαν καὶ τὸ Σίλαιον, τῆ ἐξουσίᾳ τοῦ εὑρισκομένου ἐκεῖ ἀμηρᾶ, καὶ κρατεῖ ταύτας, ὡς γνήσιος αὐτῶν μητροπολίτης.

Και στις δύο περιπτώσεις ο πατριάρχης ζητούσε είτε να παρέμβει ο πατριάρχης Αντιοχείας για να σταματήσει τις παραβιάσεις που διέπρατταν οι μητροπολίτες του στην Ανατολία ή αλλιώς να του δώσει την άδεια να το κάνει ο ίδιος. Φαίνεται όμως ότι και οι δύο πατριάρχες ήσαν ανίσχυροι να δράσουν και αυτό πιθανότατα οφειλόταν στο γεγονός ότι δεν ήσαν σε θέση να επιβάλουν εκκλησιαστική πειθαρχία σε τουρκικά εδάφη όπου οι Έλληνες αυτοκράτορες δεν είχαν εξουσία, ιδιαίτερα όταν οι σφάλλοντες μητροπολίτες είχαν την υποστήριξη των τοπικών τουρκικών αρχών.

Προσφυγή σε Τούρκους

Αυτό μας φέρνει σε άλλη πτυχή και προβληματισμό της παρακμής της εκκλησιαστικής πειθαρχίας. Καθώς οι συνθήκες επιδεινώνονταν, η φτώχεια αυξανόταν και οι μητροπολίτες και οι επίσκοποι κατέληγαν να καταλαμβάνουν τις έδρες τους όλο και λιγότερο τακτικά, ένα νέο φαινόμενο παρουσιάστηκε στην παρακμή της πειθαρχίας. Οι κληρικοί άρχιζαν, ολοένα και περισσότερο, να καταφεύγουν στις τοπικές τουρκικές αρχές, ενέργεια που θεωρούνταν παράνομη και απαγορευόταν αυστηρά από την εκκλησία επί ποινή αφορισμού. Όταν τα πράγματα δεν πήγαιναν όπως αυτοί ήθελαν σε κάποια διαφωνία, ιδιαίτερα σχετικά με θέματα περιουσίας και δικαιοδοσίας, οι κληρικοί έκαναν συχνά αμοιβαίως επωφελή συμφωνία με τους ντόπιους Τούρκους μπεγκ. Άλλες φορές ο Τούρκος μπεγκ επέβαλλε μονομερώς τη θέλησή του στους τοπικούς κληρικούς.

Η διαμάχη μεταξύ των μητροπολιτών Εφέσου και Πυργίου που συνέβη το 1343 αποτελεί παράδειγμα τέτοιας συμπεριφοράς. Ο μητροπολίτης Εφέσου, στην επιθυμία του να ενώσει ξανά την έδρα του Πυργίου με τη δική του, συκοφαντούσε αυτόν τον μητροπολίτη στον Ουμούρ Μπεγκ. Του έστειλε επιστολή στην οποία απευθυνόταν στον Τούρκο ως καλό του γιο και θεωρούσε τον εαυτό του «πατέρα» του εμίρη και τον συμβούλευε να αποβάλει τον μητροπολίτη Πυργίου από την έδρα του.219 Επιπλέον, όπως φαίνεται, ο μητροπολίτης Πυργίου αναγκάστηκε να ορκιστεί ψεύτικο όρκο λόγω της βίας και του εξαναγκασμού που υφίστατο από τον εμίρη.220

Η περίπτωση του Δωρόθεου, μητροπολίτη Περιθεωρίου, αποτελεί εντυπωσιακό παράδειγμα τέτοιου είδους συμπεριφοράς (αν και η έδρα του βρισκόταν στην Ευρώπη). Οι λεπτομέρειες παρουσιάζονται με ενδιαφέροντα τρόπο σε έγγραφο του 1381. Φυλακίστηκε από τον αυτοκράτορα για κάποιον άγνωστο λόγο, αλλά κατάφερε να αποδράσει από τη φυλακή και στη συνέχεια έφτασε στους Τούρκους στη Μικρά Ασία.

Πήγε στους Τούρκους, πήρε από εκεί δυνάμεις και στη συνέχεια επέβαλε τυραννική εξουσία επί της εκκλησίας του Περιθεωρίου. Και προηγουμένως γράψαμε για αυτά τα πράγματα [σε εκείνους] εκεί, ότι οι χριστιανοί δεν έπρεπε σε καμία περίπτωση να τον δεχτούν, γιατί πήγε στους Τούρκους. Του γράψαμε δύο και τρεις φορές τόσο στην Ανατολία όσο και στο Περιθεώριον για να έρθει εδώ και να κριθεί από τη σύνοδο, αλλά δεν ήθελε να το κάνει με κανέναν τρόπο. Έκανε συμφωνία με τους Τούρκους ότι όσοι αιχμάλωτοι διέφευγαν στο Περιθεώριον, θα τους παρέδιδε στους Τούρκους. Και το έκανε συχνά, όπως προέβλεπε η συμφωνία του.221

ἀλλ' εἰς τοὺς Τούρκους ἀναδραμὼν καὶ δόναμιν λαβὼν ἐκεῖθεν μετ’ έξουσίας τυραννικῆς ἐπελάβετο τῆς ἐκκλησίας Περιθεωρίου, καὶ ταῦτα γραψάσης ἐκεῖ πρότερον τῆς ἡμῶν μετριότητος, μὴ ὅλως τοῦτον προσδέξασθαι τοὺς ἐκεῖ χριστιανούς, ὡς εἰς τοὺς Τούρκους παραγενόμενον, οὐ μήν, ἀλλὰ καὶ ἐν ἀνατολῇ ὄντι καὶ κατὰ τὸ Περιθεώριον γενομένῳ καὶ δὶς καὶ τρὶς ἔγραψεν αὐτῷ, ἵνα ἐλθὼν ἐνταῦθα κριθῇ συνοδικῶς, καὶ οὐκ ἠθέλησεν ὅλως· καὶ ὅτι μετὰ τῶν Τούρκων ἐποίησε συμφωνίαν, ἵνα ὅσα ἄν προσφύγωσιν αἰχμάλωτα εἰς τὸ Περιθεώριον, παραδιδῷ ταῦτα αὐτὸς πρὸς τοὺς Τούρκους, ὅ καὶ ἐποίησε πολλάκις κατὰ τὴν συμφωνίαν αὐτοῦ.

Ο πατριάρχης συνεχίζει λέγοντας ότι η παρουσία του Δωρόθεου ενώπιον της συνόδου δεν είναι απαραίτητη για την τελική κρίση, επειδή οι ιεροί κανόνες καθορίζουν ότι,

«αν κάποιος επίσκοπος χρησιμοποιεί κοσμικές αρχές και μέσω αυτών παίρνει τον έλεγχο μιας εκκλησίας, θα καθαιρεθεί και θα αφοριστεί». Και αυτός δεν είχε απλώς προσφύγει σε κοσμικές χριστιανικές αρχές, αλλά πηγαίνοντας στους ασεβείς και παίρνοντας από εκεί δύναμη, ανέλαβε την εκκλησία, όπως γνωρίζουν και συμφωνούν όλοι. Οπότε δεν υπάρχει ανάγκη για εμφάνιση [δική του] ή απόδειξη. Γιατί έλεγε ανοιχτά και μπροστά σε όλους, ότι τους Τούρκους είχε ως αυτοκράτορες, ως πατριάρχες και ως προστάτες του.222

"εἴ τις ἐπίσκοπος κοσμικοῖς ἄρχουσι χρησάμενος δι’ αὐτῶν ἐγκρατὴς ἐκκλησίας γένοιτο, καθαιρείσθω καὶ ἀφοριζέσθω". οὗτος δὲ οὐχ ἁπλῶς κοσμικοῖς ἄρχουσι χρησάμενος τοῖς χριστιανοῖς, ἂλλὰ τοῖς ἀσεβέσι προσφοιτήσας καὶ δύναμιν ἐκεῖθεν λαβών ἐπελάβετο τῆς ἐκκλησίας, ὡς πᾶσιν ἐστὶν ἀνωμολογημένον καί γνώριμον, καὶ οὐ δεῖται παραστάσεως ἤ ἀποδείξεως· φανερῶς γὰρ ἔλεγεν ἐκεῖνος ἐνώπιον πάντων, τοὺς Τούρκους ἔχειν καὶ βασιλεῖς καὶ πατριάρχας καὶ προστάτας.

Τελικά,

Αν και απών, καθαιρείται ισοβίως από τη θέση του και διαγράφεται εντελώς από τον ιερατικό κατάλογο και την τάξη των αρχιερέων. Αν μάλιστα συνεχίσει να περιφέρεται παραπλανημένος μαζί με τους Τούρκους, θα αφοριστεί κιόλας.

καὶ ἀπόντα τοῦτον καθῃρημένον εἶναι διὰ βίου παντὸς καὶ τέλεον ἀποκεκομμένον τοῦ ἱερατικοῦ καταλόγου καὶ τοῦ τῶν ἀρχιερέων χοροῦ· εἲ δὲ καὶ ἔτι περιπατεῖ πλανώμενος μετὰ Τούρκων, καὶ ἀφωρισμένον εἶναι.

Το 1387, όταν ο μητροπολίτης Ατταλείας-Πέργης ανέλαβε τα καθήκοντά του στην εκκλησιαστική του περιοχή, διαπίστωσε ότι τις περιουσίες που οι Τούρκοι δεν είχαν καταλάβει, τις είχαν δώσει στον μητροπολίτη Μύρων κατόπιν αιτήσεως του τελευταίου. Εδώ φαίνεται να έχουμε ένα παράδειγμα όπου εμίρης και μητροπολίτης μοιράζονται τα λάφυρα μιας άλλης μητροπολιτικής έδρας.223 Στη διαμάχη των δύο μητροπολιτών, ο πατριάρχης καλεί τους ιεράρχες να μη φέρουν τις διαφορές τους ενώπιον του Τούρκου εμίρη.224

Το παράπονο των μοναχών της Μονής Ακαπνίου (1394) ότι ο μητροπολίτης Χαλκηδόνος είχε πάρει το κτήμα τους της Βολλάδος, έχει επίσης σχέση με το πρόβλημα της προσφυγής σε τουρκική αρχή. Ο μητροπολίτης έγραψε επιστολή στον πατριάρχη και απαντούσε στην κατηγορία δηλώνοντας ότι αν και η περιουσία ανήκε κατά το παρελθόν σε αυτούς τους μοναχούς, οι Τούρκοι την είχαν πάρει από εκείνους και την είχαν δώσει στον μητροπολίτη. Ο πατριάρχης άρχιζε τότε να εξηγεί ότι αυτή δεν ήταν έγκυρη μέθοδος μεταφοράς τίτλου σε ιδιοκτησία.

Δεν ξέρω πώς διαφεύγει από την αγιότητά σου, έναν καλό άνθρωπο και δάσκαλο, όπως λες, για την ευγένεια του Θεού, ότι κάνετε κι εσείς ακριβώς τα ίδια πράγματα στους δικούς σας αδελφούς, με εκείνα που κάνουν οι Τούρκοι. … Κι αν θέλεις να μάθεις πόσο άσχημα ενεργείς σε αυτές τις υποθέσεις, διάβασε τον κανόνα «για την απληστία» του Αγίου Γρηγορίου του Θαυματουργού, τον οποίο διατύπωσε την εποχή της βαρβαρικής εισβολής και αιχμαλωσίας, έτσι ώστε να ξέρεις τι λέει για εκείνους που παίρνουν ξένες περιουσίες. Αναθεματίζει τέτοια άτομα.225

οὐκ οἶδα, πῶς λανθάνει τὴν σὴν ἱερότητα, ἄνθρωπον καλὸν καὶ διδάσκαλον, ὡς λέγεις, τῆς κατὰ θεὸν πολιτείας, ὄτι αὐτὰ ταῦτα ποιεῖτε καὶ ὑμεῖς εἰς τοὺς ἀδελφοὺς τοὺς ὑμετέρους, ἅπερ καὶ οἱ Τοῦρκοι, … εἰ δὲ θέλεις καὶ αὐτοῖς πράγμασι μαθεῖν, πόσον κακὸν ποιεῖτε, ἀνάγνωθι τὸν περὶ πλεονεξίας κανόνα τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ θαυματουργοῦ, ὅν ἐξέθετο κατὰ τὸν καιρὸν τῆς τῶν βαρβάρων καταδρομῆς καὶ αἰχμαλωσίας, ἵνα μάθῃς περὶ τῶν λαμβανόντων ἀλλότρια πράγματα, τὶ λέγει, ὅτι καὶ ἀναθέματι καθυποβάλλει τοὺς τοιούτους.

Ο πατριάρχης προειδοποιεί τον μητροπολίτη Χαλκηδόνος:

Αν αγνοήσετε την παρούσα συνοδική προειδοποίηση της ταπεινότητάς μας και επιμείνετε σε αυτά τα πράγματα και αδικείτε τους αδελφούς σας, θα θεωρήσουμε εσάς και όλους τους κάτω από εσάς ως προσφεύγοντες σε ξένη αρχή και αδικούντες φανερά, και ως αφορισμένους και ακοινώνητους…226

εἰ δὲ καὶ μετὰ τήν παροῦσαν συνοδικὴν παρακέλευσιν τῆς ἡμῶν μετριότητος τοῖς αὐτοῖς ἐπιμένετε καὶ ἀδικεῖτε τοὺς ἀδελφούς, ἔχομεν καὶ σὲ καὶ τοὺς ὑπὸ σὲ πάντας, ὡς μὲν χρησαμένους ἐθνικῇ ἐξουσίᾳ καὶ ἀδικοῦντας φανερῶς, ἀφωρισμένους καὶ ἀκοινωνήτους…

Το ίδιο ζήτημα προέκυψε το 1389, όταν κλήθηκαν ενώπιον της συνόδου Κωνσταντινουπόλεως ορισμένοι κληρικοί από την εκκλησία στη Ρωσία, σε προσπάθεια επίλυσης σοβαρής και περίπλοκης διαφοράς. Όμως αυτοί οι κληρικοί, φοβούμενοι την κρίση της συνόδου, πέρασαν απέναντι στην Ανατολία και ζήτησαν βοήθεια από τους Τούρκους. Έτσι στους εκπροσώπους του πατριάρχη που στάλθηκαν να τους βρουν, δεν επιτράπηκε να τους επαναφέρουν στην Κωνσταντινούπολη.227

Πειθαρχία και ορθοδοξία του κλήρου

Σε γενικό επίπεδο, η κατάρρευση της πειθαρχίας αντικατοπτριζόταν με άλλους τρόπους. Οι αγώνες και οι διαμάχες σε θέματα δόγματος στην Κωνσταντινούπολη ήταν πιθανό να αντικατοπτρίζονται σε ορισμένες από τις επαρχίες. Έτσι, ο ανταγωνισμός μεταξύ των οπαδών του Βαρλαάμ και του Παλαμά φαίνεται ότι είχε εξαπλωθεί σε μερικές από τις εκκλησίες της Μικράς Ασίας. Ο μητροπολίτης Εφέσου καταδικάστηκε ως αιρετικός Βαρλαμίτης το 1351, ενώ φαίνεται ότι τον Κύριλλο, τον μητροπολίτη Σίδης (περί το 1360), τον υποψιάζονταν έντονα ως μολυσμένο από αυτήν την αίρεση.228 Η εκκλησία στη βορειοδυτική Μικρά Ασία υπέφερε από διχασμό και διαμάχη τον 13ο αιώνα, ενώ βρισκόταν ακόμη υπό βυζαντινό έλεγχο, ως αποτέλεσμα της φιλο-λατινικής πολιτικής του αυτοκράτορα Μιχαήλ Παλαιολόγου και της αντίθεσης μεταξύ των Ιωσηφιτών και Αρσενιτών, η οποία προέκυπτε από τη δυναστική πολιτική.229

Οι συνοδικές πράξεις παρέχουν περιορισμένο αλλά σημαντικό αριθμό περιπτώσεων, που περιγράφουν με μεγάλη λεπτομέρεια την αποσύνθεση της πειθαρχίας σε συγκεκριμένες εκκλησίες της Ανατολίας. Μια τέτοια περίπτωση που είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα αφορά την εκκλησία του Ικονίου. Το περιστατικό είναι ενδιαφέρον γιατί στην πόλη του Ικονίου (Κόνυα) θα συζητηθούν οι δραστηριότητες των προσηλυτιζόντων δερβίσηδων Μεβλεβή. Το 1379-80 οι μοναχοί ενός ιδιαίτερου μοναστηριού σε αυτήν την περιοχή διατύπωσαν κατηγορίες εναντίον του μητροπολίτη, δηλώνοντας ότι είχε βλασφημήσει τον Θεό, καταραστεί τους προστάτες και ηγέτες της εκκλησίας, καθώς και τους άγιους πατέρες. Καθώς οι κανόνες αναφέρουν ότι οι κληρικοί που βλέπουν τον επίσκοπό τους να πέφτει σε αίρεση έχουν το δικαίωμα να απέχουν από την κοινωνία μαζί του, οι μοναχοί είχαν κλείσει την εκκλησία τους. Τη συγκεκριμένη στιγμή που οι μοναχοί έφεραν τα παράπονά τους ενώπιον της συνόδου, η πατριαρχική έδρα ήταν κενή και κατά συνέπεια η σύνοδος δεν είχε δικαίωμα να εξετάσει όλες τις κατηγορίες και την εγκυρότητα της ιεροσύνης του. Αντ’ αυτού, οι συγκεντρωμένοι μητροπολίτες ξεκίνησαν μερική έρευνα, περιορίζοντάς την σε τρία σημεία. Η πρώτη κατηγορία ήταν ότι ο μητροπολίτης Ικονίου είχε ειρωνευτεί τη νηστεία των μοναχών και άλλες πνευματικές εκπληρώσεις, κρίνοντας αυτές τις ασκήσεις ψευδείς και χωρίς αξία, ενώ είχε επίσης βλασφημήσει τον Άγιο Μακάριο. Δεύτερον, κατηγορήθηκε ότι έσπασε έναν ιερό βωμό, για να χρησιμοποιήσει το ξύλο για άλλους σκοπούς. Τρίτον, είχε, όπως ισχυρίζονταν οι κατήγοροί του, εισαγάγει κάποιον αιρετικό (ονομαζόμενο Νίφωνα) στην εκκλησία των μοναχών την Κυριακή των Βαΐων και του είχε δώσει κλαδί φοίνικα και κερί. Την ημέρα της γιορτής των Φώτων επέτρεψε σε αυτόν τον εχθρό της εκκλησίας να συμμετάσχει στη λειτουργία, αφήνοντάς του να διαβάσει μια ομιλία του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου. Σε αυτό το σημείο οι μοναχοί εξοργίστηκαν και ζήτησαν από τον μητροπολίτη να απομακρύνει τον αιρετικό από την εκκλησία, αλλά ο μητροπολίτης αρνήθηκε. Η σύνοδος βρήκε ένοχο τον μητροπολίτη και του αφαίρεσε τον έλεγχο όλων των μοναστηριών, καθώς επέτρεπε στους αιρετικούς να μπαίνουν σε αυτά. Όταν, με τον διορισμό του νέου πατριάρχη Νείλου, η υπόθεση ξανανοίχτηκε, επιβεβαιώθηκε περαιτέρω ότι ο μητροπολίτης είχε χτυπήσει τον αρχηγό των μοναχών Γρηγόριο, ενώ ο τελευταίος βοηθούσε πίσω από το βωμό στις λειτουργίες της εβδομάδας του Πάσχα. Τελικά ο πατριάρχης απομάκρυνε από το αξίωμα τον μητροπολίτη που είχε σφάλει. Δυστυχώς αυτή είναι μια από τις πολύ λίγες λεπτομερείς περιπτώσεις που έχουν διασωθεί και αφορούν την εκκλησία του Ικονίου τον 14ο αιώνα. Παρ’ όλα αυτά, επιτρέπει μια γρήγορη ματιά στην εκεί παρακμή της εκκλησιαστικής πειθαρχίας.230

Η πιο ενδεικτική και λεπτομερής περίπτωση αυτής της διαταραχής στη σειρά της εκκλησίας σε εξατομικευμένο και ατομικό επίπεδο είναι εκείνη που αφορά τον μοναχό Παύλο Τάγαρι, ο οποίος εμφανίζεται για πρώτη φορά στις συνοδικές πράξεις το 1370. Τότε ο πατριάρχης διέταξε τους μητροπολίτες Καισαρείας και Μωκισσού να προχωρήσουν στο Ικόνιο, όπου θα ανέκριναν όλους τους ιερείς, διακόνους και αναγνώστες που είχαν χειροτονηθεί από εκείνον τον

αλιτήριο δήθεν μοναχό, ή μάλλον ψευδομοναχό και γιο του διαβόλου, τον Τάγαρι.231

ὑπὸ τοῦ ἀλιτηρίου τάχα μονάχου, μᾶλλον δὲ ψευδομονάχου καὶ υἱοῦ τοῦ διαβόλου, τοῦ Τάγαρι.

Είχε εισέλθει στη μητροπολιτική έδρα του Ικονίου παρουσιάζοντας τον εαυτό του ως τον μητροπολίτη και κατά συνέπεια κατάφερε να εξαπατήσει πολλούς. Οι διορισμένοι μητροπολίτες έπρεπε να εξετάσουν τους κληρικούς και να απομακρύνουν από το αξίωμα όλους εκείνους που είχαν χειροτονηθεί από τον Τάγαρι, ακόμη κι αν είχαν ενεργήσει με καλή πίστη. Δεν επρόκειτο να αποκατασταθούν, έως ότου διοριστεί στο αξίωμα νόμιμος μητροπολίτης Ικονίου. Στο μεταξύ ο μητροπολίτης Μωκισσού θα διόριζε και θα χειροτονούσε κληρικούς αν και όταν χρειαζόταν.232

Ο Τάγαρις εμφανίζεται στη συνέχεια σε συνοδική απόφαση του έτους 1384, στην οποία φαίνεται ότι συνέχιζε τα λάθη του. Ο «γιος της καταστροφής», βρίσκοντας κενή τη μητροπολιτική έδρα της Αμάσειας, χειροτόνησε τον πρεσβύτερο Ιωσήφ ως επίσκοπο Λιμνίων (επισκοπής που υπαγόταν στην Αμάσεια). Κατά συνέπεια ο Μακάριος, ο μητροπολίτης Σεβαστείας, έπαιρνε εντολή από τον πατριάρχη και τη σύνοδο να πάει σε αυτές τις περιοχές και να εξετάσει και να ξαναχειροτονήσει εκείνους που είχε ψευδώς χειροτονήσει ο Τάγαρις, συμπεριλαμβανομένου του Ιωσήφ.233

Όμως η δικαιοσύνη έρχεται τελικά σε επαφή με τον πρωταγωνιστή, όπως και η συνείδησή του, πολύ βολικά, περίπου το 1391, και έχει διασωθεί μεγάλο μέρος της εξομολόγησης και της μετάνοιάς του. Η εξομολόγησή του περιλαμβάνει σειρά από συναρπαστικές λεπτομέρειες τόσο για τις πραγματικές αμαρτίες του όσο και για την καταγωγή του. Αναφέρει ότι ο πατέρας του είχε κερδίσει δόξα πολεμώντας τους εχθρούς της αυτοκρατορίας και ως εκ τούτου παντρεύτηκε μια κυρία της αυτοκρατορικής οικογένειας. 234 Στην ηλικία των δεκαπέντε, ο Τάγαρις είχε παντρευτεί, αλλά αμέσως μετά άφησε τη γυναίκα του για να πάει στην Παλαιστίνη και να γίνει μοναχός. Στη συνέχεια επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη και στην αρχή είχε τη διάθεση να εγκατασταθεί σε μοναστήρι και «να είναι στο πλευρό του καλού». Λέει όμως, ότι λίγο μετά την άφιξή του στην πρωτεύουσα άλλαξε προς την «πλευρά της υποκρισίας». Βρήκε μια εικόνα, και ελπίζοντας να κερδίσει τα προς το ζην από αυτήν, ανακοίνωσε σε όλους ότι ήταν του τύπου που έκανε θαύματα. Ωστόσο η οικογένειά του σκανδαλίστηκε και σύντομα άλλοι κληρικοί παρενέβησαν και αφαίρεσαν την εικόνα από την κατοχή του. Ο Τάγαρις εξοργίστηκε και μη έχοντας καμία λύση εναντίον αυτής της κατάσχεσης, ξεκίνησε για την Παλαιστίνη όπου σύντομα έγινε έμπιστος του Λάζαρου, του πατριάρχη Ιεροσολύμων. Όταν όμως ο τελευταίος εκδιώχθηκε από τους μουσουλμάνους, εμφανίστηκε νέος υποψήφιος για τον θρόνο, που απείλησε τον Τάγαρι με θάνατο. Ως αποτέλεσμα, ο Τάγαρις προχώρησε στην Αντιόχεια όπου, λέει,

ο Σατανάς μπήκε ξανά σε μένα και δεν υπήρχε τίποτε αθέμιτο ή παράνομο το οποίο δεν με ανάγκασε να πραγματοποιήσω για επαίσχυντο κέρδος. Καταπάτησα την ενορία του οικουμενικού πατριάρχη. Οι επίσκοποι που δεν είχαν κάνει κανένα κακό εκδιώκονταν από τις δικές τους επισκοπές, και στις θέσεις τους έμπαιναν άλλοι ανάγωγοι και ουρανοκατέβατοι, που έδιναν χρήματα και λάμβαναν επισκοπή από πρεσβύτερο.235

εὐθὺς μετὰ τὸ ψωμίον εἰσῆλθεν εἰς ἐμὲ ὁ σατανᾶς, καὶ οὐδὲν ἦν ἀθέμιτον καὶ παράνομον, ὅ μὴ ἐκπληροῦν ἠνάγκασεν αἰσχροχερδείας ἕνεκα· κατεπατεῖτο μὲν οὖν παρ’ ἐμοῦ ἡ τοῦ οἰκουμενικοῦ πατριάρχου ἐνορία, ἐπίσκοποι τῶν οίκείων ἐπισκοπῶν ἐξωθοῦντο μηδὲν ἐργασάμενοι κακόν, καὶ ἀντ’ αὐτῶν εἰσήγοντο ἕτεροι ἀνάγωγοι καὶ ἐπίρρυτοι, χρήματα διδόντες καὶ ἀρχιερωσύνην παρὰ πρεσβυτέρου λαμβάνοντες.

Το επόμενο βήμα στην καριέρα της αγυρτείας του ήταν η ανάληψη του τίτλου του πατριάρχη Ιεροσολύμων και η συνεχιζόμενη ψεύτικη χειροτονία μητροπολιτών και επισκόπων. Δεν απένειμε αυτά τα αξιώματα σε εκείνον που τα άξιζε, αλλά σε εκείνον που έδινε τα περισσότερα χρήματα,

χωρίς να έχει σημασία πόσο γεμάτος από το κακό ήταν, ή πόσο πλούσιος ήταν στην παρανομία, και πόσο ανάξιος ήταν για αυτό [το αξίωμα], για μένα ήταν ο πιο κατάλληλος και ιερός από όλους. Και αν κάποιος είχε γίνει επίσκοπος από έναν από τους πατριάρχες, αυτόν, ως έχοντα δεχτεί τη χειροτονία, ή τον κατέβαζα από τον θρόνο, καθώς έφερνε εμπόδια στη δική μου τυραννία, εξαγοράζοντας το αξίωμά του με χρήματα, ή τον αντιμετώπιζα άσχημα, συκοφαντώντας τον στον τοπικό εμίρη. … Ποιος άραγε θα μπορούσε να απαριθμήσει τις παράνομες και ασυνήθιστες χειροτονίες που έγιναν από μένα, μόνο για να κερδίσω χρήματα; Γιατί η αγάπη για το χρήμα που είχε καταλάβει την ψυχή μου και η επιθυμία για πλούτο με ωθούσε να κάνω κάθε κακό. … Θεωρούνταν άξιος [του αξιώματος] εκείνος που έδινε τα περισσότερα ή υποσχόταν ότι θα έδινε τα περισσότερα.236

κἄν ὅσων ἦν πλήρης κακῶν, κἄν ὅσην ἀνομίαν ἐπλούτα, καὶ πρὸς τὸ πρᾶγμα ἀναξιώτατος, οὗτος ἐμοὶ ἱκανώτατος ἁπάντων καὶ ἱερώτατος. εἴ που δέ τις ἐπίσκοπος παρὰ τῶν πατριαρχῶν τινος γεγονώς, τοῦτον ὡς δεξάμενον τὴν χειροτονίαν ἤ τοῦ θρόνου κατεβίβαζον, ὡς ἐκεῖνον δυσχεράναντα τὴν ἐμὴν τυραννίδα, χρήμασιν ἐξωνήσασθαι τὴν ἑαυτοῦ τιμήν, ἤ πρὸς τὸν τοῦ τόπου ἀμηρᾶν διαβάλλων αὐτὸν κακῶς διετίθουν, … τίς οὖν ἀριθμῆσαι δυνηθείη τὰς τῶν ἱερέων χειροτονίας τὰς παρ’ ἐμοῦ γεγονοίας ἀθέσμως καὶ ἀκανονίοτως, μόνον ἵν' ἀργύριον προσπορίσωμαι; ὁ γὰρ ἔρως τῶν χρημάτων ὁ κατασχὼν μου τὴν ψυχὴν καὶ ἡ τοῦ πλούτου ἐπιθυμία πᾶν κακὸν ἐνεργεῖν ἀνέπεισεν· … ἀλλ' ἐκεῖνος ἄξιος ἐνομίζετο ὁ τὸ πλεῖον ἤ δοὺς ἤ δοῦναι ἐπαγγειλάμενος.

Νιώθοντας ότι το «αξίωμα» του πατριάρχη Ιεροσολύμων ήταν πολύ περιορισμένο για τα προσόντα του

και καθώς ήμουν τόσο άπληστος, αποφάσισα να περάσω από ολόκληρη την οικουμένη, ώστε να συγκεντρώσω περισσότερα χρήματα.237

οὕτω δὲ ἀπλήστως ἔχων εἰς τοῦτο καὶ τὴν οἰκουμένην πᾶσαν διαδραμεῖν θέμενος εἰς νοῦν, ὡς ἄν μοι καὶ πλείω προσγένηται χρήματα.

Στη συνέχεια ξεκίνησε για τα «περσικά» σύνορα και σύντομα ήρθε στη Γεωργία, όπου διαπίστωσε ότι τρεις άνδρες διεκδικούσαν τον βασιλικό θρόνο. Αφού τους έπεισε ότι μόνο εκείνος θα μπορούσε να επιλύσει τη διαφωνία, έδωσε τον θρόνο σε αυτόν που υποσχέθηκε τα περισσότερα χρήματα,

παίρνοντας από εκεί όχι λίγο πλούτο.238

πλοῦτον οὐκ ὀλίγον ἐκεῖθεν λαβών.

Όχι απροσδόκητα, έγινε σύντομα επίσκοπος της Ταμπρίζ και βρισκόταν καθ’ οδόν προς την Τραπεζούντα, όταν η δικαιοσύνη άρχισε επιτέλους να τον ακολουθεί. Του έδωσαν πατριαρχική επιστολή, στην οποία ο πατριάρχης αναφερόταν σε κάποιον κακό μητροπολίτη Τύρου ως πρόδρομο του Αντιχρίστου και στον Τάγαρι ως βίαιο ακόλουθό του, και κάνοντας αυτό, δεν άφηνε καμία αμφιβολία ως προς το τι σκόπευε να κάνει μαζί τους, όταν παρουσιαζόταν η ευκαιρία. Ο Τάγαρις, που φοβόταν τώρα για την προσωπική του ασφάλεια, αποφάσισε να αναζητήσει καταφύγιο στον Ρωμαίο πάπα. Κατά συνέπεια, πέρασε στη γη των Τατάρων και έδωσε έντεκα μαργαριτάρια στον αρχηγό για οδηγούς και στρατιώτες, για να τον συνοδεύσουν μέχρι την Ουγγαρία.239 Μόλις βρέθηκε στην Ουγγαρία, άρχισε να φοβάται για την ψυχή του, λέει στον πατριάρχη στην εξομολόγησή του, αλλά απογοητευμένος από τους κινδύνους του δρόμου επιστροφής στη χώρα των Τατάρων, πήγε συνεχίζοντας στη Ρώμη. Εδώ έκανε τη λατινική ομολογία πίστης στον πάπα, που τον ονόμασε [Λατίνο] πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως και τον έντυσε με την κατάλληλη ενδυμασία. Συνέταξε τις αμαρτίες του, λέει στη σύνοδο, καθισμένος για φαγητό με Λατίνους και τρώγοντας κρέας.240 Αυτό είναι το τέλος του πιο ενδιαφέροντος μέρους της ομολογίας του Τάγαρι. Οι επιπτώσεις του επί της κατάστασης της εκκλησιαστικής πειθαρχίας, και οι ενδείξεις του για τα προβλήματα της εκκλησίας στην Ανατολία και την αδυναμία της εκκλησίας να επιβάλει πειθαρχία εκεί, είναι όλα πολύ αυτονόητα και δεν χρειάζονται κανένα περαιτέρω σχόλιο.241

Οι δυσκολίες και η φτώχεια που επέβαλε η τουρκική κατοχή στην Ανατολία ήταν τέτοιες, που οι μητροπολίτες και οι επίσκοποι συχνά αρνούνταν να πάνε στις εκκλησίες όπου είχαν διοριστεί και να αναλάβουν τα καθήκοντά τους, ή συχνά εγκατέλειπαν τις εκκλησίες τους, με αποτέλεσμα οι πατριάρχες να αναγκάζουν συχνά τους μητροπολίτες να ορκίζονται ότι δεν θα εγκατέλειπαν τις θέσεις τους λόγω των διαφόρων δυσκολιών και εμποδίων. Γίνεται φανερό ότι η υπηρεσία στα μέρη των απίστων (in partibus infidelium) δεν ήταν με κανένα τρόπο συνηθισμένη ή απλή εργασία. Ορισμένοι κληρικοί εγκατέλειπαν συχνά τις μητροπολιτικές τους έδρες και αναζητούσαν εκκλησίες σε λιγότερο κρίσιμες περιοχές της Μικράς Ασίας, ή συχνότερα επιδίωκαν να μετατεθούν στην Κωνσταντινούπολη ή σε κάποιαν άλλη εκκλησία στις ευρωπαϊκές επαρχίες.242 Αυτό το πρόβλημα προκύπτει ξεκάθαρα σε όρκο που υπογράφηκε περί το 1338 από τον Κύριλλο, τον μητροπολίτη Σίδης:

Εκείνοι που εκλέγονται από την ιερή και καθολική εκκλησία του Θεού για να είναι αρχιερείς του, και εκείνοι οι άλλοι που στέλνονται στους χριστιανούς που κατοικούν κάτω από ασεβές ξένο έθνος, πρέπει να στρέψουν προς αυτό το μυαλό τους: ότι έχουν αναλάβει αποστολικόν αγώνα και ότι έχουν αναλάβει να ακολουθήσουν τον δρόμο των σεβαστών μαθητών και αποστόλων του Χριστού, προς τους οποίους και πολλά άλλα γεμάτα κινδύνους έχουν ειπωθεί, όπως και το «Ιδού, σας στέλνω ως πρόβατα ανάμεσα σε λύκους». Και επειδή και εγώ, με την κρίση του Θεού, εκλέχτηκα από την ιερή εκκλησία του Θεού και επιλέχθηκα για την εκκλησία της Σίδης, την οποία ανέλαβε να κυβερνά το ασεβές ξένο χέρι, και υπάρχει υποψία ότι όταν χειροτονηθώ, δεν θα αναχωρήσω για εκεί ή και αν πάω εκεί, θα επιστρέψω ξανά σε αυτήν τη βασίλισσα των πόλεων για άνεση και ανακούφιση από τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε, δίνω την παρούσα γραπτή υπόσχεση στον παναγιώτατο δεσπότη μας τον οικουμενικό πατριάρχη και στην αγία και ιερά σύνοδο και λέω και διαβεβαιώνω, ότι δεν θα έχω άδεια μετά τη χειροτονία μου, με τη χάρη του Θεού, να παραμένω εδώ και να βρίσκω δικαιολογία για αδράνεια και να αναβάλλω την αναχώρησή μου, αλλά ούτε αφού πάω σε εκείνη την εκκλησία, στην οποία εκλέχτηκα, θα επιστρέψω εδώ εγκαταλείποντας το ποίμνιο που μου έχει ανατεθεί, εκτός αν υπάρχει μεγάλη ανάγκη και υποχρέωση.243

Οἱ ἐκλεγόμενοι παρὰ τῆς τοῦ θεοῦ ἁγίας καὶ καθολικῆς ἐκκλησίας εἰς ἀρχιερέας αὐτοῦ, οἵ τε ἄλλοι καὶ οἱ εἰς χριστιανικὸν λαὸν ὑπὸ ἔθνος ἀσεβὲς τελοῦντα πεμπόμενοι ἐκεῖνο πάντως ἐν νῷ στρέφειν ὀφείλουσιν, ὅτι δηλαδὴ ἀποστολικὸν ἀνειλήφεσαν ἀγῶνα, καὶ δρόμον ἐτάχθησαν τρέχειν τῶν τοῦ Χριστοῦ σεπτῶν μαθητῶν καὶ ἀποστόλων, πρὸς οὕς καὶ ἄλλα πλεῖστα κινδύνων γέμοντα εἴρηται, καὶ τό· "ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω ὑμᾶς ὡς πρόβατα ἐν μέσῳ λύκων." ἐπεὶ τοίνυν καὶ αὐτὸς κρίμασιν οἷς οἶδε θεὸς ἐξελέγην παρὰ τῆς ἁγίας τοῦ θεοῦ ἐκκλησίας, καὶ ἐψηφίσθην εἰς τὴν ἐκκλησίαν τὴν Σίδην, ἧς ἄρχειν ἔλαχεν ἐθνικὴ χεὶρ ἀσεβής, καὶ ἔνι ὑποψία, μή ποτε χειροτονηθεὶς οὐδὲν ἀπέλθω ἐκεῖσε, ἤ καὶ ἀπελθὼν ὑποστρέψω πάλιν εἰς τὴν βασιλίδα ταύτην τῶν πόλεων δι' ἄνεσιν καὶ ἀπαλλαγὴν τῶν προκειμένων δυσχερῶν, τὴν παροῦσαν ἔγγραφον ὑπόσχεσιν ποιοῦμαι διὰ τοῦτο πρὸς τὸν παναγιώτατον ἡμῶν δεσπότην τὸν οἰκουμενικὸν πατριάρχην καὶ τὴν θείαν καὶ ἱερὰν σύνοδον, καὶ λέγω καὶ διαβεβαιοῦμαι, ὡς οὐ μὴ ἔχω ἄδειαν μετὰ τὴν γενησομένην ἐπ' ἐμοὶ χειροτονίαν, τῇ τοῦ θεοῦ χάριτι, προσκαρτερῆσαι ἐνταῦθα καὶ πρόφασιν εὑρεῖν περὶ ἀργίας καὶ ἀναβαλέσθαι τὴν ἀποδημίαν, ἀλλ' οὐδὲ μετὰ τὸ ἀπελθεῖν εἰς τὴν ἐκκλησίαν ταύτην, εἰς ἥν ἐψηφίσθην, ὑποστρέψαι ἐνταῦθα, καταλιπὼν τὴν ἐγχειρισθεῖσαν μοι ποίμνην, ἐκτὸς μεγάλης ἀνάγκης καὶ χρείας.

Το 1363 ο πατριάρχης και η σύνοδος διατάζουν τον μητροπολίτη Σμύρνης να φύγει από τη Θεσσαλονίκη και να προχωρήσει στη Σμύρνη, όπου έπρεπε να φροντίσει τους «πολλούς και αμέτρητους χριστιανούς που βρίσκονται εκεί».244

Ιερότατε μητροπολίτη Σμύρνης … η χάρη και η ειρήνη του Θεού να είναι μαζί σας. Η αγιότητά σου γνωρίζει καλά ότι στο παρελθόν όχι μόνο μία φορά, αλλά δύο και τρεις και πολλές φορές σε ενημερώσαμε, ότι εγκαταλείποντας κάθε δικαιολογία, πρέπει να πας και να καταλάβεις την εκκλησία που έλαβες, και έχοντας προαχθεί σε μητροπολίτη, στην περιοχή και τη δικαιοδοσία της αγιότατης μητρόπολής σου, να εκτελείς σύμφωνα με την εκ των κανόνων υποχρέωση όλα εκείνα τα πράγματα που χρειάζονται μητροπολιτική επίβλεψη και αγιασμό εκεί. Γιατί οι χριστιανοί που περιμένουν την παρουσία σου σε αυτήν την περιοχή, είναι πολλοί.245

Ἱερώτατε μητροπολίτα Σμύρνης, … χάρις εἴη καὶ εἰρήνη παρὰ τοῦ θεοῦ τῇ σῇ μετριότητι. οἶδεν ἡ ἱερότης σου ἀκριβῶς, ὅπως οὐ μόνον ἅπαξ, ἀλλὰ καὶ δὶς καὶ τρὶς καὶ πολλάκις παρεδηλώσαμεν πρὸς αὐτήν, ὡς ἄν, πᾶσαν καὶ παντοίαν ἀποσεισάμενος πρόφασιν, καταλάβῃς εἰς ἥν ἔλαχες ἐκκλησίαν, καὶ ποιῇς κατὰ τὸ ἐγκάνονον χρέος, καθὼς ἐνεγράψω, εἰς ἀρχιερέα προβιβασθείς, εἰς τὴν περιοχὴν καὶ διακράτησιν τῆς κατά σε ἁγιωτάτης μητροπόλεως πάντα τὰ δεόμενα ἀρχιερατικῆς ἐπιστασίας καὶ τοῦ ἐντεῦθεν ἁγιασμοῦ, ἅτε δὴ πολλῶν ὄντων τῶν χριστιανῶν εἰς τὴν τοιαύτην περιοχὴν τῶν ἐκδεχομένων τὴν σὴν παρουσίαν.

Ο πατριάρχης τον διατάζει να φύγει από την πόλη της Θεσσαλονίκης, όπου αναζητούσε ξεκούραση, και να πάει να καταλάβει τη θέση του στη Μικρά Ασία, γιατί οι Σμυρναίοι στέλνουν συνεχώς αιτήσεις στον πατριάρχη για έναν μητροπολίτη. Αν δεν συμμορφωθεί με αυτήν την εντολή, θα απομακρυνθεί από το αξίωμα και θα αντικατασταθεί από άλλον μητροπολίτη.246

Ο νεοδιορισμένος μητροπολίτης Μωκισσού, ένοχος για εγκατάλειψη της προηγούμενης έδρας του, αναγκάστηκε το 1370 να ορκιστεί ότι δεν θα εγκαταλείψει τη νέα του εκκλησία:

Εγώ ο ταπεινός μητροπολίτης Μωκισσού Ιωαννίκιος, ορκίζομαι ενώπιον του παναγιώτατου κυρίου μας του οικουμενικού πατριάρχη και της αγίας και ιεράς συνόδου, ότι δεν θα φανώ να εγκαταλείπω την εκκλησία μου και να πηγαίνω αλλού, όπως το έκανα στο παρελθόν όταν ήμουν επίσκοπος Νύσσης, αλλά θα βρίσκομαι στην εκκλησία μου, να διδάσκω με όση δύναμη έχω το ποίμνιο του Χριστού που μου έχει εμπιστευτεί. Αν φανώ ποτέ να έχω εγκαταλείψει την εκκλησία μου και να βρίσκομαι αλλού, τότε να χειροτονηθεί στην εκκλησία μου άλλος μητροπολίτης από τον παναγιώτατο κύριό μου τον οικουμενικό πατριάρχη και την ιερά και μεγάλη σύνοδο.247

Ἐγὼ ό ταπεινὸς μητροπολίτης Μωκισσοῦ Ἰωαννίκιος ὑπόσχομαι ἐνώπιον τοῦ παναγιωτάτου ἡμῶν δεσπότου, τοῦ οἰκουμενικοῦ πατριάρχου, καὶ τῆς θείας καὶ ἱερᾶς συνόδου, ἵνα μὴ φανῶ ποτε καταλιπεῖν τὴν ἐκκλησίαν μου καὶ ἄλλοσε διάγειν, ὥσπερ ἐποίουν τοῦτο καὶ πρότερον, ἐπίσκοπος Νύσης εὑρισκόμενος, ἀλλ' εὑρίσκωμαι ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ μου, τὸ ἐμπιστευθὲν μοι λογικὸν τοῦ Χριστοῦ ποίμνιον ὅση μοι δύναμις διδάσκειν· εἰ δὲ φανείην ποτέ καταλιπεῖν τὴν ἐκκλησίαν μου καὶ ἄλλοθε εὑρίσκεσθαι, ἵνα χειροτονῆται ἄλλος παρὰ τοῦ παναγιωτάτου μου δεσπότου, τοῦ οἰκουμενικοῦ πατριάρχου, καὶ τῆς ἱερᾶς καὶ μεγάλης συνόδου μητροπολίτης εἰς τὴν ἐκκλησίαν μου.

Το 1385 ο μητροπολίτης Ικονίου, αντί να προχωρήσει να αναλάβει καθήκοντα στη δική του εκκλησία στο Ικόνιο, ανέλαβε απλώς την εκκλησία της Αττάλειας και άφησε το δικό του ποίμνιο στο Ικόνιο χωρίς ηγεσία. Κατά συνέπεια ο πατριάρχης τον απομάκρυνε από όλες τις μητροπολιτικές λειτουργίες, μέχρι να παρουσιαστεί ενώπιον της συνόδου, όπου θα κρινόταν και θα απομακρυνόταν σύμφωνα με το κανονικό δίκαιο.248 Το 1394 έχουμε το παράδειγμα μητροπολίτη που αναλαμβάνει άλλη θέση παράνομα. Σε αυτήν την περίπτωση είναι ο μητροπολίτης Σελευκείας, που είτε αδυνατούσε είτε δεν ήθελε να εισέλθει στη δική του εκκλησία και δημιούργησε ψεύτικες επιστολές από τη χριστιανική κοινότητα της Αττάλειας, λέγοντας ότι η τελευταία δεν είχε ηγεσία. Ωστόσο η εξαπάτησή του ανακαλύφθηκε μόνο αφού είχε ξεκινήσει να αναλάβει την εκκλησία της Αττάλειας.249

Τα εκκλησιάσματα

Μέχρι αυτό το σημείο η εξέταση των συνοδικών πράξεων έχει προχωρήσει από την άποψη της δομής της εκκλησίας, της περιουσίας της και των κληρικών της. Μήπως λένε τίποτε οι πράξεις για τα ίδια τα εκκλησιάσματα; Δίνουν άραγε κάποια ένδειξη ή υπαινιγμό για τη μοίρα των ελληνικών χριστιανικών πληθυσμών στις διάφορες περιοχές; Σε γενικές γραμμές δεν είναι τόσο ειδικώς ενημερωτικές για τα μέλη των κοινοτήτων, όσο είναι για τους κληρικούς. Ωστόσο οι πράξεις είναι ενδεικτικές της συνολικής μοίρας και των γενικών τύπων εμπειριών μεταξύ των χριστιανών. Η γενική εντύπωση που δίνουν είναι εκείνη της μεγάλης μείωσης του αριθμού των χριστιανών της Μικράς Ασίας, αν και οι πληροφορίες είναι ελάχιστες στην καλύτερη περίπτωση. Μία από τις πράξεις με χρονολογία 1387 που αφορούσε τη μητροπολιτική έδρα Εφέσου αναφέρει ότι

κάθε πόλη και κάθε περιοχή χάθηκε από τους ξένους και εξαλείφθηκαν πλήρως. Μερικές από αυτές ούτε καν προσδιορίζονται από ονόματα ότι ήσαν ποτέ πόλεις, ενώ άλλες αναγνωρίζονται από κάποια λίγα ίχνη, έχοντας πολύ λίγους χριστιανούς κατοίκους.250

πᾶσα πόλις καὶ χώρα τῶν ἐθνῶν παρανάλωμα γέγονε, καὶ παντελῶς ἠφανίσθησαν, καὶ αἱ μὲν οὐδὲ ὀνόμασι κἄν ὅτι ποτὲ πόλεις ἦσαν γινώσκονται, αἱ δὲ ἀπό τινων ὀλίγων λειψάνων γνωρίζονται, λίαν εὐαριθμήτους χριστιανοὺς οἰκητὰς ἔχουσαι.

Μια συνοδική απόφαση του 1315 περίπου αναφέρει τη μητροπολιτική έδρα Συλλαίου και την αρχιεπισκοπή Λεοντοπόλεως ως κατοικούμενες από πολύ λίγους χριστιανούς.251

Ένα άλλο έγγραφο του 1387 αναφέρει ότι ο μητροπολίτης Ατταλείας και Πέργης είχε πολύ μικρό εκκλησίασμα,252 ενώ ένα παρόμοιο έγγραφο του 1397 αποκαλύπτει και πάλι το μικρό μέγεθος της χριστιανικής κοινότητας στην Αττάλεια, όπως και στη Σίδη,

επειδή έχει καταληφθεί εδώ και πολύ καιρό [υπάρχει] έλλειψη πιστών σε αυτήν [τη Σίδη].253

ἐπεὶ δὲ τὸ ἐκ μακροῦ ἑαλωκέναι σπάνιν μὲν τῶν έν ταύτῃ πιστῶν…

Ωστόσο μεγάλα εκκλησιάσματα παρέμεναν σε πολλές πόλεις σε όλη την Ανατολία. Το 1315 οι χριστιανοί της Αμάσειας έγραψαν στον πατριάρχη ζητώντας έναν μητροπολίτη,

επειδή βρίσκονται ανάμεσα σε ξένους, όπως προαναφέρθηκε, και χρειάζονται αναγκαστικά έναν οδηγό και ηγέτη σε αυτά τα θέματα που ευχαριστούν τον Θεό.254

ἐπεὶ γὰρ οὗτοι μέσον ἐθνῶν, ὡς εἴρηται, εὑρίσκονται, καὶ χρήζουσιν ἀναγκαίως ὁδηγοῦ μάλιστα καὶ χειραγωγοῦ πρὸς τὰ ἀρέσκοντα τῷ θεῷ.

Ο λόγος για τον οποίο χρειάζονταν πνευματικό ηγέτη προκύπτει από διάταγμα του 1317, όταν οι χριστιανοί της Αμάσειας δεν είχαν ακόμη λάβει μητροπολίτη λόγω της εχθρότητας του Τούρκου κυρίου τους. Αυτό το έγγραφο λέει:

Το χριστιανικό εκκλησίασμα εκεί, όσοι δηλαδή απέμειναν, και απομένοντας δεν παρασύρθηκαν από τους υβριστικούς και εξουσιάζοντες ξένους, ήταν για αρκετόν καιρό χωρίς μητροπολίτη και στερούνταν πνευματικού ποιμένα, καθώς και της διδασκαλίας και ωφέλειας που θα πρόσφερε αυτός. … Αλλά ο Κύριος, ο δημιουργός του χρόνου, η δόξα του οποίου δεν έχει όρια, ούτε η δύναμη, βοηθά τους ευσεβείς προσφέροντάς τους από τη δική του κληρονομιά και εγκαθιστά ποιμένες στους μεγαλύτερους θρόνους, ηγέτες των ψυχών και των υποθέσεων, έτσι ώστε από εδώ και πέρα εκείνα που ο χρόνος ταρακούνησε και των οποίων την επιδρομή κάνοντας κακώς επέδειξε, τα ίδια με τη βοήθεια και φροντίδα του για αυτά θα αποκαταστήσει στην αρχαία μορφή και τιμή τους.255

τὸ χριστιανικὸν ἐκεῖσε πλήρωμα, ὅσοι δηλαδὴ περιελείφθησαν, καὶ περιλειφθέντες οὐχ ὑπεσύρησαν τοῖς ἐπηρεάζουσιν ἔθνεσι καὶ κατάρχουσιν, ἀνεπίσκοπον ἦν καὶ πνευματικοῦ ποιμένος ἐστερημένον καὶ τῆς ἐντεῦθεν διδασκαλίας καὶ ὠφελείας. … ἀλλ' ὅ γε τῶν χρόνων ποιητὴς κύριος, οὗ τῆς δόξης ὅριον οὐδέν, οὐδὲ τῆς δυνάμεως, βασιλεῖς εὐσεβεῖς ἑαυτοῦ κληρονομίᾳ παρέχων εἰσφέρει, καὶ ποιμένας τοῖς μεγίστοις θρόνοις ἐγκαθιστᾶ, τῶν τε ψυχῶν προϊσταμένους καὶ τῶν πραγμάτων, ἵν' ἐντεῦθεν, ἅπερ ὁ χρόνος κατέσεισε, καὶ ὧν καταδρομὴν κακῶς ποιῶν ἐνεδείξατο, ταῦτα διὰ τῆς τούτων ἐπικουρίας τε καὶ προνοίας εἰς τὸ ἀρχαῖον ἀντικαταστήσῃ σχῆμα καὶ τὸ ἀξίωμα.

Σύμφωνα με το κείμενο, ορισμένοι από τους χριστιανούς που είχαν παραμείνει στην Αμάσεια είχαν προσχωρήσει στο Ισλάμ. Η γλώσσα του εγγράφου φαίνεται να υπονοεί τουλάχιστον ένα ενεργό πρόγραμμα προσηλυτισμού από τους μουσουλμάνους. Το κείμενο τονίζει τη σημασία της ηγεσίας του μητροπολίτη στο να διατηρήσει το ποίμνιο ενωμένο και να το επαναφέρει σε υγιή κατάσταση.256 Η κοινότητα ήταν αρκετά ισχυρή και αρθρωμένη για να ζητά συνεχώς από τον πατριάρχη έναν πνευματικό ηγέτη κατά τη διάρκεια της περιόδου αναταραχής.

Η συνεχιζόμενη κατοχή, η εξουσία των Τούρκων και η απομόνωση από την Κωνσταντινούπολη υπέβαλαν τους χριστιανούς σε πειρασμούς να εγκαταλείψουν την πίστη τους για εκείνη των ηγεμόνων, ενώ συχνά τους υπέβαλαν επίσης σε υπερβολική πίεση για να το πράξουν. Τα πρακτικά μιας συνόδου του 1387 αναφέρουν ότι είχαν απομείνει λίγοι μόνο χριστιανοί στην πόλη Ποντοηράκλεια. Όμως, αν και ήσαν λίγοι, έπρεπε να έχουν ποίμανση,

επειδή, ως άνθρωποι που παρασύρονται από την εξαπάτηση της ζωής, λίγο μόνο φροντίζουν για αυτές τις ουράνιες και αθάνατες ανταμοιβές. Αλλά το μεγαλύτερο εμπόδιο για τη σωτηρία είναι ότι ζουν ανάμεσα στους ξένους και συναναστρέφονται με αυτούς.257

ἐπειδὴ καὶ ὡς ἄνθρωποι τῇ ἀπάτῃ τοῦ βίου παρασυρόμενοι ὀλίγα τῶν οὐρανίων ἐκείνων ἀγαθῶν καὶ ἀθανάτων φροντίζουσιν, ἀλλὰ καὶ τῷ μέσον τῶν ἐθνῶν οἰκεῖν καὶ τούτοις συναναστρέφεσθαι μέγιστον εἰς σωτηρίαν ἐμπόδιον.

Οι επιπτώσεις είναι προφανείς. Οι χριστιανοί, αν μείνουν για πολύ χωρίς ηγεσία, θα ενταχθούν στη θρησκεία των κατακτητών τους, όπως μάλιστα έχουν ήδη κάνει πολλοί. Έτσι η διαμονή ανάμεσα στους Τούρκους και η καθημερινή σχέση μαζί τους τελικά θα οδηγούσε σε μετατροπή. Όταν οι χριστιανοί της Γάγγρας ζήτησαν μητροπολίτη το 1400-01, ήταν για παρόμοιους λόγους. Ως αποτέλεσμα του θανάτου του μητροπολίτη Γάγγρας,

όλος ο λαός του Κυρίου που βρισκόταν εκεί παρακαλούσε την ταπεινότητά μας με δικά τους γράμματα να τους στείλω μητροπολίτη και προστάτη, επειδή οι ξένοι τους κακομεταχειρίζονται και τους βάζουν σε κίνδυνο από όλες τις πλευρές σχετικά με τα πιο κρίσιμα ζητήματα [δηλ. τη θρησκεία]. Δεν έχουν τη διδασκαλία και την πνευματική ηγεσία ενός προστάτη (γιατί οι άνθρωποι στο σύνολό τους προτιμούν να πέσουν εύκολα στο κακό παρά να ανυψωθούν στην αρετή, και μάλιστα όταν βρίσκονται κάτω από βαρβάρους) και η ταπεινότητά μας έκρινε απαραίτητο να μη βρεθεί κι άλλο μια τέτοια εκκλησία χωρίς ποιμένα, γιατί θα προέκυπτε από αυτό όχι μικρή ζημιά και ψυχική βλάβη.258

ὁ ἐκεῖσε ἅπας εὑρισκόμενος τοῦ κυρίου λαός ἐδεήθησαν δι' οἰκείων γραμμάτων τῆς ἡμῶν μετριότητος, ὥστε προστάτην αὐτοῖς καὶ ἀρχιερέα ἐγκαταστῆσαι, διὰ τὸ πολλαχόθεν αὐτοὺς ἐπηρεάζεσθαι καὶ κινδυνεύειν περὶ τὰ καιριώτερα παρὰ τῶν ἀλλοφύλων, μὴ εὐποροῦντας διδασκαλίας καὶ εἰσηγήσεως πνευματικῆς προστάτου (φιλοῦσι γὰρ ὡς ἐπίπαν οἱ ἄνθρωποι πρὸς κακίαν ῥᾳδίως καταφέρεσθαι μᾶλλον ἤ πρὸς ἀρετὴν ἐπανάγεσθαι, καὶ ταῦτ' ὑπὸ βαρβάροις ὄντες) δεῖν ἔκρινε καὶ ἡ μετριότης ἡμῶν, ἐπὶ πλέον μὴ ἀποίμαντον εὑρίσκεσθαι τὴν τοιαύτην ἐκκλησίαν, ὡς οὐ μικρᾶς βλάβης καὶ ζημίας ψυχικῆς ἐντεῦθεν ἐσομένης αὐτῇ.

Εδώ η γλώσσα υπονοεί τόσο εθελοντική αποστασία όσο και μετατροπή κάτω από ορισμένη πίεση, αν και το κείμενο δεν είναι πολύ σαφές. Παρόμοιες διαταραχές υπονοούνται από τις πατριαρχικές πράξεις για τις εκκλησίες Σεβαστείας, Ευχαΐτων, Ικονίου, Μωκισσού και Ναζιανζού το 1327.259

Όμως το πιο σημαντικό και ενημερωτικό από αυτά τα έγγραφα σχετικά με τη μοίρα των εκκλησιών της Ανατολίας είναι δύο πατριαρχικές πράξεις από τα έτη περίπου 1338 και 1340 που απευθύνονται στους κατοίκους της Νικαίας. Η πρώτη από αυτές είναι πιο μακροσκελής και πιο σαφής:

Η εκκλησία του Θεού, το κοινό ιατρείο των ψυχών, ανοίγει τις πόρτες της σωτηρίας σε όλους όσοι επιστρέφουν από την αμαρτία και, παρέχοντας τα κατάλληλα φάρμακα, φροντίζει για τη σωτηρία όλων. Είναι ουσιαστικό να μην απαγορεύεται σε κανέναν, ούτε να περιφρονείται η σωτηρία εκείνου που έχει πέσει σε άρνηση [αποστασία], γιατί δεν υπάρχει, γενικά, δεν υπάρχει αμαρτία που να θριαμβεύει επί της φιλανθρωπίας του Θεού. Και η Αγία Γραφή φέρνει πολλά παραδείγματα εκείνων που απέχουν από τις προηγούμενες αμαρτίες τους [και] δείχνουν πραγματική επιστροφή και μετάνοια. Μεταξύ αυτών των [παραδειγμάτων] είναι εκείνο του ασώτου, της πόρνης, του ληστή, εκείνο των Νινευιτών, εκείνο του Μανασσή, που προετοίμαζε επί σαράντα χρόνια τους ανθρώπους να λατρεύουν τα είδωλα, αποστατώντας από τον Δημιουργό. Ο Θεός δεν απορρίπτει κανέναν, ούτε απομακρύνεται από αυτόν, γιατί έχει απέραντο πέλαγος φιλανθρωπίας, αν μόνο μετανοήσουμε πραγματικά, πέσουμε στα πόδια του, κλάψουμε και παρακαλέσουμε την καλοσύνη Του.

Τοῖς ἀπὸ ἁμαρτίας ὑποστρέφουσιν ἡ τοῦ θεοῦ ἐκκλησία, τὸ κοινὸν τῶν ψυχῶν ἰατρεῖον, τὰς ἑαυτῆς σωτηρίους ὑπανοίγουσα πύλας καὶ ἑκάστῳ τὰ πρόσφορα φάρμακα ἐπιτιθεῖσα πᾶσι τὰ πρὸς σωτηρίαν οἰκονομεῖ· δεῖ τοίνυν μὴ ἀπαγορεύειν μηδένα, μηδὲ εἰς ἀπόγνωσιν ἐμπεσόντα καταφρονεῖν τῆς ἑαυτοῦ σωτηρίας, οὐδὲ γάρ ἐστιν, οὐκ ἔστιν ὅλως ἁμαρτία ἡ νικῶσα τὴν τοῦ θεοῦ φιλανθρωπίαν, καὶ πολλὰ τῶν τῆς προτέρας ἀφισταμένων κακίας καὶ γνησίαν ἐνδεικνυμένων τὴν μετάνοιαν καὶ ἐπιστροφὴν ἡ θεία γραφὴ φέρει τά παραδείγματα, τά τε ἄλλα καὶ τὸ τοῦ ἀσώτου, τὸ τῆς πόρνης, τὸ τοῦ ληστοῦ, τὸ τῶν Νινευιτῶν, τὸ τοῦ Μανασσῆ, ὅς ἐπὶ τεσσαράκοντα ἔτη τὸν λαὸν εἰδωλολατρεῖν παρεσκεύασεν, ἀποστάντας τοῦ δημιουργοῦ· οὐδένα γὰρ ἀπωθεῖται, οὐδὲ ἀποστρέφεται ὁ θεός, φιλανθρωπίας ἄπειρον ἔχων πέλαγος, μόνον ἐὰν γνησίως μετανοήσωμεν καὶ προσπέσωμεν καὶ κλαύσωμεν καὶ δεηθῶμεν τῆς αὐτοῦ ἀγαθότητος.

Επειδή η επίθεση των Ισμαηλιτών επικράτησε εναντίον μας με την άδεια του Θεού, λόγω του πλήθους των αμαρτιών μας, και έχουν συλλάβει και υποδουλώσει πολλούς από τους δικούς μας και τους εξανάγκασαν βίαια και τους έσυραν, αλίμονο, έτσι ώστε να επιλέξουν [τα του δόγματος] της δικής τους κακίας και αθεότητας. Και σε εκείνους που είχαν πέσει σε τόσο βάθος κακίας συνέβη η συνειδητοποίηση [ότι] ήσαν κακοί και [αυτό] τους παρακίνησε να αναζητήσουν ξανά τους τρόπους των χριστιανών. Αλλά τους ήρθε άλλη σκέψη και διστάζουν και επιθυμούν να μάθουν με βεβαιότητα αν θα αποτύχουν εντελώς ή θα επιτύχουν τη σωτηρία τους. Η εκκλησία του Θεού εγγυάται σε όλους αυτούς και τους πληροφορεί με βεβαιότητα. Ότι [η εκκλησία] θα γιατρέψει και θα θεραπεύσει και θα κατατάξει και πάλι στην πλευρά των χριστιανών εκείνων που υιοθετούν την αληθινή πίστη στον Θεό και απομακρύνονται από την κακία των μουσουλμάνων στην οποία κυλίστηκαν. Δεν θα βρουν εμπόδιο στη σωτηρία των ψυχών τους λόγω της αποτυχίας για το σφάλμα, όπως λέγεται, που τους συνέβη. Αλλά όσοι από αυτούς δείξουν τη μετάνοιά τους ανοιχτά και ελεύθερα, ώστε να επιλέξουν ακόμη και να υποφέρουν για την πίστη στον Θεό, αυτοί θα στεφθούν με το στέμμα του μαρτυρίου (ακριβή απόδειξη του οποίου αποτελεί ο μεγάλος μάρτυρας του Χριστού, ο Ιάκωβος ο Πέρσης). Όσοι όμως, λόγω του φόβου τιμωρίας εναντίον τους, επιθυμούν να ζήσουν ασκώντας κρυφά και κρατώντας στην καρδιά τους τον χριστιανικό τρόπο, και αυτοί θα επιτύχουν τη σωτηρία. Μόνο θα προσπαθούν όσο το δυνατόν περισσότερο να τηρούν τις εντολές του Θεού. Και αυτή η παρούσα επιστολή της εκκλησίας του Θεού έγινε για διαβεβαίωση σχετικά με αυτό.260

ἐπεὶ οὖν παραχωρήσει θεοΰ διὰ πλῆθος ἁμαρτιῶν ὑπερίσχυσε καθ' ἡμῶν ἡ τῶν Ἰσμαηλιτῶν ἐπίθεσις, καὶ πολλοὺς οὗτοι τῶν ἡμετέρων χειρωσάμενοι καὶ καταδουλώσαντες παρεβιάσαντο καὶ παρέσυραν, φεῦ ὥστε καὶ τὰ τῆς ἑαυτῶν κακίας καὶ ἀθεότητος ἑλέσθαι, τοῖς εἰς βάθος δὲ κακίας τοσαύτης ἐμπεσοῦσιν αἴσθησις, οἵ κακοῦ γεγόνασιν, ἐπιγενομένη τὰ τῶν Χριστιανῶν πάλιν ἀνακαλέσασθαι διεγείρει, λογισμὸς δέ τις εἴσεισιν ἕτερος, καὶ διστάζουσι καὶ βέβαιόν τι μαθεῖν ζητοῦσιν, εἰ μὴ διαμάρτωσιν, ἀλλ' ἐπιτεύξονται τῆς ἑαυτῶν σωτηρίας, πᾶσι τοῖς τοιούτοις ἐγγυᾶται ἡ τοῦ θεοῦ ἐκκλησία καὶ πληροφορίαν βεβαίαν δίδωσιν. ὡς ἑλομένους τὰ τῆς ἀληθοῦς εἰς θεὸν πίστεως καὶ τῆς τῶν μουσουλμάνων κακίας, εἰς ἥν ἐξεκυλίσθησαν, ἀποστάντας, τῇ τῶν χριστιανῶν πάλιν μερίδι συναριθμήσει καὶ ἰάσεται καὶ θεραπεύσει, καὶ οὐδὲ εὑρήσουσιν ἐμπόδιόν τι πρὸς τὴν τῶν ἰδίων ψυχῶν σωτηρίαν διὰ τὸ προγεγονὸς αὐτοῖς, ὡς εἴρηται, σφάλμα, ἀλλ' ὅσοι μὲν τούτων καὶ φανερὰν καὶ πεπαρρησιασμένην ἐνδείξονται τὴν μετάνοιαν, ὡς καὶ παθεῖν ἑλέσθαι ὑπὲρ τῆς εἰς θεὸν πίστεως, οὗτοι καὶ μαρτυρικὸν ἀναδήσονται στέφανον, (ἀπόδειξις τούτου σαφὴς ὁ μέγας τοῦ Χριστοῦ μάρτυς Ἰάκωβος ὁ Πέρσης), ὅσοι δὲ τῷ φόβῳ τῶν κολάσεων καθ’ ἑαυτοὺς καὶ ἐν τῷ λεληθότι διαζῆν θελήσουσι, τὰ τῶν χριστιανῶν ἐνστερνιζόμενοι καὶ ποιοῦντες, καὶ αὐτοὶ σωτηρίας ἐπιτεύξονται, μόνον κατὰ τὸ δυνατὸν τηρεῖν σπουδάζοντες τὰς τοῦ θεοῦ ἐντολάς. καὶ εἰς τὴν περὶ τούτου ἀσφάλειαν καὶ τὸ παρὸν τῆς τοῦ θεοῦ ἐκκλησίας γράμμα ἐγένετο.

Η δεύτερη επιστολή, αν και κάπως βραχύτερη, αναφέρεται στο ίδιο θέμα:

[Προς] τους κληρικούς, τους ιερωμένους, τους μοναχούς και όλον τον υπόλοιπο χριστιανικό λαό που βρίσκονται στη Νίκαια. Αγαπημένα στον Κύριο παιδιά της δικής μας ταπεινότητας. Ευχόμαστε για όλους σας από τον παντοδύναμο Θεό την ειρήνη και τη συμπόνια του Θεού, την ελευθερία από τα προβλήματα, και κάθε άλλο καλό και σωτήριο. Δεν μπορούμε να πούμε πόσα υποφέρουμε και θρηνούμε για λογαριασμό σας και για λογαριασμό όλων των άλλων χριστιανών που βρίσκονται κάτω από τους βάρβαρους. Ενημερωθείτε λοιπόν, ότι δεν σταματάμε νύχτα και μέρα να ικετεύουμε και να παρακαλούμε τον Θεό, ώστε να μετατρέψει σε καθαρό ουρανό την καταιγίδα (που έχει ρίξει εναντίον της φυλής μας λόγω του πλήθους των αμαρτιών μας) και να γυρίσει τα κακά πίσω στους εχθρούς, πράγματα για τα οποία, είμαστε σίγουροι, δεν θα περιμένουμε πολύ, … απλά να φροντίζετε κι εσείς να υπηρετείτε τον Θεό με τα καλά σας έργα και με ζωή που ευχαριστεί τον Θεό. Γιατί αν σας κυριεύσουν οι εχθροί σας, αλλά παραμείνετε εσείς κύριοι της ψυχής και του μυαλού σας, είναι δική σας επιλογή να φυλάξετε το καλό ή να μην το φυλάξετε. Αλλά όπως μάθαμε από τον δικαστή, διατηρείτε και προστατεύετε τη χριστιανική σας κατάσταση, για το οποίο προσεύχομαι να παραμείνετε σταθεροί και αμετάβλητοι, ώστε να αποκτήσετε τις υπεσχημένες καλές ανταμοιβές, εκείνα που ετοίμασε ο Θεός για αυτούς που τον αγαπούν με την ψυχή τους και τηρούν τις εντολές σωτηρίας Του, η χάρη των οποίων θα σας διαφυλάξει.261

Οἱ κατὰ Νίκαιαν εὑρισκόμενοι κληρικοί, ιερωμένοι, μοναχοὶ καὶ ὁ λοιπὸς ἅπας χριστιανικὸς λαός, ἐν κυρίῳ ἀγαπητὰ τέκνα τῆς ἡμῶν μετριότητος· τὴν ἀπὸ θεοῦ εἰρήνην καὶ τὸ ἔλεος, ἀπαλλαγὴν τε τῶν ἀνιαρῶν καὶ πᾶν ἄλλο ἀγαθὸν καὶ σωτήριον ἐπευχόμεθα πᾶσιν ὑμῖν ἐκ θεοῦ παντοκράτορος· ἡμεῖς ὅσον καὶ ὑπὲρ ὑμῶν καὶ ὑπὲρ τῶν ἄλλων ἁπάντων τῶν ἐν τοῖς βαρβάροις χριστιανῶν ὑπεραλγοῦμεν καὶ ὀδυνώμεθα, οὐδὲ εἰπεῖν ἔχομεν, πληροφορήθητε, ὅθεν οὐδὲ διαλιμπάνομεν καὶ νυκτὸς καὶ ἡμέρας ἱκετεύοντες καὶ παρακαλοῦντες τὸν θεόν, ἵνα τὴν διὰ πλῆθος ἁμαρτιῶν ἐπενεχθεῖσαν τῷ γένει ἡμῶν καταιγίδα εἰς αἰθρίαν μεταποίησῃ καὶ ἀποστρέψῃ τὰ κακὰ τοῖς ἐχθροῖς, ὅπερ καὶ θαρροῦμεν, ὡς οὐ μὴ ἀπομείνῃ ἐπὶ πολύ, … μόνον σπουδάζετε καὶ ὑμεῖς θεραπεύειν τὸν θεὸν διὰ τῶν καλῶν ὑμῶν ἔργων καὶ τῆς θεοφιλοῦς ἀναστροφῆς, εἰ γὰρ καὶ κυριεύουσιν ὑμῶν οἱ ἐχθροί, ἀλλὰ τῶν οἰκείων ψυχῶν καὶ τῆς γνώμης αὐτοὶ ἑαυτῶν ἐστὲ κύριοι, καὶ τῆς προαιρέσεως ὑμῶν ἐστι, φυλάξαι τὸ καλὸν καὶ μὴ φυλάξαι· πλὴν ὡς ἐμάθομεν παρὰ τοῦ κριτοῦ, συντηρεῖσθε καὶ φυλάσσετε τὰ τῆς χριστιανικῆς ὑμῶν καταστάσεως, εἰς ὅ καὶ ἀσαλεύτους καὶ παγίους μένειν εὐχόμεθα, ἵνα καὶ τῶν ἐπηγγελμένων ἐπιτύχητε ἀγαθῶν, ἅ ἡτοίμασε ὁ θεὸς τοῖς ἀγαπήσασιν αὐτόν ἐκ ψυχῆς, καὶ τὰς σωτηρίους αὐτοῦ φυλάξασιν ἐντολάς, οὗ ἡ χάρις διαφυλάξαι ὑμᾶς.

Η πρώτη από αυτές τις ποιμαντικές επιστολές αφορά τον εξισλαμισμό πολλών κατοίκων της Νικαίας. Λέει ότι οι Τούρκοι τους ανάγκαζαν να αλλαξοπιστήσουν στο Ισλάμ:

Και αυτοί [οι Τούρκοι] έχουν συλλάβει και υποδουλώσει πολλούς από τους δικούς μας και τους εξανάγκασαν βίαια και τους έσυραν, αλίμονο, έτσι ώστε να επιλέξουν [τα του δόγματος] της δικής τους κακίας και αθεότητας.

καὶ πολλοὺς οὗτοι τῶν ἡμετέρων χειρωσάμενοι καὶ καταδουλώσαντες παρεβιάσαντο καὶ παρέσυραν, φεῦ ὥστε καὶ τὰ τῆς ἑαυτῶν κακίας καὶ ἀθεότητος ἑλέσθαι.

Αυτό υπονοείται επίσης γενικότερα σε ορισμένα από τα έγγραφα που περιγράφηκαν προηγουμένως και φαίνεται να υποδηλώνει ότι η αλλαγή θρησκεύματος υπό πίεση, που δεν είναι καθόλου άγνωστη κατά τις τουρκικές κατακτήσεις του 14ου αιώνα, ήταν σίγουρα ένας από τους πολλούς παράγοντες στους οποίους οφειλόταν η μείωση των χριστιανικών κοινοτήτων. Αυτοί οι χριστιανοί, που έχουν αποστατήσει στο Ισλάμ με εντολή των κατακτητών τους, ανησυχούν για τη σωτηρία τους και έχουν παραπέμψει το ζήτημα στον πατριάρχη στην Κωνσταντινούπολη. Η φροντισμένη και συμπάσχουσα απάντησή του πρόσφερε σωτηρία στους αιτούντες, αν απέρριπταν το Ισλάμ. Υπήρχαν δύο πιθανοί δρόμοι για τη σωτηρία από την αποστασία τους: μαρτύριο ή κρυπτοχριστιανισμός. Σε όσους ήσαν αρκετά γενναίοι ώστε να εγκαταλείψουν ανοιχτά το Ισλάμ, θα προσφερόταν το στέμμα του μάρτυρος, όπως συνέβη και με τον Πέρση μάρτυρα Ιακώβ. Οι άλλοι, που φοβούνταν να πεθάνουν, θα καταμετρούνταν ξανά ως μέλη του ποιμνίου της εκκλησίας, αν ασκούσαν τον Χριστιανισμό τους κρυφά και στο μέγιστο των δυνατοτήτων τους υπό αυτές τις συνθήκες:

Όσοι όμως, λόγω του φόβου τιμωρίας εναντίον τους, επιθυμούν να ζήσουν ασκώντας κρυφά και κρατώντας στην καρδιά τους τον χριστιανικό τρόπο, και αυτοί θα επιτύχουν τη σωτηρία.262

ὅσοι δὲ τῷ φόβῳ τῶν κολάσεων καθ’ ἑαυτοὺς καὶ ἐν τῷ λεληθότι διαζῆν θελήσουσι, τὰ τῶν χριστιανῶν ἐνστερνιζόμενοι καὶ ποιοῦντες, καὶ αὐτοὶ σωτηρίας ἐπιτεύξονται.

Στη δεύτερη επιστολή προς τους Νικαείς, που χρονολογείται περίπου το 1340, ο πατριάρχης επαινεί τους Νικαείς για την επιτυχή διατήρηση του Χριστιανισμού τους. Και πάλι φαίνεται να υπάρχει υπαινιγμός για Κρυπτοχριστιανισμό στην πρόταση,

γιατί αν σας κυριεύσουν οι εχθροί σας, αλλά παραμείνετε εσείς κύριοι της ψυχής και του μυαλού σας, είναι δική σας επιλογή να φυλάξετε το καλό ή να μην το φυλάξετε.

εἰ γὰρ καὶ κυριεύουσιν ὑμῶν οἱ ἐχθροί, ἀλλὰ τῶν οἰκείων ψυχῶν καὶ τῆς γνώμης αὐτοὶ ἑαυτῶν ἐστὲ κύριοι, καὶ τῆς προαιρέσεως ὑμῶν ἐστι, φυλάξαι τὸ καλὸν καὶ μὴ φυλάξαι.

Η θρησκευτική πίεση για μετατροπή είναι εμφανής σε άλλες περιγραφές της κατάστασης στη Βιθυνία του 14ου αιώνα, ενώ ο Κρυπτοχριστιανισμός και το Νεομαρτύριον, αν και ελάχιστα γνωστά, υπήρχαν ωστόσο κατά την οθωμανική περίοδο. Η διαδικασία της θρησκευτικής μετατροπής στη βορειοδυτική Μικρά Ασία, που προκύπτει από τις συνοδικές πράξεις, βρίσκει εντυπωσιακή επιβεβαίωση στις επιστολές που έστειλε ο απουσιάζων μητροπολίτης Θεοφάνης (1381) στο ποίμνιό του στη Νίκαια,263 καθώς και ρητά στα χρονικά των πρώτων Τούρκων χρονικογράφων.264

Ο Ματθαίος Εφέσου: Μια μελέτη περίπτωσης

Πραγματικές επιτόπιες αναφορές για την κατάσταση στη Μικρά Ασία από ιερείς που είχαν εκκλησίες εκεί, είναι δυστυχώς σπάνιες. Αξιοσημείωτη εξαίρεση αποτελεί η περίπτωση του Ματθαίου, μητροπολίτη Εφέσου. Αν και λιγότερο εντυπωσιακή από την περιγραφή που άφησε ο Γρηγόριος Παλαμάς, μητροπολίτης Θεσσαλονίκης, για την αιχμαλωσία του στη Βιθυνία και την επίσκεψή του στην οθωμανική πρωτεύουσα στη Μπούρσα, οι πληροφορίες που καταγράφει ο Ματθαίος έχουν μεγαλύτερη σημασία για την πραγματική τύχη του εκκλησιαστικού κατεστημένου στη Μικρά Ασία. Η εκ μέρους του περιγραφή των προσωπικών εμπειριών ως μητροπολίτη Εφέσου επιβεβαιώνει συγκεκριμένα εκείνο που οι συνοδικές πράξεις υπονοούν γενικότερα. Πρώτον, είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι οι πράξεις δεν αναφέρουν κανέναν μητροπολίτη Εφέσου για τα έτη από 1315 μέχρι 1329, και είναι πολύ πιθανό ότι αυτή η εκκλησιαστική έδρα παρέμενε κενή, λόγω των συνθηκών που επικρατούσαν ως επακόλουθο της κατάκτησης.265 Έχουμε ήδη σημειώσει τις πολυάριθμες αναφορές σε ταραγμένους καιρούς και κενές έδρες, ιδιαίτερα στις πράξεις μεταξύ 1315 και 1318. Ο Ματθαίος εμφανίζεται για πρώτη φορά ως μητροπολίτης Εφέσου σε συνοδικό έγγραφο της 2ας Δεκεμβρίου 1329, ενώ όλα τα πρωτόκολλα της κωνσταντινουπολίτικης συνόδου (μέχρι τον Ιούνιο 1339) αναφέρουν εφεξής έναν μητροπολίτη Εφέσου.266 Αυτό θα έδειχνε, σχεδόν σίγουρα, ότι κατά τα δέκα αυτά χρόνια δεν μπορούσε να καταλάβει τη μητροπολιτική έδρα Εφέσου, αλλά παρέμενε κυρίως στην Κωνσταντινούπολη, πράγμα στο οποίο οφείλεται και η παρουσία του σε όλες τις συνεδριάσεις της συνόδου. Κάποια στιγμή μεταξύ 1331 και 1337 ο Ματθαίος μετακινήθηκε πραγματικά στην εκκλησιαστική έδρα Βρύσεως στη Θράκη, την οποία έλαβε ὡς ἐπίδόσιν. Αν και διατηρούσε τον τίτλο του μητροπολίτη Εφέσου, δεν μπορούσε να μπει στη νόμιμη εκκλησία του στη Μικρά Ασία και ως εκ τούτου είχε αποκοπεί από τα εισοδήματά του.267 Μόλις κάποια στιγμή μεταξύ Ιουνίου 1339 και Φεβρουαρίου 1340268 επέστρεψε τελικά ο Ματθαίος στην εκκλησία του στην Έφεσο. Φαίνεται λοιπόν ότι δεν είχε πραγματικά πατήσει πόδι μητροπολίτης στην Έφεσο από τη στιγμή που καταλήφθηκε η πόλη (1304), μέχρι την είσοδο του Ματθαίου τριανταπέντε περίπου χρόνια αργότερα! Αυτή, όπως είδαμε πιο πάνω, ήταν κατάσταση σχεδόν παράλληλη με εκείνη πολλών μητροπολιτικών εδρών της Ανατολίας κατά το πρώτο τέταρτο του 14ου αιώνα, την εποχή που τα τουρκικά εμιράτα επεκτείνονταν και εκκαθάριζαν τα τελευταία υπολείμματα βυζαντινού ελέγχου στη Μικρά Ασία. Ο Ματθαίος κατείχε τη μητροπολιτική έδρα Εφέσου μέχρι τον Μάιο ή Ιούνιο του 1351, όταν απομακρύνθηκε ως οπαδός της αίρεσης του Βαρλαάμ και του Ακίνδυνου.269 Μεταξύ των γραπτών του, ιδιαίτερου ενδιαφέροντος για την κατάσταση της εκκλησίας και των χριστιανών της Ανατολίας είναι η «Προσευχή που εκφωνήθηκε κατά την είσοδό μας στην Έφεσο» (Εὐχὴ ἐκφωνηθεῖσα ἐπὶ τῇ εἰς τὴν Ἔφεσον εἰσόδῳ ἡμῶν), καθώς και τρεις επιστολές γραμμένες από την Έφεσο προς φίλο ή φίλους στην Κωνσταντινούπολη, στις οποίες αφηγείται τις εμπειρίες του στην Έφεσο.

Με την εναρκτήρια προσευχή του (που εκφωνήθηκε κατά την άφιξη στην Έφεσο), ο Ματθαίος παρακαλεί τον Θεό να του δώσει την ίδια δύναμη που έδωσε στους Αγίους Αποστόλους, «τους οποίους έστειλες στα ξένα έθνη».270 Ζητά να «οπλιστεί» με την πανοπλία του σταυρού, ώστε «να ποδοπατήσω αυτά τα φίδια και να περάσω με ασφάλεια από τη θανατηφόρα βλάβη».271 Καλεί τον Θεό να σταματήσει την οργή Του, να ελευθερώσει τους χριστιανούς από τον βαρύ ζυγό της δουλείας, και να αποκρούσει τους καταπιεστές τους. Το ταξίδι του από την Κωνσταντινούπολη ήταν επίπονο, γεμάτο εμπόδια σε όλη τη διαδρομή: φόβος των πειρατών στις θάλασσες μεταξύ Χίου και Κλαζομενών, επικίνδυνες διαδρομές μέσα από δάση και βουνά μεταξύ Κλαζομενών και Εφέσου και δύστροπες τουρκικές αρχές. Αν και βρήκε τη Σμύρνη μεγάλη πόλη, το λιμάνι της ήταν γεμάτο με πειρατικά πλοία και η πόλη είχε υποστεί δραστική εθνογραφική αλλαγή.

Θρηνούμε λοιπόν, προσθέτοντας θρήνους σε θρήνους, και γινόμαστε σαν κάποιους Αριστείδηδες στην καταστροφή. Δεν κλαίμε όμως, όπως εκείνος, απλώς για μια πόλη που γκρεμίστηκε από σεισμό, ούτε για το θέαμα αγαλμάτων, αλλά για την απέλαση χριστιανών και την εδώ εγκατάσταση ξένων εθνών από τις άκρες της γης.272

θρηνοῦμεν οὖν καὶ θρήνοις ἐπιτίθεμεν θρήνους καὶ Ἀριστεῖδαί τίνες τῷ πάθει γιγνόμεθα, οὐ πόλιν ἁπλῶς ὡς ἐκεῖνος δακρύοντες σεισμῷ καταπεπτωκυῖαν οὐδὲ θεάματα ἁγαλμάτων, ἀλλὰ καὶ Χριστιανῶν ἀποικίαν καῖ μετοικίαν ἐθνῶν ἐκ τῶν τῆς γῆς που ἐσχατιῶν.

Ο Ουμούρ Μπεγκ, ο ηγεμόνας της Σμύρνης, αρνήθηκε να χορηγήσει ακρόαση στον Ματθαίο, αρνήθηκε να δεχτεί την αλληλογραφία που του έστελνε ο Βυζαντινός αυτοκράτορας μέσω του Ματθαίου και, το πιο σημαντικό, αρνήθηκε να επιτρέψει στον μητροπολίτη να συνεχίσει το ταξίδι του προς Έφεσο.273 Αντιμέτωπος με την προοπτική επιστροφής στην Κωνσταντινούπολη, ο Ματθαίος αποφάσισε ότι θα ήταν λιγότερο από τα δύο κακά το να προσπαθήσει να παραμείνει στην Ανατολία.

Γιατί μας φαινόταν ύποπτο να πάρουμε τον δρόμο της επιστροφής, μήπως μας έστηναν ενέδρα οι εχθροί μας κατά μήκος του δρόμου, ή [ακόμη] κι αν ξεπερνούσαμε αυτήν την ενέδρα, θα ξεφεύγαμε [μόνο] για να αντιμετωπίσουμε πολλές κατηγορίες, ότι δεν μας εμπόδιζαν οι βάρβαροι, αλλά ότι είχαμε στο μυαλό να επιστρέψουμε στην πατρίδα. Μας απασχολούσαν πολύ και οι υποθέσεις των επισκόπων που είχαμε διορίσει εκεί, αν θα εύρισκαν οι δυστυχείς κάποια [προσωρινή] κατοικία ή αν θα έμεναν εκεί για αρκετό καιρό, γιατί ούτε σε εκείνους επιτρεπόταν να δουν τις εκκλησίες τους.274

καὶ γὰρ ὕποπτον ἐδόκει τῆς εἰς τοὐπίσω ἅψασθαι μὴ καθ’ ὁδὸν ἐνεδρευθείημεν τοῖς ἐχθροῖς ἤ τὸν λόχον εἰ καὶ τοῦτ’ ἰσχύσαμεν διαδράντες πολλῶν τινων φύγοιμεν ἐγκλημάτων ὡς ἄν οὐ πρὸς τοῦ βαρβάρου εἰρχθέντες, τὸν δὲ νόστον αὐτοὶ ἐν νῷ ἔχοντες· ἠνώχλει δὲ παρὰ πολὺ καὶ τὰ τῶν ἐπισκόπων, οὕς αὐτοῦ προὐβαλόμεθα, τίνα σταθμὸν οἱ δυστυχεῖς εὕρωσι καὶ ποῖ ποτε λήξωσι μηδ’ οὗτοι τέως συγγωρούμενοι τὰς σφετέρας ἰδεῖν ἐκκλησίας.

Αντιμέτωπος με αυτές τις συνήθεις δυσκολίες του κληρικού της Ανατολίας, ο Ματθαίος άκουσε τη συμβουλή ενός Χιώτη, δωροδόκησε τον Ουμούρ Μπεγκ και τελικά έλαβε άδεια να πάει στην Έφεσο.275 Στην Έφεσο τον δέχτηκε σε ακρόαση ο Χιντίρ Μπεγκ, αδελφός του Ουμούρ, στον οποίο έδωσε δώρα και ζήτησε την επιστροφή της μητροπολιτικής εκκλησίας, της κατοικίας και των ιδιοκτησιών. Αλλά το αίτημα δεν έγινε δεκτό, και ο Ματθαίος εισέπραξε λόγια και όχι πράξεις για τις προσπάθειές του. Όταν ήρθε η καλοκαιρινή ζέστη και οι αμμοθύελλες, ο Ματθαίος αρρώστησε βαριά και έχασε τις ελπίδες του για ζωή, καθώς δεν υπήρχαν γιατροί για να τον θεραπεύσουν. Ύστερα από θαυματουργή ανάκαμψη, ο απτόητος μητροπολίτης έθεσε και πάλι το ζήτημα της περιουσίας της μητρόπολης στον Χιντίρ Μπεγκ. Ο Τούρκος ηγεμόνας αρνήθηκε να επιστρέψει οτιδήποτε. Η μητροπολιτική εκκλησία είχε μετατραπεί σε τζαμί276 και η μητροπολιτική κατοικία είχε επίσης δοθεί στους μουσουλμάνους θρησκευτικούς άνδρες. Όσο για τα μητροπολιτικά κτήματα,

για τα χωράφια και άλλα ακίνητα είπε μια πολύ αστεία δικαιολογία. Ότι αφού τα είχε πάρει με το δικό του σπαθί, δεν ήταν δυνατόν για κανέναν άλλο να τα προτιμήσει από τον εαυτό του.277

ἀγρῶν δὲ πέρι καὶ ἄλλης κτήσεως μάλα τινὰ ἔφη ἀστείαν ἀπολογίαν· ἡ δέ· ὅτιπερ φασγάνῳ ταῦτ’ εἴληφε τῷ αὐτοῦ καὶ πρὸ αὐτοῦ μὴ χρῆναι ἕτερον ἔχειν.

Το αποτέλεσμα ήταν ότι ο Ματθαίος χρειάστηκε να επιμείνει για μεγάλο χρονικό διάστημα, χωρίς να παίρνει τίποτε από τον Χιντρ ως αντάλλαγμα για τα δώρα του, ούτε καν «προμήθειες μιας ημέρας». Στο τέλος αυτών των παρατεταμένων διαπραγματεύσεων και παρακλήσεων, ο Ματθαίος αναγκάστηκε να παραιτηθεί από κάθε αξίωση για τον μητροπολιτικό καθεδρικό ναό, την κατοικία και όλες τις περιουσίες, παίρνοντας στη θέση τους ένα μικρό σπίτι και ένα μικρό κομμάτι γης.

Και αν αυτό είναι αστείο, έχει επίσης τη μεγαλύτερη γοητεία, αφού εμφανίστηκε εν μέσω τραγωδίας. Γιατί αφού έβγαλε κάποια γριά από το σπίτι της, που ήταν κι αυτή μουσουλμάνα, έβαλε εκεί, ω του θαύματος, τον έξαρχο όλης της Ασίας [δηλαδή τον μητροπολίτη Εφέσου], ενώ του έδωσε ένα τέτοιο δώρο, θα μπορούσε κανείς να πει, που αν δεν ήταν άξιο του παραλήπτη, άξιζε [τουλάχιστον] για τον δωρητή, για να πω το αντίθετο από εκείνο που είπε ο Διογένης στον Αλέξανδρο. Και πρόσθεσε σε μια τόσο μεγάλη ευεργεσία ένα μικρότερο κομμάτι γης για καλλιέργεια, του οποίου η απόσταση από την πόλη δεν θα αποτελούσε [πηγή] τροφής για τον ιδιοκτήτη της, αλλά μάλλον [πηγή] καταστροφής.278

ἥτις εἰ καὶ γελοία, ἀλλὰ καὶ χάριν ἔχει τὰ μάλιστα, ἅτ’ ἐν μέσῃ τραγωδίᾳ παραφανεῖσα. καὶ γάρ τινα γραῦν καὶ ταύτην Ἰσμαηλῖτιν τῆς σφετέρας ἀποικίσας οἰκίας τῆς Ἀσιάτιδος γῆς ἔξαρχον, βαβαὶ τοῦ θαύματος, ἐσοικίζει καὶ τῷ τοσούτῳ τὸ τοσοῦτον ὡς ἄν τις εἴποι δίδωσι δῶρον, εἰ μὴ τοῦ λαμβάνοντος, τοῦ γοῦν διδόντος ἄξιον, ἵνα τὸ Διογένους κατὰ τοὐναντίον πρὸς Ἀλέξανδρον εἴποιμι. προστίθησι τῇ τηλικαύτῃ εὐεργεσίᾳ καὶ χώραν πάνυ τοι ὀλιγίστην εἰς ἄροσιν, ἥ πόρρω τε οὖσα τῆς πόλεως οὐ τροφὴ μᾶλλον ἄν εἴη τῷ ἔχοντι, ἀλλὰ καταστροφή.

Ο Ματθαίος περιοριζόταν έτσι σε μια πολύ ισχνή οικονομική ύπαρξη, βοηθούμενος από έξι μόνο ιερείς. 279

Ο Ματθαίος περιγράφει στην αλληλογραφία του τη δυσάρεστη κατάσταση των χριστιανών στην Έφεσο. Το ποίμνιό του αποτελούνταν κυρίως από αιχμαλώτους και σκλάβους (που αριθμούσαν χιλιάδες), μεταξύ των οποίων υπήρχαν πολλοί ιερείς και μοναχοί. Το σπίτι που του είχε ανατεθεί χρησίμευε, λέει, ως μάρτυρας του «περιορισμού και των δεσμών» του και όχι ως «σπίτι».

Σε αυτή την κατάσταση βρίσκονται οι υποθέσεις μας και έτσι απολαμβάνουμε αυτή την όμορφη μητρόπολη. Αλλά αυτό που μας στενοχωρεί περισσότερο από τα άλλα κακά είναι ότι ζώντας κοντά στη μεγάλη εκκλησία [η μεγάλη εκκλησία του Αγίου Ιωάννη είχε γίνει τώρα τζαμί], βλέπουμε καθημερινά τους Κορύβαντες αυτούς να πηδούν στη στέγη, φωνάζοντας δυνατά τις φωνές της λατρείας τους, όσο πιο δυνατά μπορούν. Και εμείς, σε όποια από τις εκκλησίες συμβαίνει να βρισκόμαστε, παραμεριζόμαστε σαν ιεράρχες χωρίς πόλεις και χωρίς μητροπόλεις.280

οὕτως ἔχομεν καὶ οὕτω τῆς καλῆς ταύτης ἀπολαύομεν μητροπόλεως. ὅ δὲ πλέον τῶν ἄλλων κακῶν ἡμᾶς ἀνιᾷ, ὅτιπερ ἐκ γειτόνων οἰκοῦντες τοῦ μεγάλου τοῦδε νεὼ καθ' ἡμέραν ἐπὶ τῆς ὀροφῆς ἐκπηδῶντας ὁρῶμεν τοὺς Κορύβαντας τούτους καὶ τά τῆς σφῶν ἀλαλάζοντας λατρείας, ὅσον χωροῦσιν αἱ κεφαλαί· ἡμεῖς δ’ ὅποι τύχοι τῶν ἱερῶν, παραρριπτούμεθα, ὡσανεί τίνες ἀπόλιδες ἤ ἀμητροπόλιδες ἱεράρχαι.

Αν και οι σχέσεις μεταξύ Ορθόδοξου ιεράρχη και Τούρκου ηγεμόνα τακτοποιούνταν τώρα με τους όρους του δεύτερου, οι μουσουλμάνοι κάτοικοι της Εφέσου προφανώς δεν συμφιλιώνονταν με την παρουσία ιεράρχη που έκανε κήρυγμα και με εκείνη των ιερέων του.

Διότι δεν είναι αρκετό για τους άνομους, που ούτε θέλουν να μας παραδώσουν την εξουσία επί της μεγάλης εκκλησίας και της κατοικίας και των περιουσιών που της ανήκαν πάντοτε, ούτε εκείνη την αρχή που θεωρείται [ότι ανήκει] σε αρχές. Ούτε κάνουν αυτοί κάποιαν οικονομία στις κατάρες και βλασφημίες εναντίον του Θεού και εναντίον μας, αλλά έχουν σχεδιάσει κακό σχέδιο, είτε να μας σκοτώσουν είτε με οποιονδήποτε τρόπο να μας κάνουν να φύγουμε. Μηχανεύονται λοιπόν την εξής κακία. Μέσα στη βαθιά νύχτα, πριν ακόμη λαλήσουν τα πρώτα κοκόρια, επιτιθέμενοι με πέτρες, τις ρίχνουν στη στέγη μας, στοχεύοντας στο μικρό κρεβάτι όπου ξαπλώνουμε. Αυτές οι πέτρες, συνθλίβοντας τα κεραμίδια, πέφτουν πολλές φορές μέσα. Θα έπεφταν όλες η μία μετά την άλλη, αν δεν χτυπούσαν στις ξύλινες σανίδες που στηρίζουν τα κεραμίδια, σταματούν την οργή τους και μας ελευθερώνουν από τέτοια ατίμωση.281

οὐ γὰρ ἐξαρκεῖ τοῖς ἀνόμοις, ὅτι νεὼ τοῦ μεγάλου καὶ οἰκίας καὶ κτήσεως ἀνέκαθεν αὐτῷ προσηκούσης, οὔτε τῆς νομιζομένης ταῖς ἀρχαῖς ἐξουσίας οὐδ' ἀρχὴν ὑποχωρεῖν ἡμῖν βούλονται, οὐδὲ φειδώ τις αὐτοῖς γίγνεται ὕβρεων καὶ βλασφημιῶν κατὰ θεοῦ καὶ ἡμῶν, ἀλλ' ὅτι βουλὴν βουλευσάμενοι πονηρὰν ἤ ἡμᾶς ἀποκτεῖναι ἤ γοῦν εἰς φυγὴν τρέψασθαι καὶ τοιάνδε τινά κακίαν ἐπιτεχνῶνται· νυκτὸς βαθείας οὔπω τῶν πρώτων ὑπᾳδόντων ὀρνίθων λίθοις ἐπιτιθέμενοι βάλλουσί γε κατὰ τοῦ στέγους ἡμᾶς, στοχαζόμενοι τοῦ κλινιδίου ὅποι δη κείμεθα λίθοις, ὁποῖοι τοὺς κεράμους καταρρηγνύντες εἴσω πολλάκις πίπτουσιν· ἔπιπτον δ' ἄν ἑφεξῆς πάντες, εἰ μὴ τοῖς ἐκ ξύλων προσπίπτοντες πίναξιν ὑπανέχουσι τοὺς κεράμους ἔληγον τοῦ θυμοῦ καὶ ἡμᾶς τῆς τηλικαύτης ἠφίεσαν λώβης.

Οι ντόπιοι μουσουλμάνοι ερεθίζονταν ιδιαίτερα από θρησκευτικές συζητήσεις και αντιπαραθέσεις με τον μητροπολίτη, αλλά απείχαν από φανερή βία, επειδή καταλάβαιναν ότι ο Χιντρ δεν ενθάρρυνε τέτοιες ενέργειες.

Βλέποντας αυτά τα πράγματα, οι καταραμένοι διψάνε για αίμα, δίνοντας πάντα ελευθερία σε ολόκληρη την επιθυμία τους να γευτούν σάρκα και αίμα, και δεν θα απείχαν, αν δεν έβλεπαν ότι ο αρχηγός τους δεν ήταν ιδιαίτερα ανεκτικός με την τρέλα τους, ούτε θα συμμετείχε εύκολα στην επίθεση. Κατά συνέπεια αυτό που μπορούν, εκείνο επιχειρούν, πετώντας μέσα στη νύχτα πέτρες με τον τρόπο που είπαμε.282

ταῦθ’ ὁρῶντες οἱ ἐναγεῖς φονῶσιν ἀεὶ ὅλην ἐπιθυμίαν χαλῶντες σαρκὸς καὶ αἵματος γεύσασθαι, καὶ οὐκ ἐφείσαντ’ ἄν, εἰ μὴ τὸν ἐθνάρχην ἑώρων οὐ μάλα ταῖς σφῶν μανίαις ἐφιέντα, οὐδὲ τῆς ὁρμῆς ῥᾳδίως γινόμενον. οὐκοῦν ὅ δύνανται, τοῦτο τολμῶσι καὶ λίθοις ὅν ἔφαμεν τρόπον ἀωρὶ βάλλουσι.

Είναι αμέσως προφανές ότι οι συνθήκες της εκκλησίας και των χριστιανών στην Έφεσο και στη δικαιοδοσία της μητροπολιτικής του έδρας ήσαν πολύ δυσμενείς. Και μόνο το ταξίδι στην Έφεσο υπήρξε πραγματική δοκιμασία για τον Ματθαίο και την ακολουθία του, γεμάτο από κάθε είδους κινδύνους. Υπήρχε κίνδυνος από πειρατές στη θάλασσα και φόβος για τουρκικές ενέδρες στη στεριά. Συχνά λοιπόν ταξίδευαν τη νύχτα και από σκοτεινά και δύσκολα μονοπάτια. Η «Προσευχή» του Ματθαίου αντιπροσωπεύει τη γενική κατάσταση του νου στην οποία πρέπει να είχαν βρεθεί οι περισσότεροι κληρικοί που στέλνονταν στην Ανατολία. Η «καταδίκη» ή αποστολή τους στην Ανατολία συγκρίνεται με την αποστολή των αποστόλων μεταξύ των ειδωλολατρών, μια σύγκριση που εμφανίζεται αρκετά συχνά στις συνοδικές πράξεις. Ο Ουμούρ Μπεγκ αρνήθηκε αρχικά να δει τον Ματθαίο ή να του επιτρέψει να περάσει από τα εδάφη του, και μόνο μετά την καταβολή δαπανηρών δωροδοκιών επιτράπηκε στον Ματθαίο να προχωρήσει στην Έφεσο. Ο Ματθαίος διαπίστωσε ότι δεν επιτρεπόταν σε όλους τους επισκόπους του να πηγαίνουν στις εκκλησίες τους.

Κατά την άφιξή του στην Έφεσο βρήκε τις εκεί συνθήκες ακόμη πιο απαράδεκτες. Ο Χιντίρ Μπεγκ, ο αδελφός του Ουμούρ, αρνιόταν να επιστρέψει στον μητροπολίτη τον καθεδρικό ναό, την επίσημη κατοικία και την περιουσία του. Αναφέρει ότι εκτός από την υποχρέωση πληρωμής ορισμένων φόρων, αυτός και οι ιερείς του εκδιώχτηκαν από τις εκκλησίες τους και αναγκάζονταν να παρακολουθούν τον ιμάμη να καλεί τους μουσουλμάνους για προσευχή από την κορυφή του πρώην καθεδρικού ναού. Ως αποζημίωση, τους επιτράπηκε να κρατήσουν ένα μικρό παρεκκλήσι ως εκκλησία τους, και το σπίτι μιας γριάς Τουρκάλας ως μητροπολιτική κατοικία. Όμως οι Τούρκοι κάτοικοι ήσαν εχθρικοί και πετούσαν πέτρες στο σπίτι τους τις νύχτες. Ενδιαφέρων είναι ο ισχυρισμός του Ματθαίου, ότι αν δεν παρέμβαινε ο Χιντίρ Μπεγκ, οι Τούρκοι θα είχαν σκοτώσει ή διώξει τους κληρικούς. Αυτό φαίνεται να δείχνει μια διαφορά στις στάσεις του Τούρκου μπεγκ και των μέσων Τούρκων απέναντι στη χριστιανική εκκλησία. Ο ένας ήταν κάπως πιο ανεκτικός, οι άλλοι πιο φανατικοί. Αυτός ο φανατισμός φαίνεται ότι είχε οξυνθεί περαιτέρω και ακονιστεί στις θεολογικές συζητήσεις μεταξύ μουσουλμάνων και χριστιανών. Η μετατροπή εκκλησιών σε τζαμιά, μαζί με την κατάσχεση της εκκλησιαστικής περιουσίας, υπήρξε γενικό χαρακτηριστικό της τουρκικής κατάκτησης, όπως έχουμε δει στις πατριαρχικές πράξεις. Παρεμπιπτόντως, το Ντουστούρναμε του Ενβέρι λέει για την Έφεσο:

Ο Αϊντίνογλου, φτάνοντας στο Αγιασολούκ [Έφεσο], αφού το κατέκτησε μαζί με τις εξαρτήσεις του, μετέτρεψε πολλές εκκλησίες σε τζαμιά.283

Ο μητροπολίτης εύρισκε να περιορίζεται ακόμη και η αποστολή επιστολών στην Κωνσταντινούπολη, ενώ μια από τις επιστολές του είχε κατασχεθεί από τους Τούρκους.

Τέλος ιχνογραφεί συνοπτική αλλά θλιβερή εικόνα της χριστιανικής κοινότητας. Στην Έφεσο την αποτελούσαν κυρίως χριστιανοί αιχμάλωτοι που είχαν παρθεί ως σκλάβοι από τους Τούρκους και Εβραίοι.284 Αυτοί οι αιχμάλωτοι φαίνεται ότι ήσαν πολλοί και πιθανότατα ως επί το πλείστον δεν ήσαν αρχικά κάτοικοι Εφέσου. Διότι όταν ο Τούρκος εμίρης Σασάν πήρε την Έφεσο (με τον όρο ότι άφηνε τους κατοίκους να ζήσουν), μεταφύτευσε τους περισσότερους στο Θύραιον, ενώ μεγάλος αριθμός σφαγιάστηκε.285 Αναφέρει επίσης ότι οι χριστιανοί της Σμύρνης είχαν απελαθεί σε μεγάλο βαθμό και αντικατασταθεί από μουσουλμάνους αποίκους και ότι η πόλη βρισκόταν σε ερείπια.286

Συμπεράσματα

Οι κατακτήσεις των Τούρκων και η εγκατάστασή τους στην Ανατολία όχι μόνο κατέστρεψαν τον αποτελεσματικό πολιτικό έλεγχο ενός χριστιανικού κράτους, αλλά συνέτριψαν επίσης αποτελεσματικά την Ορθόδοξη Εκκλησία. Ο επαναλαμβανόμενος και καταστροφικός χαρακτήρας των τουρκικών κατακτήσεων υπονόμευε σοβαρά τα θεμέλια της εκκλησίας και διάβρωνε το εποικοδόμημα. Οι κατακτητές μείωσαν την εκκλησία σε απόλυτη φτώχεια, δημεύοντας τη συντριπτική πλειοψηφία των περιουσιών της, των εσόδων και των κτιρίων των εκκλησιών της. Τα λάφυρα ανήκαν στους νικηφόρους μπεγκ και σουλτάνους, οι οποίοι τα μοίραζαν στους οπαδούς τους και στα μέλη του μουσουλμανικού «θρησκευτικού θεσμού». Ο επισκοπικός θεσμός, η δομική καρδιά της εκκλησίας, επιβίωνε σε μια τόσο αποδεκατισμένη κατάσταση, που είχε μετατραπεί σε παθητικό πολιτιστικό όχημα. Τον 15ο αιώνα επιβίωναν πια μόνο δεκαεπτά μητροπολιτικές έδρες, μία αρχιεπισκοπή και τρεις επισκοπές, σε μια περιοχή που κάποτε είχε πάνω από πενήντα μητροπολιτικές έδρες και περισσότερες από τετρακόσιες επισκοπές! Η επισκοπική δομή αποτελούσε στο παρελθόν τεράστια εκκλησιαστική γραφειοκρατία παράλληλη με τη βυζαντινή κυβερνητική γραφειοκρατία, η οποία όπως και η τελευταία επικεντρωνόταν επίσης στην Κωνσταντινούπολη. Οι συνθήκες της τουρκικής κατάκτησης ήσαν τέτοιες, που η απεραντοσύνη και η κωνσταντινουπολίτικη κεντρικότητα του εκκλησιαστικού θεσμού μετατράπηκαν σε σοβαρό παθητικό για τη συνέχιση της ύπαρξης και τη λειτουργία της εκκλησίας. Κάθε μητροπολίτης ή επίσκοπος ήταν εκ των πραγμάτων πιθανός πολιτικός πράκτορας του αυτοκράτορα στην Κωνσταντινούπολη, γιατί ο αυτοκράτορας ήταν ο επικεφαλής της εκκλησίας καθώς και ο κύριος εχθρός του Ισλάμ. Οι επισκοπές, παράλληλες όπως ήσαν με τη βυζαντινή επαρχιακή κυβέρνηση, διέθεταν πολύ ανεπτυγμένο διοικητικό μηχανισμό με πολυάριθμο προσωπικό και εξειδικευμένες λειτουργίες, τα ονομαζόμενα ὀφφίκια.287

Αυτοί οι ιεράρχες παρείχαν όχι μόνο πνευματική υπηρεσία στα ποίμνια, αλλά πρόσφεραν επίσης πολλές από τις υλικές υπηρεσίες που συνδέονται σήμερα με το κράτος, δηλαδή τη φροντίδα των ορφανών, των φτωχών, των ασθενών, του άγνωστου ξένου και την εκπαίδευση. Από τα πρώτα χρόνια οι επισκοπές αποτελούσαν αναπόσπαστο μέρος του βυζαντινού δικαστικού συστήματος, ενώ με την πάροδο του χρόνου και τις τουρκικές κατακτήσεις, τα δικαστήρια των επισκόπων έγιναν ο κύριος νομικός θεσμός των χριστιανών. Αυτή η ιδιαίτερα ανεπτυγμένη εκκλησιαστική διοίκηση απαιτούσε εκτεταμένο προσωπικό και έσοδα για να διεκπεραιώσει τις πνευματικές, κοινωνικές και υλικές λειτουργίες της. Οι κατακτήσεις κατέστρεφαν αμετάκλητα την κύρια οικονομική βάση της εκκλησίας της Ανατολίας, στερώντας από τους μητροπολίτες και τους επισκόπους το διοικητικό τους προσωπικό, τους φιλανθρωπικούς τους θεσμούς, και υποβιβάζοντάς τους στην κατάσταση άπορων κληρικών με καθαρά πνευματικές λειτουργίες. Δεν μπορούσαν πια να ανταγωνίζονται τους ισλαμικούς ομολόγους τους, που καυχιόντουσαν για νέα και υπέροχα προικισμένα τζαμιά, μεντρεσέδες (σχολεία), ιμαρέτ (πτωχοκομεία), νοσοκομεία και ούτω καθεξής. Οι ισλαμικοί θεσμοί δεν ήσαν μόνο προικισμένοι με εδάφη, κτίρια και περιουσίες που στο παρελθόν ανήκαν στη χριστιανική κοινότητα (η εκκλησία του 14ου αιώνα υφίστατο επίσης μεγάλη φορολογική επιβάρυνση), αλλά και με μεγάλο αριθμό χριστιανών δουλοπάροικων.288 Ο ίδιος οικονομικός πλούτος που είχε χρησιμεύσει ως θεμέλιο του βυζαντινού θρησκευτικού θεσμού είχε κατασχεθεί από τους Τούρκους και είχε μετατραπεί στην οικονομική βάση ενός νικηφόρου, επιθετικού Ισλάμ της Ανατολίας.

Αν και ο οικονομικός παράγοντας ήταν εξαιρετικά σημαντικός για την παρακμή της εκκλησίας, δεν ήταν ο μόνος παράγοντας. Οι περιοδικές αναταραχές (ιδιαίτερα εκείνες του 11ου και 12ου, του τέλους του 13ου και του 14ου αιώνα) αναστάτωναν σοβαρά τη διοίκηση της εκκλησίας της Ανατολίας. Με δεδομένο τον άκρως συγκεντρωτικό χαρακτήρα της εκκλησιαστικής γραφειοκρατίας και την έλλειψη κοσμικής υποστήριξης από χριστιανικό κράτος, η επαναλαμβανόμενη απουσία μητροπολιτών, επισκόπων και των διοικητικών υπαλλήλων τους δεν θα μπορούσε παρά να έχει σοβαρές επιπτώσεις για τις χριστιανικές κοινότητες. Η έλλειψη πολιτικής ομοιομορφίας, πολιτικής σταθερότητας και ειρηνικών συνθηκών καθιστούσε συχνά δύσκολο ή αδύνατο για τους χριστιανούς ιεράρχες να πάνε στις εκκλησίες τους. Σε πολλές περιπτώσεις οι Τούρκοι εκδίωκαν τον κλήρο, ενώ άλλες φορές εμπόδιζαν τους μητροπολίτες να εισέλθουν στις εκκλησιαστικές τους έδρες. Κατά συνέπεια, οι ελληνικές κοινότητες αφήνονταν χωρίς ηγεσία για εκτεταμένες χρονικές περιόδους. Το γεγονός ότι βρίσκονταν χωρίς την καθοδήγηση των ηγετών τους (σε ορισμένες περιπτώσεις οι εκκλησίες δεν είχαν μητροπολίτες ή επισκόπους για τριανταπέντε χρόνια) αποτελούσε σοβαρή επιδείνωση του χριστιανικού πνεύματος στις κοινότητες, εμπόδιζε χειροτονίες και οδηγούσε σε γενική χαλάρωση της κοινωνικής τους συνοχής και των πολιτιστικών τους δεσμών. Οι εκκλησίες της Ανατολίας αποκόπτονταν έτσι από την Κωνσταντινούπολη και ήσαν σαν τόσα πολλά πλοία χωρίς καπετάνιους και πηδαλιούχους μέσα σε βίαιη και θυελλώδη θάλασσα.

Τα διαδοχικά πλήγματα των τουρκικών κατακτήσεων υπέβαλαν τη βυζαντινή κοινωνία στην Ανατολία σε σειρά από κλονισμούς, οι οποίοι τόσο χαλάρωναν τους κοινωνικούς δεσμούς, που αυτή ήταν προετοιμασμένη για πολιτιστικό μετασχηματισμό.

<-3. Η έναρξη του μετασχηματισμού 5. Εξισλαμισμός->
error: Content is protected !!
Scroll to Top